Οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές τις τελευταίες ημέρες έθεσαν το ερώτημα αν η ΕΚΤ μπορεί να προχωρήσει στη σχεδιαζόμενη σύσφιξη, επισημαίνει η Societe Generale.
«Έχοντας μόλις ξεπεράσει τον πανικό από την κατάρρευση της Silicon Valley Bank το Σαββατοκύριακο, χθες η Credit Suisse βρέθηκε ξαφνικά στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ως αναμφισβήτητα μια πολύ μεγαλύτερη πρόκληση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και, το σημαντικότερο, μια πρόκληση που προέρχεται από την Ευρώπη», εξηγεί η SocGen.
«Με το μέγεθος των κινήσεων που παρατηρήθηκαν στην αγορά, δεν θα ήταν εντελώς περίεργο να δούμε την ΕΚΤ να εκδίδει χθες το βράδυ μια δήλωση, που ενδεχομένως να σηματοδοτεί μια παύση ή καθυστέρηση στην περαιτέρω σύσφιξη, ενώ το επίκεντρο μετατοπίζεται στη στήριξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Οι ενέργειες της Τράπεζας της Αγγλίας το περασμένο φθινόπωρο θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως πρότυπο, υπονοώντας μόνο προσωρινή στήριξη της ρευστότητας και δέσμευση για μελλοντική σύσφιξη.
Αντ’ αυτού, η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας εξέδωσε δήλωση ότι είναι έτοιμη να παράσχειστήριξη ρευστότητας, κάτι που οδήγησε την Credit Suisse να αντλήσει από την SNB έως και 50 δισ. φράγκα. Περαιτέρω σύσφιξη από την ΕΚΤ είναι επομένως πιθανό να εξακολουθεί να υπάρχει, αν και με μεγαλύτερες πιθανότητες για μικρότερη αύξηση από την πρόβλεψη της για 50 μονάδες βάσης», τονίζουν οι αναλυτές της τράπεζας.
«Η σημερινή απόφαση θα είναι δύσκολη για την ΕΚΤ, ιδίως καθώς οι προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων είναι πιθανό να υποδεικνύουν ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να υπερκαλύπτεται, με μια ανθεκτική οικονομία και ένα γενικά ρευστό και καλά κεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα. Συνεπώς, υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο είδος της κρατικής και τραπεζικής κρίσης που είδαμε πριν από μια δεκαετία. Όμως, ενώ οι σημερινές πηγές της χρηματοπιστωτικής αναταραχής δεν προέρχονται από τη ζώνη του ευρώ, οι κίνδυνοι χρηματοπιστωτικής μετάδοσης, με αντίκτυπο στις οικονομικές προοπτικές, είναι πραγματικοί και ίσως σημαντικοί», συνεχίζει η γαλλική τράπεζα.
Τα δύο ερωτήματα
Είναι λοιπόν αυτή η κατάλληλη στιγμή για περαιτέρω αυξήσεις ή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι χειροτερεύει τα πράγματα; Από την άλλη πλευρά, είναι επαρκής η παύση ή η διακοπή των αυξήσεων των επιτοκίων και χρειάζεται πράγματι στήριξη της ρευστότητας σε μια αγορά που είναι ήδη πλημμυρισμένη από αποθέματα κεντρικών τραπεζών; «Θα λέγαμε μάλιστα ότι η υπαναχώρηση από μια ήδη ανακοινωθείσα αύξηση των επιτοκίων με τόσο σύντομο χρονικό διάστημα ενέχει τον κίνδυνο να εγείρει περαιτέρω ερωτήματα και ανησυχίες σχετικά με τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ζώνης του ευρώ, ιδίως όσον αφορά τους κινδύνους μεγαλύτερων αναλήψεων καταθέσεων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν ‘πυρκαγιές’ σε μεμονωμένες τράπεζες», εκτιμά η SocGen.
«Ενώ η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι προσεκτική με τις ενέργειές της και να επικοινωνεί με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διαφάνεια, βλέπουμε την ανάγκη η ΕΚΤ να παραμείνει στην πορεία και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα πληθωρισμού που απέχει ακόμη πολύ από το να λυθεί. Αυτό συνηγορεί υπέρ της πραγματοποίησης της αύξησης των επιτοκίων σήμερα, με όλες τις επιλογές ανοιχτές για το μέλλον. Αυτό θα οδηγήσει το επιτόκιο μόνο σε ένα σχετικά χαμηλό επίπεδο του 2,75% ή 3%. Έτσι, τα πραγματικά επιτόκια παραμένουν υποτονικά στη ζώνη του ευρώ και, αν μη τι άλλο, ο κίνδυνος είναι ότι η καθυστέρηση της σύσφιξης λόγω ανησυχιών για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις προσδοκίες για τον πληθωρισμό, γεγονός που με τη σειρά του θα μπορούσε να καταστήσει αναγκαία μεγαλύτερη σύσφιξη σε μεταγενέστερο στάδιο», καταλήγει η τράπεζα.
Διαβάστε ακόμη
Capital Economics: Τι θα σήμαινε η κατάρρευση της Credit Suisse
Αναλυτές: H τραπεζική κρίση φέρνει το τέλος στις αυξήσεις των επιτοκίων (πίνακες)