Θετικές εξελίξεις αλλά όχι ικανές να αντιμετωπίσουν επαρκώς τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας στην ευρωπαϊκή οικονομίας εκτίμησε ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας ότι θα καταγραφούν στην σημερινή κρίσιμη συνεδρίαση του Eurogroup.
Συγκεκριμένα, επισήμανε ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ευρωπαϊκών οργάνων κάθε μήνας με την οικονομία σε καραντίνα κοστίζει 2,5% του ΑΕΠ και πως “η ύφεση στην Ευρώπη θα είναι απο 5% εως 10%.
Η πορεία που θα διαγραφεί δεν θα είναι σχήμα V αλλά U και επεκτείνεται στο 2021. Θα υπάρξουν δείγματα ανάκαμψης φέτος αλλά δεν θα ανατρέψουν την ύφεση. Κάθε εβδομάδα η Ευρώπη , η ΕΚΤ αναθεωρούν δυστυχώς προς το δυσμενέστερο τις εκτιμήσεις τους. Το θέμα λοιπόν να ληφθούν μέτρα που θα περιορίσουν την ύφεση”.
Παράλληλα, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν περαιτέρω πρωτοβουλίες εως τέλος Απριλίου για την προστασία πρώτης κατοικίας.
«Η κυβέρνηση έχει αποδείξει πως την κατάλληλη στιγμή λαμβάνει αποτελεσματικές πρωτοβουλίες. Υπενθυμίζω ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψε την λήξη της προστασίας πρώτης κατοικίας στις 31.12.2019. Εμείς επεκτείναμε την προθεσμία προστασίας. Εδώ είμαστε και εως τέλος Απριλίου να αξιολογηθούμε για τις πρωτοβουλίες» είπε.
Ο υπουργός Οικονομικών ενημερώνοντας τη Βουλή για την πορεία των ευρωπαϊκών συζητήσεων προανήγγειλε πως «έχουν ουσιαστικά συμφωνηθεί»:
– επενδυτική πρωτοβουλία στήριξης των εθνικών συστημάτων Υγείας των κρατών μελών, των επιχειρήσεων και εργαζομένων απο τα διαρθρωτικά ταμεία
– η πρόταση της ΕΚΤ για πανευρωπαϊκό ταμείο εγγυήσεων 200 δισ. ευρώ που θα μπορούσε να κινητοποιήσει πρόσθετη χρηματοδότηση σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Επιπροσθέτως, ανέφερε ότι κοντά σε συμφωνία (υπάρχουν ορισμένες παρατηρήσεις απο λίγα κράτη μέλη) είναι και η πρόταση για δημιουργία Ταμείου στήριξης των θέσεων εργασίας.
Απο την άλλη πλευρά ο κ. Σταϊκούρας ανέφερε «δεν έχει υπάρξει συμφωνία για την αξιοποίηση πιστοληπτικών γραμμών για όλα τα κράτη. Η θέση της Ελλάδας είναι να υπάρξει συμφωνία και προϋποθέσεις που θα απαντούν στις ανάγκες της συγκυρίας και θα αντιμετωπίζουν το σόκ της οικονομίας».
Ολοκληρη η ομιλία του ΥΠΟΙΚ στην ενημέρωση του σώματος:
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η πανδημία του κορονοϊού θέτει υπό δοκιμασία το ανεκτίμητο αγαθό της υγείας, τα συστήματα – πρωτίστως τα δημόσια – που το υπηρετούν, τις αντοχές των κοινωνιών και των οικονομιών.
Καμία χώρα δεν είναι αρκετά ισχυρή και έτοιμη, ώστε να ανταπεξέλθει μόνη της στις τεράστιες επιβαρύνσεις που γεννά η πανδημία.
Απολύτως ασφαλή και μόνιμα καταφύγια δεν υπάρχουν, ούτε για τα «βουβάλια» ούτε για τους «βατράχους».
Ο εχθρός είναι κοινός.
Επομένως, απαιτούνται κοινές ευρωπαϊκές λύσεις.
Λύσεις ουσιαστικές, τολμηρές και ανάλογες με τη σοβαρότητα της κατάστασης, απαλλαγμένες από όρους, περιορισμούς και αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Είναι γεγονός ότι σε αυτή την κρίση, οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έλαβαν σημαντικές και γρήγορες αποφάσεις, ενεργοποιώντας μέτρα, τόσο στο δημοσιονομικό πεδίο όσο και για την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία.
Οι δημοσιονομικοί στόχοι και περιορισμοί ήρθησαν, ώστε οι Κυβερνήσεις – μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας – να έχουν την αναγκαία ευελιξία για τη λήψη μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και των επιπτώσεών της, ενώ το πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων και των δημοσίων συμβάσεων έγινε πιο ελαστικό.
Περαιτέρω, παρασχέθηκε ευελιξία στη χρήση και μεταφορά πόρων εντός και από τα διαρθρωτικά και περιφερειακά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ενεργοποιήθηκε το εργαλείο ενίσχυσης έκτακτης ανάγκης για τα συστήματα υγείας.
Αντίστοιχα έπραξε και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο νομισματικό πεδίο.
Διεύρυνε την επιλεξιμότητα εταιρικών χρεογράφων στο υφιστάμενο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και προχώρησε σε νέο, στοχευμένο πρόγραμμα, στο οποίο, για πρώτη φορά από το 2015, τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου είναι αποδεκτοί τίτλοι.
Επίσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επανέφερε την παρέκκλιση (waiver) που επηρεάζει την καταλληλότητα των ομολόγων που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία και τα οποία χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος.
Υπενθυμίζεται ότι, από το 2018, τα ελληνικά ομόλογα δεν γίνονταν αποδεκτά ως ενέχυρα, καθώς δεν πληρούσαν τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστοληπτικής διαβάθμισης που ορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αυτές οι αποφάσεις διευρύνουν σημαντικά τις πηγές χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών και κατ’ επέκταση ενισχύουν την ικανότητά τους να στηρίξουν την πραγματική οικονομία, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Επιπλέον, αναμένεται να έχουν θετική επίδραση στην εμπορευσιμότητα και τις αποτιμήσεις των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου.
Όμως, Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
είναι σαφές ότι τα προαναφερθέντα, αν και ιδιαίτερα χρήσιμα, δεν αρκούν για μια δοκιμασία με τα χαρακτηριστικά της σημερινής.
Είναι απαραίτητο, σε μια λογική πραγματικής αλληλεγγύης, να ριχτούν στη «μάχη» και άλλα ισχυρά «όπλα».
Και αυτή είναι η θέση της χώρας που διατύπωσα και στο προχθεσινό Eurogroup.
Θέση την οποία θα επαναλάβω σήμερα.
Η επενδυτική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη στήριξη των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης, των επιχειρήσεων και της αγοράς εργασίας με τη διάθεση πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία, καθώς και η πρόταση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για ένα πανευρωπαϊκό ταμείο εγγυήσεων, που, μέσω μόχλευσης, θα μπορούσε να κινητοποιήσει πρόσθετη χρηματοδότηση για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κινούνται στη σωστή κατεύθυνση.
Και έχουν ουσιαστικά συμφωνηθεί.
Το ίδιο ισχύει, με παρατηρήσεις από ορισμένα κράτη-μέλη, για τη σύσταση και υλοποίηση ενός προσωρινού ταμείου για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας (SURE).
Ως προς τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης για αξιοποίηση των πιστοληπτικών γραμμών για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη-μέλη, δεν έχει υπάρξει ακόμη οριστική συμφωνία.
Θέση της χώρας είναι να υπάρξει ευελιξία και προϋποθέσεις που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της παρούσας συγκυρίας, σχετιζόμενες αποκλειστικά με το εξωγενές και συμμετρικό σοκ στην οικονομία.
Ακόμη όμως και με αυτές τις πανευρωπαϊκές παρεμβάσεις, ύψους άνω των 500 δισ. ευρώ, η θέση μου είναι ότι οι ανάγκες στην αδρανοποιημένη και χειμαζόμενη από την υγειονομική κρίση πραγματική οικονομία και στον παραγωγικό ιστό της, είναι πολύ μεγαλύτερες.
Συνεπώς το συνολικό ευρωπαϊκό σχέδιο πρέπει να είναι πιο φιλόδοξο.
Με άγρυπνο το «μάτι» στον κορονοϊό, αλλά και με το βλέμμα στην επιστροφή στην κανονικότητα της οικονομίας.
Γι’ αυτό το λόγο πιστεύουμε ότι απαιτούνται – και διεκδικούμε – επιπλέον πρωτοβουλίες που θα προσφέρουν επιπλέον ενέσεις ρευστότητας στις εθνικές και την ευρωπαϊκή οικονομία, με την έκδοση ενός κοινού ευρωπαϊκού αξιογράφου καθώς και άλλων καινοτόμων λύσεων, με την αξιοποίηση του τρέχοντος ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, με την αναδιάταξη και ενίσχυση του προσεχούς Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου. Όλα αυτά θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τις ανάγκες για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και την ανάκαμψη της επόμενης μέρας.
Πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε πως τα μεγάλα οράματα προσεγγίζονται με μεγάλες αποφάσεις και γενναίες πράξεις.
Πράγματι, τις προηγούμενες ημέρες, οι σχετικές διαβουλεύσεις ήταν πυκνές.
Εντούτοις, το Eurogroup δεν κατέληξε σε συμφωνία επί αυτού του πιο φιλόδοξου σχεδίου.
Ευελπιστώ πως θα αυτό θα γίνει σήμερα.
Με ένα συνεκτικό πακέτο μέτρων που θα αποδεικνύει καταρχήν ότι αυτές εμφορούνται από την αξία της αλληλεγγύης, που αποτελεί την απαρχή της ευρωπαϊκής ιδέας και τη βάση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, και αφετέρου δεν θα είναι κατώτερες των περιστάσεων, ούτε θα δείχνουν ατολμία και απροθυμία.
Αυτά περιμένουν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα, τους τελευταίους μήνες, συμμετέχει με ισχυρή και ισότιμη πλέον φωνή στο Eurogroup.
Κερδίζει χαμένη αξιοπιστία.
Καταθέτει, σε κάθε συνεδρίαση στέρεα επιχειρήματα, και όχι θεωρητικά ιδεοληπτικά νεφελώματα.
Κερδίζει βαθμούς ευελιξίας, που ήταν αδιανόητοι πριν λίγους μήνες.
Τοποθετείται με σαφήνεια και αυτοπεποίθηση.
Με σοβαρότητα και υπευθυνότητα.
Αυτό έπραξε και προχθές.
Αυτό θα πράξει και σήμερα.
Όχι με όρους επικοινωνίας, αλλά ουσίας.