Επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης στο δ’ τρίμηνο προβλέπει για την ελληνική οικονομία η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, το οποίο όμως περιορίζει την εκτίμηση για αύξηση του ΑΕΠ στο 1,5% στο σύνολο της χρονιάς. Πρόκειται για μία δυνητική επίδοση χαμηλότερη σε σχέση με την επίσημη πρόβλεψη της κυβέρνησης και του προϋπολογισμού για το 2018 που έχει προσδιοριστεί στο 1,6% έπειτα από ένα μπαράζ υποβαθμίσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο προϋπολογισμός του 2017 εκτιμούσε ότι φέτος η ανάπτυξης θα έφθανε το 2,7%!

Σύμφωνα με τους αναλυτές της Εθνικής το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί στο δ’ τρίμηνο 2,6% σε ετήσια βάση έπειτα από την αύξηση του 1,3% στο γ’ τρίμηνο. Όπως σημειώνουν «η περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος και η σταδιακή ανάκαμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης αναμένεται, μαζί με την επιτάχυνση της δημόσιας επενδυτικής δραστηριότητας, να δώσουν σημαντική ώθηση στο ρυθμό ανάπτυξης τα επόμενα τρίμηνα».

Όπως σημειώνουν μάλιστα η οικονομική δυναμική στο δ’ τρίμηνο «εκτιμάται ότι προσδίδει αναπτυξιακή ώθηση τουλάχιστον 0,5%, ετησίως, στο μέσο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ για το 2018 (positive carry) μετά από μία δεκαετία αρνητικών επιδράσεων».

Επιπρόσθετα οι αναλυτές της τράπεζας υπογραμμίζουν πως «η διαφαινόμενη έγκαιρη ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης – η ταχύτερη που έχει επιτευχθεί κατά την εφαρμογή του 3ου προγράμματος – αναμένεται να δράσει υποστηρικτικά στην αναπτυξιακή προσπάθεια, όπως καταδεικνύει και η εμπειρία από τα προηγούμενα χρόνια, όπου οι περιπτώσεις έγκαιρης ολοκλήρωσης αξιολογήσεων συνοδεύονταν από βελτίωση της εμπιστοσύνης και συγκράτηση της υφεσιακής δυναμικής».

ete provlepseis17

Ανάλυση των στοιχείων γ’ τριμήνου

Η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της τράπεζας επιχειρεί μία εις βάθος εξέταση των στοιχείων του γ’ τριμήνου σχολιάζοντας ότι επιβεβαιώνεται πως «η οικονομική δραστηριότητα έχει εισέλθει σε φάση ανάκαμψης μετά από μία σχεδόν δεκαετία ύφεσης που διακόπηκε, προσωρινά μόνο, το 2014» και πως «η αύξηση του ΑΕΠ σε τριμηνιαία βάση για 3ο συνεχές τρίμηνο σηματοδοτεί την καλύτερη επίδοση από το 2006».

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Δ/νσης Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ, οι τάσεις του 3ου τριμήνου μπορούν να εξηγηθούν καλύτερα εξετάζοντας το ΑΕΠ από την πλευρά της παραγωγής και της διάρθρωσης του εισοδήματος των τομέων που το απαρτίζουν.

Όπως σημειώνει, τα στοιχεία της παραγωγής αποτυπώνουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, ο οποίος αντανακλάται στην αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά 1,7% ετησίως το 3ο τρίμηνο – η καλύτερη επίδοση της τελευταίας δεκαετίας – με τη βιομηχανία, το εμπόριο, τις μεταφορές και την παροχή υπηρεσιών σχετιζόμενων με τον τουρισμό να αποτελούν τις κινητήριες δυνάμεις.

Αντιστοίχως, η ετήσια αύξηση της λειτουργικής κερδοφορίας προ φόρων, όπως προσεγγίζεται από το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα και το μικτό επιχειρηματικό εισόδημα που παράγει η οικονομία – κατά 1,3% ετησίως το 9μηνο και κατά 1,4% ετησίως το 3ο τρίμηνο του 2017, σημειώνοντας αύξηση τέτοιας κλίμακας στο 9μηνο για πρώτη φορά από το 2008 – πιστοποιεί τη θετική δυναμική που αναπτύσσει το πιο ανταγωνιστικό τμήμα του επιχειρηματικού τομέα μετά από μια πολυετή διαδικασία επώδυνων αναδιαρθρώσεων.

