Η κυβέρνηση έχει ξεκινήσει την απαλλαγή της μεσαίας τάξης από την υπερφορολόγηση, εφαρμόζοντας «μια πολιτική απολύτως συνεπή με τις υποσχέσεις μας χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας», τονίζει σε συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας.
Προσθέτει ότι «το αφορολόγητο διατηρείται, ενώ παρέχεται πρόσθετο αφορολόγητο 1.000 ευρώ για κάθε παιδί μέχρι και τα 4 τέκνα, διευρύνοντας το υφιστάμενο σήμερα καθεστώς», καθώς και ότι η μείωση του συντελεστή στο 9% για το εισόδημα έως 10.000 ευρώ θα εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου 2020.
Αν και , όπως λέει, δεν υφίσταται επιστημονικός ορισμός κοινά αποδεκτός για την εισοδηματικά και περιουσιακά μεσαία τάξη, την προσδιορίζει ως προσιδιάζουσα «σε μια κανονική κατανομή, με ασυμμετρία, στην οποία αφήνουμε εκτός περίπου το 10% της ακραίας φτώχειας και το 20% των πολύ υψηλών εισοδημάτων και πλούτου».
Ο κ. Σταϊκούρας είπε ότι «η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε τη χώρα με δημοσιονομικό κενό για το 2019», αναφέροντας, στη συνέχεια, ότι «η εκτέλεση του προϋπολογισμού τους τελευταίους δύο μήνες και οι εκτιμήσεις για το υπόλοιπο της χρονιάς βεβαιώνουν ότι ο υψηλός φετινός δημοσιονομικός στόχος θα επιτευχθεί».
Αναφέρει επίσης ότι η βελτίωση του οικονομικού κλίματος επιτρέπει την δημιουργία του αναγκαίου δημοσιονομικού χώρου και «περαιτέρω μειώσεις φορολογικών συντελεστών και το 2020».
Ο υπουργός Οικονομικών αποτιμά το κόστος των εξαγγελιών του πρωθυπουργού στην ΔΕΘ «μαζί με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, περίπου στα 1,2 δισ. ευρώ, όμως το τελικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι μικρότερο, διότι οι περισσότερες από τις παρεμβάσεις φέρουν έντονη αναπτυξιακή διαδικασία».
Για την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ, ο κ. Σταϊκούρας τονίζει ότι το υπουργείο Οικονομικών εργάζεται μεθοδικά για τον στόχο αυτό, καθώς πρόκειται για μια κίνηση που «διασφαλίζει άμεσα κέρδη για το ελληνικό Δημόσιο της τάξης των 75 εκατ. ευρώ, βελτιώνει τους δείκτες βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους και επιτυγχάνει και σχετική αντιστάθμιση των κινδύνων αγοράς που οφείλονται στα ειδικά χαρακτηριστικά των δανείων του ΔΝΤ».
Αναφορικά με τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, εκτιμά ότι «λόγω πολιτικής φιλοσοφίας και πολιτικών θα πετύχουμε καλύτερη επίδοση το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και σε σχέση με την αντίστοιχη του 2018», ενώ το ίδιο εκτιμάται και για το 2020 «αν δεν υπάρξουν έντονες διαταραχές υφεσιακού τύπου στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία».
Ως προς την ανάπτυξη, αναφέρει ότι «στόχος του οικονομικού επιτελείου είναι να διαρκέσει μέσα στο χρόνο και να είναι υψηλού ρυθμού», προσθέτοντας ότι αφορά ολοκληρωμένο και συνεκτικό οικονομικό σχέδιο «που υπηρετεί συνολικά την αναπτυξιακή και μεταρρυθμιστική προσπάθεια της χώρας και την κοινωνική δικαιοσύνη».
Ο υπουργός Οικονομικών τονίζει ότι η κυβέρνηση εργάζεται προκειμένου να εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη και των άλλων θεσμών και εταίρων -πέραν της θετικής γνώμης της Κριστίν Λαγκάρντ- για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, ενώ σημειώνει ότι αναφορικά με το τι συμφώνησε επ΄ αυτού του ζητήματος ο ΣΥΡΙΖΑ, «ουδείς στο εξωτερικό έχει αναφέρει κάτι σχετικό, ενώ και οι αρμόδιες εγχώριες δημόσιες υπηρεσίες δηλώνουν άγνοια για ένα λογαριασμό που, κατά τον κ. Τσίπρα, είχε ήδη ανοίξει. Αυτά ο λαός τα λέει “λόγια του αέρα”».
Ερωτηθείς γιατί η κυβέρνηση άλλαξε γνώμη σχετικά με την σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για το πρώτο εξάμηνο του 2015, απάντησε ότι «γενικώς οι εξεταστικές επιτροπές δεν έχουν θετική παράδοση στην πολιτική ζωή της χώρας», τονίζοντας, ωστόσο, ότι «για την επίμαχη περίοδο του πρώτου εξαμήνου του 2015 το θέμα δεν έχει κλείσει οριστικά»