search icon

Οικονομία

Σύνοδος Κορυφής: Κομισιόν – ΕΚΤ πιέζουν για μέτρα 1,5 έως 2 τρισ. – Χαμηλές προσδοκίες

O όποιος συμβιβασμός τυχόν προκύψει, σήμερα ή σε μια επόμενη Σύνοδο, θα αφορά τρισεκατομμύρια ευρώ - Τι περιλαμβάνει η ελληνική πρόταση για ισχυρό Ταμείο Ανάκαμψης

«Παζάρια κορυφής»  για το μέλλον της Ευρώπης μέχρι την τελευταία στιγμή πριν τη σημερινή τηλεδιάσκεψη των Ηγετών, αποκαλύπτει ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.

Παρά τις χαμηλές προσδοκίες που έχουν καλλιεργηθεί, κάτι  φαίνεται να κινείται και «τις τελευταίες ημέρες οι σχετικές διαβουλεύσεις είναι πυκνές ενόψει της τηλεδιάσκεψης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου», όπως δήλωσε χθες ο κύριος Σταϊκούρας σε παρέμβασή του σε διαδικτυακή εκδήλωση που διοργάνωσε εχθές το Ίδρυμα Καραμανλή για το θέμα του Κορωνοϊού.

«Οι αποφάσεις πρέπει να μην είναι κατώτερες των περιστάσεων και να μη δείχνουν ατολμία» τόνισε ο υπουργός Οικονομικών, θυμίζοντας ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα είναι μεγάλες και ήδη η ΕΚΤ μιλά για 1,5 τρισ. ευρώ.

Λίγα λεπτά αργότερα, το βράδυ της Τετάρτης το Bloomberg έκανε λόγο για σχέδιο της Κομισιόν για μέτρα 2 τρισ. ευρώ.

Με άλλα λόγια, ο όποιος συμβιβασμός τυχόν προκύψει, τώρα ή σε μια επόμενη σύνοδο Κορυφής ενδεχομένως, θα αφορά τρισεκατομμύρια ευρώ. Θα παιχτεί και θα κριθεί όμως στις λέξεις, προκειμένου να υπάρξει ομοφωνία. Λέξεις που θα προτιμηθούν μπορεί να είναι πχ «Ταμείο ανάκαμψης» αντί «ευρωομόλογο» ή «σταθερότητα» αντί «αβεβαιότητα» που περισσότερο ενώνουν παρά χωρίζουν.

Σε κάθε περίπτωση, ο «οδικός χάρτης» που διένειμε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, στις εθνικές αντιπροσωπείες πριν από την τηλεδιάσκεψη δεν περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με το ποσό, τους συγκεκριμένους στόχους, το χρονοδιάγραμμα ή τη φύση των επενδύσεων που θα χρειασθούν για να επαναφέρουν σε τροχιά την ΕΕ. Οι ηγέτες δεν αναμένεται να καταλήξουν σε απόφαση αυτή την εβδομάδα και το τελικό πακέτο πιθανόν να μην είναι έτοιμο για τουλάχιστον έξι μήνες, σύμφωνα με Γάλλο αξιωματούχο που επικαλείται το Bloomberg.

Η ελληνική πρόταση περιγράφεται ως ένα «ισχυρό Ταμείο ανάκαμψης» που θα προσφέρει επιχορηγήσεις και όχι μόνον δάνεια, αλλά με χρηματοδότηση που θα προέρχεται από κοινό δανεισμό όλων των κρατών, για χαμηλότερα επιτόκια. Σε αυτό το μήκος κύματος, ο Χρήστος Σταϊκούρας τόνισε στη χθεσινή του παρέμβαση για ποιους λόγους η Ελλάδα ζητά και προτείνει «καινοτόμα εργαλεία», recovery fund και κοινό δανεισμό.

Όπως είπε:

–   είναι ανάγκη να μην οδηγηθούμε σε μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων

–   αν μια ομάδα κρατών-μελών αντιμετωπίσει σοβαρή και παρατεταμένη ύφεση, αυτό θα συνεπάγεται πολύ σημαντικό κόστος και για τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, μέσω των εμπορικών και των χρηματοδοτικών καναλιών

–  αν δεν ανταποκριθεί με επάρκεια η δημοσιονομική πολιτική, τότε η νομισματική πολιτική θα είναι υποχρεωμένη να σηκώσει ακόμα μεγαλύτερο βάρος στη φάση της ανάκαμψης από ό,τι σήμερα σηκώνει. Δεν θα ήταν όμως σωστή επιλογή, γιατί τότε, σε ένα περιβάλλον με ήδη εξαιρετικά ευνοϊκή νομισματική πολιτική, η περαιτέρω νομισματική χαλάρωση είναι πιθανό να είναι αναποτελεσματική σε ό,τι αφορά τη σταθεροποίηση της παραγωγής. Επιπλέον λόγω του σοκ από την πλευράς της προσφορά λόγω Κορωνοϊού, η υπερβολική ρευστότητα μπορεί να οδηγήσει σε πληθωριστικές πιέσεις, δηλαδή αστάθεια των τιμών αλλά και νομισματική αστάθεια.

«Πιστεύουμε σε ένα ισχυρό Ταμείο Ανάκαμψης με αρκετούς πόρους. Και εύχομαι να αποφασιστεί αυτό αύριο» τόνισε χθες ο κ. Σταϊκούρας. Και μίλησε για ένα Ταμείο Ανάκαμψης «που θα προσφέρει κυρίως επιχορηγήσεις, με χρηματοδότηση που θα προέρχεται κυρίως από κοινό δανεισμό, γιατί κάτι τέτοιο εξασφαλίζει χαμηλότερα επιτόκια συμβάλλοντας στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και κατανέμοντας ομοιόμορφα το κόστος προσαρμογής στις σημερινές και στις μελλοντικές γενεές των φορολογουμένων».

Και…για όποιον δεν κατάλαβε, εξήγησε πως «ένα τέτοιο κοινοτικό Εργαλείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Οικονομίας για τα επόμενα χρόνια θα βασίζεται σε κοινή έκδοση χρέους», δηλαδή θα μπορεί να εδράζει την αποπληρωμή του χρέους σε πόρους των επόμενων δημοσιονομικών περιόδων, αλλά θα δύναται και να χρηματοδοτεί επιχειρήσεις και τις οικονομίες των κρατών-μελών.

Exit mobile version