Οι ανωτέρω τάσεις, σύμφωνα με τους αναλυτές, επεξηγούν σε σημαντικό βαθμό και τη φαινομενικά ιδιόμορφη διάρθρωση της αύξησης του ΑΕΠ από το σκέλος της δαπάνης, όπου οι επιχειρήσεις αφήνουν ισχυρό αποτύπωμα, κυρίως, μέσω της συσσώρευσης αποθεμάτων. Είναι αξιοσημείωτο ότι η καθαρή συσσώρευση αποθεμάτων πρόσθεσε 2,2 ποσοστιαίες μονάδες στον ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ το 3ο τρίμηνο του 2017, αντανακλώντας την τάση των επιχειρήσεων να αναπληρώσουν την απομείωση των αποθεμάτων από την ανάκαμψη της ζήτησης στο 1ο εξάμηνο του 2017, που τροφοδοτήθηκε και από την αυξανόμενη δυναμική του τουρισμού (ετήσια αύξηση εισπράξεων 7,4% στο πρώτο 6μηνο του 2017 και 12,6% στο 3ο τρίμηνο του 2017). Οι επιχειρήσεις δεν αρκέστηκαν σε αυτό αλλά επαύξησαν το επίπεδο των αποθεμάτων τους, βασιζόμενες στην περαιτέρω αύξηση των παραγγελιών και των προσδοκιών ζήτησης για το 2ο εξάμηνο του 2017, όπως αποτυπώνεται, μεταξύ άλλων, και στις σχετικές έρευνες εμπιστοσύνης, κυρίως, στο μεταποιητικό τομέα.

Απώλεσε δυναμική η εγχώρια ζήτηση

Ωστόσο, όπως υπογραμμίζουν οι αναλυτές της Εθνικής, η εγχώρια ζήτηση απώλεσε δυναμική το 3ο τρίμηνο του 2017, αντανακλώντας τη σταθεροποίηση της ιδιωτικής κατανάλωσης το 3ο τρίμηνο του 2017 (0,0% σε ετήσια βάση), μετά από αύξηση 0,9% ετησίως το εξάμηνο του 2017 – υπό το βάρος της αυξανόμενης δημοσιονομικής επιβάρυνσης, σε ταμειακή βάση – αλλά και τη συρρίκνωση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά 8,5% ετησίως την ίδια περίοδο.

Οι επενδύσεις

Για την τελευταία, καταλυτικό ρόλο, σημειώνει η έκθεση, διαδραμάτισε η καθυστέρηση στην υλοποίηση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων που παρατηρήθηκε στο 3ο τρίμηνο του 2017 (υστέρηση εκταμιεύσεων της τάξης του 1,1% του τριμηνιαίου ΑΕΠ συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016), που αντιστοιχεί σε μείωση 10% των συνολικών επενδύσεων στο συγκεκριμένο τρίμηνο. Ωστόσο, η επιτάχυνση των δημοσίων επενδύσεων αναμένεται να παράσχει σημαντική ώθηση που θα προσεγγίσει το 3% του τριμηνιαίου ΑΕΠ το 4ο τρίμηνο του 2017. Επίσης, οι επιχειρηματικές επενδύσεις σε εξοπλισμό ήταν σχετικά σταθερές το 3ο τρίμηνο 2017. Εντούτοις, πρέπει να σημειωθεί πως στο 9μηνο 2017, οι εν λόγω επενδύσεις, που αποτελούν βασικό προσδιοριστικό παράγοντα των επιχειρηματικών τάσεων, αυξήθηκαν κατά 17,4% ετησίως.

Το κόστος της αύξησης των εισαγωγών για την οικονομία

Έντονα αρνητική για την επίδοση του 3ου τριμήνου του 2017 ήταν η επίδραση από την αύξηση των εισαγωγών κατά 9,3% σε ετήσια βάση, η οποία συρρίκνωσε την ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, αντισταθμίζοντας τη θετική συνεισφορά από την αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, που ανήλθε στις 2,4 ποσοστιαίες μονάδες την ίδια περίοδο. Ωστόσο, η αύξηση των εισαγωγών οφείλεται, σχεδόν αποκλειστικά, στις εισαγωγές πρώτων υλών και καυσίμων που αντανακλούν ουσιαστικά την προαναφερόμενη αύξηση των αποθεμάτων και αναμένεται να μεταφραστούν σε αύξηση της παραγωγής τα επόμενα τρίμηνα.