Πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,56% του ΑΕΠ (7,026 δισ. ευρώ) την προσεχή χρονιά, συμπεριλαμβάνοντας ολόκληρο το πακέτο αναπτυξιακών και κοινωνικών μέτρων ύψους 1,2 δισ. ευρώ το οποίο ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, προβλέπει το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2020 που κατατέθηκε πριν από λίγο στη Βουλή.
Το δημοσιονομικό κόστος των φοροελαφρύνσεων και των λοιπών κοινωνικών μέτρων καλύπτεται, σύμφωνα με τις προβλέψεις του προσχεδίου, με την επιστράτευση δημοσιονομικών ισοδύναμων μέτρων, ύψους 1,231 δισ. ευρώ. Για φέτος εκτιμάται ότι η χρονιά θα κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,68% του ΑΕΠ (6,996 δισ. ευρώ).
Οι φοροελαφρύνσεις και τα υπόλοιπα μέτρα της Θεσσαλονίκης εκτιμάται ότι θα έχουν θετική επίδραση στην ανάπτυξη. Το προσχέδιο προβλέπει επίσης παρεμβάσεις βελτίωσης του δημοσιονομικού αποτελέσματος, οι οποίες θα αποφέρουν συνολικά 1,231 δισ. ευρώ επιπλέον σε σχέση με το σενάριο βάσης του προϋπολογισμού, υπερκαλύπτοντας έτσι το δημοσιονομικό κόστος από το πακέτο μέτρων της Θεσσαλονίκης και οδηγώντας σε πρωτογενές πλεόνασμα 3,56% του ΑΕΠ την προσεχή χρονιά. Οι παρεμβάσεις αυτές είναι:
Αποτελεσματικό και λιγότερο δαπανηρό κράτος
– Δραστική αναπροσαρμογή των ορίων δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού, με σκοπό τον περιορισμό της υποεκτέλεσης που παρουσιάστηκε τα προηγούμενα έτη και τη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου για την ελάφρυνση του φορολογικού βάρους των πολιτών. Το προβλεπόμενο δημοσιονομικό όφελος ανέρχεται στα 500 εκατ. ευρώ.
– Θεσμοθέτηση νέου ειδικού αποθεματικού για την εξυπηρέτηση των δαπανών αυξημένης αβεβαιότητας που αφορούν, κυρίως, στους τομείς παιδείας, υγείας, κοινωνικής πρόνοιας, άμυνας και ασφάλειας των πολιτών. Το ειδικό αποθεματικό θα χρησιμοποιείται για τη συστηματική ενίσχυση των υπουργείων σε όλη τη διάρκεια του έτους.
Αναδιαμόρφωση Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων
– Μεταφορά 250 εκατ. ευρώ από το εθνικό σκέλος στο συγχρηματοδοτούμενο, ενισχύοντας τα αναμενόμενα αναπτυξιακά οφέλη, λόγω του υψηλότερου πολλαπλασιαστή του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους, δημιουργώντας δημοσιονομικό όφελος περίπου 170 εκατ. ευρώ.
Επισκόπηση δαπανών και εσόδων και αύξηση αποτελεσματικότητας Γενικής Κυβέρνησης
– Επισκόπηση δαπανών και εσόδων, με σκοπό οι υπηρεσίες που παρέχουν οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης να έχουν μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα για τους πολίτες. Ειδικότερα, η επισκόπηση δαπανών και εσόδων καλύπτει περισσότερες από 20 ειδικές δράσεις που αφορούν τομείς όπως η εισιτηριοδιαφυγή, η βελτιστοποίηση μεθόδων είσπραξης δημοτικών εσόδων, η εξοικονόμηση ενέργειας, η ηλεκτρονική διακίνηση εγγράφων, η αξιοποίηση δημόσιων κτιρίων κ.ά. Επίσης βελτιώνεται η αποτελεσματικότητα των δαπανών και προγραμμάτων του ΟΑΕΔ. Το προβλεπόμενο δημοσιονομικό όφελος φθάνει τα 214 εκατ. ευρώ (134 εκατ. ευρώ από την αύξηση εσόδων και 80 εκατ. ευρώ από τη μείωση δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης).
– Βελτίωση της αποτελεσματικότητας των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, από την οποία εξοικονομούνται 123 εκατ. ευρώ.
Καταπολέμηση φοροδιαφυγής
– Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και η διεύρυνση της φορολογικής βάσης με μέτρα προώθησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών, τα οποία θα έχουν δημοσιονομικό όφελος ύψους 642 εκατ. ευρώ. Το προσχέδιο προαναγγέλλει οριζόντιο αυξημένο συντελεστή 30% επί του ετήσιου εισοδήματος για τις δαπάνες με ηλεκτρονικές πληρωμές, προκειμένου να κατοχυρώνεται το αφορολόγητο όριο.
