Των Κωστή Πλάντζου, Μαίρης Λαμπαδίτη
Ολοκληρώθηκε χωρίς καμία συμφωνία η τηλεδιάσκεψη με τους επικεφαλής των θεσμών που έγινε το απόγευμα στο υπουργείο Οικονομικών εν όψει του Euro Working Group της Δευτέρας 28 Νοεμβρίου 2016.
Από την κυβέρνηση συμμετείχαν οι υπουργοί: Οικονομικών Ε. Τσακαλώτος, Οικονομίας Δ. Παπαδημητρίου, Ενέργειας Γ. Σταθάκης, Εργασίας Ε. Αχτσιόγλου και ο αν. υπουργός Οικονομικών Γ. Χουλιαράκης.
Κύκλοι του υπ. Οικονομικών αναφέρουν ότι συνεχίζονται οι αλλαγές ώστε να υπάρξει προσέγγιση στα λίγα ανοιχτά θέματα που απομένουν έως τη Δευτέρα.
Κατά τη συζήτηση της καυτής ατζέντας των εργασιακών στην τηλεδιάσκεψη με τους θεσμούς, ενόψει του αυριανού EWG, οι εκπρόθεσμοι των θεσμών έθεσαν πολλές διευκρινιστικές ερωτήσεις στην υπουργό εργασίας Έφη Αχτσιόγλου. Ερωτήσεις έθεσε και η ελληνική πλευρά προκειμένου να κατανοήσει καλύτερα τα όρια που κινούνται οι θεσμοί.
Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου εργασίας, «δεν μετατοπίστηκε η στρατηγική μας. Θα συνεχίζουμε να προβάλλουμε τις απόψεις μας έως ότου δούμε ότι και οι δανειστές περάσουν στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης. Γιατί έως τώρα δεν το έχουμε δει». Τη Δευτέρα οι συναντήσεις θα συνεχιστούν σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων.
Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι τώρα, στα εργασιακά διαπιστώνεται τεράστιο χάσμα με το ΔΝΤ και μικρότερες διαφορές με τους εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών.
– Η ελληνική πλευρά συνεχίζει να υπερασπίζεται την θέση της ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτελούν κομμάτι των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών.
– Στις ομαδικές απολύσεις οι δανειστές εμμένουν στην πλήρη απελευθέρωση. Η ελληνική πλευρά τονίζει ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμία αλλαγή στα όρια και το καθεστώς της προέγκρισης.
– Η πλευρά του ΔΝΤ επιμένει επίσης στην θέσπιση του lock out.
Τα πράγματα όμως είναι σχεδόν προαποφασισμένα. Την Δευτέρα αναμένεται ότι το κείμενο θα μιλά για «μεγάλη πρόοδο» αλλά θα αφήνει ανοικτά τουλάχιστον τις αλλαγές στα Εργασιακά θέματα, στις ιδιωτικοποιήσεις (βλέπε ΔΕΗ) και τις ρυθμίσεις για υπερχρεωμένες επιχειρήσεις.
Παρά τους «αστερίσκους», Αθήνα και Ευρωπαϊκοί θεσμοί (ειδικά η Κομισιόν) θέλουν να μεταδώσουν μια εικόνα προ-συμφωνίας, παρά τις διαφωνίες σε καθοριστικές λεπτομέρειες που θα δίνουν περιεχόμενο στο τελικό αποτέλεσμα. Αυτό θέλει να επισφραγίσει και με την έλευση του στην Αθήνα την Δευτέρα ο Επίτροπος δημοσιονομικών υποθέσεων της ΕΕ Πιέρ Μοσκοβισί, «στρώνοντας χαλί» για πιο θετικό κλίμα για την χώρα μας ενόψει του Eurogroup της επόμενες Δευτέρας 5 Δεκεμβρίου.
Οι ισορροπίες είναι λεπτές αλλά έχουν τεράστια σημασία, όταν συμπλέκονται τόσα αντικρουόμενα συμφέροντα, όπως γύρω από το ελληνικό σχέδιο διάσωσης.
Όλα περιστρέφονται γύρω από το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, την ελάφρυνση του χρέους και την μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα. Όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν διαφορετικές επιδιώξεις για όλα αυτά και στο παζάρι που όλοι κάτι πρέπει να δώσουν, είναι θεωρητικά αδύνατον να τα χάσει όλα η Αθήνα.
Όπως έχει ως τώρα η κατάσταση, η κυβέρνηση, με τις «πλάτες» της Κομισιόν, δεν θέλει να κάνει τώρα άλλες υποχωρήσεις. Κρατά τις τελικές αποφάσεις της για εργασιακά και ιδιωτικοποιήσεις, για να μη μείνει «με τον μουτζούρη» στην υπόθεση του χρέους, αν τα έχει δώσει όλα από τώρα. Ευελπιστεί ότι με την τελική λύση για το χρέος, θα μπορέσει να «αμπαλάρει» τις τυχόν υποχωρήσεις.
Οι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί πάλι (Κομισιόν, ΕΚΤ, ΕΜΣ) δεν αμφισβητούν τον νέο Προϋπολογισμό του 2017 γιατί ό,τι και να προβλέπει τώρα, σύντομα θα αποδειχθεί αν βγαίνει ή όχι, ώστε να ζητήσουν τότε τυχόν πρόσθετα μέτρα. Για αυτούς προέχει να κλείσουν τα άλλα θέματα, δηλαδή οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να υπάρξει συμφωνία και δέσμευση της Αθήνας.
Το ΔΝΤ όμως, για να μπει στο πρόγραμμα και για να πιέσει για ελάφρυνση του χρέους το Βερολίνο, ζητά να προανακοινωθούν τα μέτρα λιτότητας που θα λάβει η κυβέρνηση από το 2018 ως το 2020.
Εκεί είναι όμως το πρόβλημα του κυρίου Ευκλείδη Τσακαλώτου και της κυβέρνησης. Η ψήφισή του Μεσοπρόθεσμου από την Βουλή, εκτός από την περιγραφή κάποιων επιπλέον μέτρων για το 2018, ισοδυναμεί με παραδοχή και νομοθέτηση του στόχου για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στο ύψος του 3,5% του ΑΕΠ την τριετία 2018-2020. Δηλαδή αυτό ακριβώς που ελπίζει αποφύγει η κυβέρνηση μέσω της ρύθμιση του χρέους και τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα που επιμένει στο 1,5%. Σε τέτοια περίπτωση, θα ακυρώσει πλήρως την επιτυχία της συμφωνίας, αφού δεν θα φέρνει χαλάρωση της λιτότητας.
Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, στο σχέδιο της συμφωνίας που άφησαν στην κυβέρνηση οι Θεσμοί πριν αναχωρήσουν από την Αθήνα, η πρόβλεψη για πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ δεν σταματάει στο 2018, αλλά εκτείνεται και για το 2019 και το 2020.
Τα υπόλοιπα και αν θα σταθεί εφικτό να προκύψει ουσιαστική ελάφρυνση στόχων και χρέους, θα φανούν… επί της οθόνης.