Της Μαίρης Λαμπαδίτη
Oι ομαδικές απολύσεις και οι συλλογικές συμβάσεις βρέθηκαν στο επίκεντρο των χθεσινών αναφορών Τσίπρα και Γιούνκερ αλλά και των εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων oι οποίοι έστειλαν πολλαπλά μηνύματα για την επόμενη μέρα στην αγορά εργασίας.
Η ατζέντα της διαπραγμάτευσης για της αλλαγές στα εργασιακά που θα ανοίξει το Σεπτέμβριο θα αναδιατυπωθεί με βάση το πόρισμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που συνεδρίαζε χθες και σήμερα στο υπουργείο εργασίας. Η επιτροπή απαρτίζεται από δύο Γερμανούς καθηγητές, Ισπανούς, Ιταλούς και Ολλανδούς εμπειρογνώμονες που δεν έχουν ιδέα για τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς ενώ διαθέτει μόνο έναν Έλληνα, τον καθηγητή εργατικού δικαίου κ. Γιάννη Κουκιάδη.
Οι ξένοι νομικοί και οικονομολόγοι εξετάζουν το καθεστώς των ομαδικών απολύσεων, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, το lock out, τον απεργιακό νόμο και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες προκειμένου η χώρα να ευθυγραμμιστεί με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ κ. Γιάννης Παναγόπουλος στη συνάντηση ρώτησε σε ειρωνικό τόνο τα μέλη της επιτροπής στη συνάντηση που είχαν χθες «υπάρχει καλή ευρωπαϊκή πρακτική στην απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, σε μια χώρα με 30% ανεργία; Νομίζω ότι είναι αστείο να μιλούμε για ομαδικές απολύσεις, για να κάνουμε δηλαδή αυτό που θέλουν όπως ενδεχομένως οι τράπεζες τώρα ή αύριο στις δημόσιες επιχειρήσεις που θα ιδιωτικοποιηθούν. Δηλαδή και τη στοιχειώδη προστασία που έχουν οι εργαζόμενοι να τη χάσουν;».
Το πόρισμα της επιτροπή που μπορεί να δημοσιοποιηθεί ακόμα και μέσα στον Ιούλιο, θα αποτελεί καταγραφή απόψεων καθώς στα περισσότερα ζητήματα δεν υπάρχει ομοφωνία.
Το υπουργείο εργασίας πάντως θεωρεί ότι το θεσμικό πλαίσιο των ομαδικών απολύσεων “θα κριθεί από αυτή την απόφαση” του Ευρω-δικαστήριου σε σχέση με την υπόθεση της ΑΓΕΤ. Υπενθυμίζουμε ότι η εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα είναι αντίθετη με τις ελληνικές θέσεις καθώς κρίνει ότι οι αποφάσεις για ομαδικές απολύσεις δεν πρέπει να υπόκεινται σε διοικητική έγκριση ούτε πρέπει να έχουν σαν τεκμήριο την κατάσταση της οικονομίας, αλλά της ίδιας της επιχειρήσεις η οποία κρίνει αναγκαία μία τέτοια κίνηση.
Αν οι δανειστές επιμείνουν, το υπουργείο εργασίας θα προτείνει συμβιβαστική λύση, όπως είναι η “αποκέντρωση” των διαδικασιών απόφασης για τις ομαδικές απολύσεις ενώ δε θα δεχτεί την αύξηση του ελάχιστου επιτρεπόμενου ποσοστού απολύσεων (σήμερα είναι 5%).
Δηλαδή, ως εναλλακτική λύση θα μπορούσε να υποδειχθεί το “τοπικό γραφείο εργασίας”, ή το τοπικό Σώμα Επιθεωρητών (ΣΕΠΕ) προκειμένου να μην υπάρχει ανάμιξη του υπουργείου εργασίας στην έγκριση ή την απόρριψη των αιτημάτων για ομαδικές απολύσεις.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Ζαν – Κλώντ Γιουνκέρ ο οποίος ανέφερε «δεν είμαι φίλος των ομαδικών απολύσεων. Θα πρέπει να υπάρχει μια ανεξάρτητη αρχή που να μπορεί να εγκρίνει ανάλογα αιτήματα».
Σύμφωνα με παράγοντες των κοινωνικών εταίρων ο Γιούνκερ πιθανόν έχει στο νου του τον ΟΜΕΔ (οργανισμός διαμεσολάβησης) και το Διεθνές Γραφείο Εργασίας το ΔΝΤ που επιμένει από το πρώτο μνημόνιο στην απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων με νόμο.
Για το ΔΝΤ πρόεδρος της ΕΕ σχολίασε «το Ταμείο δεν είναι ειδικό σε κοινωνικά θέματα. Έχω πει πολλές φορές ότι τέτοιου είδους διαπραγματεύσεις πρέπει να έχουν πολιτική χροιά και να γίνονται από αιρετούς (υπονοώντας ότι δεν πρέπει να γίνονται από τους αριθμολάτρες υπαλλήλους του ΔΝΤ).
Για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων δήλωσε «Η Ε.Ε. θα στηρίξει την όποια συμφωνία υπογράψουν οι κοινωνική εταίροι στην Ελλάδα. Φτάνει να συμφωνήσουν».
Ο πρωθυπουργός από το βήμα της γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ προσκάλεσε το σύνολο των κοινωνικών φορέων να συμμετάσχουν σε έναν γόνιμο και δημιουργικό διάλογο για την βελτίωση και την αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων ενώ στέλνοντας μήνυμα για η στάση που θα τηρήσει η ελληνική πλευρά εν όψει της δεύτερης αξιολόγησης το φθινόπωρο χαρακτήρισε, χαρακτήρισε «μονομερή, ακραία νεοφιλελεύθερης προσέγγισης την εμμονή στην ελαστικοποίηση της εργασίας, στη μείωση του εργατικού κόστους και στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας που είναι σε τελευταία ανάλυση αντιπαραγωγική».
Την ίδια ώρα ο υπουργός εργασίας κ. Γιώργος Κατρούγκαλος διέψευδε ότι στην ατζέντα των δανειστών βρίσκεται η κατάργηση των τριετιών που προσαυξάνουν τον κατώτατο μισθό.