Αναπροσαρμογή αντικειμενικών αξιών ακινήτων
– Σύμφωνα με το προσχέδιο, η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών με βάση τις πραγματικές αξίες, θα συμβάλει στην αύξηση της εισπραξιμότητας σε ιδιοκτησίες συγκεκριμένων περιοχών της χώρας, που τώρα το επίπεδο των αντικειμενικών αξιών είναι αρκετά χαμηλότερο έναντι της εμπορικής αξίας, καθώς και σε περιοχές της χώρας με πολύ υψηλή αξία ακινήτων (πολυτελείς παραθεριστικές περιοχές), που έως τώρα δεν λαμβάνονταν υπόψη. Αυτή η παρέμβαση θα έχει δημοσιονομικό όφελος 142 εκατ. ευρώ και θα δώσει, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, τη δυνατότητα για περαιτέρω μείωση των βαρών στους πολίτες που κατέβαλαν δυσανάλογα υψηλούς φόρους ακίνητης περιουσίας.
– Ενίσχυση των ελέγχων σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων (π.χ. Airbnb), με επιπλέον έσοδα 60 εκατ. ευρώ
Επιτάχυνση της επίλυσης εκκρεμών φορολογικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια
– Η ταχύτερη εκκαθάριση των φορολογικών εκκρεμοτήτων των πολιτών θα συμβάλλει στην αύξηση των εσόδων του προϋπολογισμού κατά 50 εκατ. ευρώ, καθώς και στην αποσυμφόρηση των διοικητικών δικαστηρίων.
Με τις παραπάνω πρωτοβουλίες η κυβέρνηση θεωρεί ότι δεν υπάρχει δημοσιονομικό κενό για το 2020. Χωρίς τις προτιθέμενες παρεμβάσεις θα προέκυπτε, σύμφωνα με το προσχέδιο, πρωτογενές πλεόνασμα 3,35% του ΑΕΠ την προσεχή χρονιά, δηλαδή θα υπήρχε δημοσιονομικό κενό 0,15% του ΑΕΠ.
Οι φοροελαφρύνσεις και τα υπόλοιπα μέτρα-«ανάσα» του 2020
Στις αναπτυξιακές και κοινωνικές παρεμβάσεις ύψους 1,2 δισ. ευρώ περιλαμβάνονται:
Οικογένεια και Υπογεννητικότητα
– Χορήγηση επιδόματος ύψους 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που θα γεννηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2020, με εξαιρετικά διευρυμένα εισοδηματικά κριτήρια που καλύπτουν το 90% των οικογενειών. Το κόστος για τον προϋπολογισμό ανέρχεται στα 123 εκατ. ευρώ.
– Μετάπτωση στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 13% των ειδών βρεφικής ηλικίας και των κρανών ασφαλείας, με δημοσιονομικό κόστος 12 εκατ. ευρώ.
Φυσικά Πρόσωπα
– Μείωση του εισαγωγικού συντελεστή φορολογίας εισοδήματος στο 9% από 22% σήμερα και αύξηση του αφορολόγητου ορίου για κάθε παιδί (μέχρι τα 4) με δημοσιονομικό κόστος 281 εκατ. ευρώ.
– Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης κατά περίπου μία μονάδα βάσης από την 1η Ιουλίου 2020 με δημοσιονομικό κόστος 123 εκατ. ευρώ.
Επιχειρήσεις
– Μείωση του φόρου εισοδήματος Νομικών Προσώπων από το 28% στο 24% από τη χρήση του 2019 με δημοσιονομικό κόστος 566 εκατ. ευρώ.
– Μείωση της φορολογίας των κερδών που θα διανεμηθούν το 2020 από 10% σε 5% με δημοσιονομικό κόστος 69 εκατ. ευρώ.
Οικοδομική Δραστηριότητα
– Αναστολή του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές για 3 έτη με δημοσιονομικό κόστος 26 εκατ. ευρώ.
– Αναστολή του φόρου υπεραξίας ακινήτων για 3 έτη με μηδενικό δημοσιονομικό κόστος.
– Επιστροφή μέρους των δαπανών για ανακαινίσεις, ενεργειακή και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων που εξοφλούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, η οποία εκτιμάται ότι δεν θα επιφέρει επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση στον προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη, «ο προϋπολογισμός του 2020 σηματοδοτεί την αλλαγή σελίδας για την ελληνική οικονομία και κοινωνία», καθώς, «σε απόλυτη συνέπεια με όσα είχε εξαγγείλει προεκλογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και σε συνέχεια των δεσμεύσεων που ανέλαβε ο ίδιος στη ΔΕΘ, η νέα οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ανακουφίζει τη μεσαία τάξη και τους πιο αδύναμους από τα δυσβάσταχτα φορολογικά βάρη της προηγούμενης κυβέρνησης.
Και θέτει τις βάσεις για μια νέα εποχή με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, νέες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και σημαντικά αυξανόμενες ξένες και εγχώριες επενδύσεις». Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι ο νέος προϋπολογισμός «δημιουργεί τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο που θα επιτρέψει την ισχυρή ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια, αφήνοντας πίσω την υπερφορολόγηση, τη διαρκή αποεπένδυση και την αχρείαστη περιοριστική πολιτική ύψους 11,4 δισ. ευρώ της περιόδου 2016-2018».
Τα πρωτογενή πλεονάσματα και η ανάπτυξη
Σύμφωνα με το προσχέδιο:
– Για το έτος 2019, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε όρους Ενισχυμένης Εποπτείας, μετά τις προτιθέμενες παρεμβάσεις, προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 6.996 εκατ. ευρώ ή 3,68% του ΑΕΠ, αυξημένο έναντι του στόχου της Ενισχυμένης Εποπτείας κατά 346 εκατ. ευρώ και αυξημένο κατά 51 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο του Προϋπολογισμού 2019. Το διαρθρωτικό ισοζύγιο εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα της τάξης του 2,7% του ΑΕΠ.
– Για το έτος 2020, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε όρους Ενισχυμένης Εποπτείας, μετά τις προτιθέμενες παρεμβάσεις, προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 7.026 εκατ. ευρώ ή 3,56% του ΑΕΠ, αυξημένο έναντι του στόχου της Ενισχυμένης Εποπτείας κατά 120 εκατ. ευρώ.
Το προσχέδιο στηρίζεται σε πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,8% το 2020 και 2% φέτος και ισχυρή άνοδο των επενδύσεων κατά 13,4% την προσεχή χρονιά, έναντι 8,8% φέτος. Όπως επισημαίνουν κυβερνητικά στελέχη, «για πρώτη φορά στα χρόνια της κρίσης το προσχέδιο του Προϋπολογισμού προβλέπει σημαντική αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης από το 1,5% που παρατηρήθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2019, στο 2,8% για το 2020. Το γεγονός αυτό στρέφει την οικονομική πολιτική από την υπερφορολόγηση και την αποεπένδυση, προς την ανάπτυξη, την απασχόληση και την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος για κάθε πολίτη».
Τα ίδια στελέχη σημειώνουν ότι η μεγάλη άνοδος των επενδύσεων, που αποτελεί το κλειδί για την αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης, «επιτυγχάνεται με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης. Η σημαντικά θετική συμβολή οφείλεται στους διψήφιους ρυθμούς αύξησης πραγματικών επενδύσεων, τόσο στις κατοικίες και τις λοιπές κατασκευές, όσο και στον εξοπλισμό».
Στο προσχέδιο εκτιμάται ακόμα ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα σημειώσει το 2020 τριπλάσιο ποσοστό αύξησης σε σύγκριση με φέτος: 1,8% έναντι 0,6%. Σε αυτό αναμένεται να συμβάλει η μείωση της ανεργίας στο 15,6% την προσεχή χρονιά από 17,4% το 2019.
Οι επισημάνσεις Σταϊκούρα – Σκυλακάκη
Απευθυνόμενοι στα μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας και ο υφυπουργός Θεόδωρος Σκυλακάκης τονίζουν ότι «ο προϋπολογισμός του 2020 λαμβάνει μέτρα διεύρυνσης της φορολογικής βάσης (ηλεκτρονικές συναλλαγές, φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας με βάση τις πραγματικές αξίες ακινήτων κ.α.) και του εξορθολογισμού των δαπανών και των εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης. Επίσης προβλέπει την αναδιάρθρωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, με την ενίσχυση του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του και την αποκάλυψη της πραγματικής του έκτασης, με τον τερματισμό της πλασματικής εικόνας που χαρακτήριζε την παρουσίαση της εκτέλεσής του τα τελευταία χρόνια».
Όπως συμπληρώνουν, «με τις δράσεις αυτές ο Προϋπολογισμός του 2020 όχι μόνο καλύπτει το δημοσιονομικό κενό που κληρονόμησε η νέα κυβέρνηση για το τρέχον και το επόμενο έτος, αλλά δημιουργεί ταυτόχρονα τον δημοσιονομικό χώρο για τη σημαντική μείωση των φορολογικών συντελεστών, την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και την πυροδότηση ενός ενάρετου κύκλου οικονομικής προόδου για τα επόμενα χρόνια».