Η μεσοπρόθεσμη πορεία του χρέους, το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η δυναμική της ανάπτυξης, αλλά και η πολιτική σταθερότητα καθορίζουν πότε θα επιστρέψει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα.
Αυτό διευκρινίζει ο Φεντερίκο Μπαρίγκα Σαλαζάρ, διευθυντής του τμήματος αξιολόγησης κρατών Αναδυόμενης Ευρώπης (Director, Sovereigns, Emerging Europe) του Οίκου Αξιολόγησης Fitch Ratings, στη συνέντευξη που μας παραχώρησε με την ευκαιρία της συμμετοχής του στο συνέδριο FinForum 2023, που διεξάγεται την Τρίτη υπό την αιγίδα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.
Ο Οίκος Αξιολόγησης Fitch, από τους ισχυρότερους του κόσμου και ένας από τους «3 Μεγάλους» (Big Three», μαζί με S&P Global και Moody’s), αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας ως ΒΒ+ (δηλαδή ακριβώς ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα), με προοπτικές που παρέμειναν σταθερές και τον Ιούνιο, παρά τις ελπίδες ότι θα αναβαθμίζονταν σε θετικές.
«Η αξιολόγηση έγινε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου» εξηγεί ο Φεντερίκο Σαλαζάρ όταν τον ρωτάμε γιατί δεν αναβαθμίστηκαν οι προοπτικές της χώρας. «Και παρόλο που έγινε μετά τον πρώτο γύρο, όταν τα ερωτηματικά ήταν πια λιγότερα για το πιθανό τελικό αποτέλεσμα, υπήρχαν ακόμη κάποιες επιφυλάξεις σχετικά με το ποιες θα μπορούσαν να είναι οι πολιτικές δράσεις, όταν σχηματιζόταν η νέα κυβέρνηση. Φυσικά, τώρα έχουμε τα αποτελέσματα. Τώρα έχουμε μια πιο ξεκάθαρη άποψη για το ποιες θα είναι οι πολιτικές προτεραιότητες.»
Η επόμενη αξιολόγηση της Ελλάδας από τον Οίκο Fitch αναμένεται τον Δεκέμβριο. «Αυτό που σίγουρα θα αξιολογήσουμε τον Δεκέμβριο είναι η πορεία του 2023» αναφέρει ο Φ. Σαλαζάρ. «Θα έχουμε πολύ περισσότερα δεδομένα για τα δημοσιονομικά αποτελέσματα. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό, επειδή πρέπει να δούμε αν οι δεσμεύσεις της νέας κυβέρνησης είναι ανάλογες με τις μέχρι τώρα ενέργειές της.
Επίσης, το δεύτερο και πολύ σημαντικό είναι ότι θα δούμε την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Είναι πολύ σημαντικό να διατηρηθεί ισχυρή ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα και, στην παρούσα φάση, υπάρχουν πολλές προκλήσεις στην Ευρώπη. Αν η Ελλάδα δείξει ότι μπορεί να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις, τότε μπορεί να επανεξετάσουμε το μεσοπρόθεσμο χρέος και τις αναπτυξιακές δυναμικές.»
Το εκλογικό αποτέλεσμα είναι ένας από τους παράγοντες που ωθούν την χώρα στο δρόμο της επιστροφής στην επενδυτική βαθμίδα.
«Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν πολυκομματικοί κυβερνητικοί συνασπισμοί, κάποιοι καταρρέουν, κάποιοι είναι αδύναμοι. Είναι πολύ λίγες οι κυβερνήσεις που έχουν μία στιβαρή, μονοκομματική πλειοψηφία, που βοηθά στην εφαρμογή των πολιτικών της εκάστοτε κυβέρνησης. Η Ελλάδα είναι μία από αυτές» τονίζει ο Φεντερίκο Σαλαζάρ. «Στο παρελθόν έχουμε τονίσει ότι υπάρχουν θετικές πτυχές για την ελληνική οικονομία, όπως η θετική δημοσιονομική πορεία, αλλά και το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι πραγματικά σε καλό δρόμο για την ολοκλήρωση πολλών από τα ορόσημα και τις μεταρρυθμίσεις από το πρόγραμμα Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Δεν υπάρχουν πολλές χώρες στην ΕΕ σε αυτό το στάδιο. Η συνέχεια στην κυβερνητική πολιτική σημαίνει ότι η πιθανότητα έγκαιρης υλοποίησης του προγράμματος είναι σχετικά υψηλή.»
Το «αγκάθι» του χρέους και τα σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα
Οι τομείς που θα μπούνε στο μικροσκόπιο της επιτροπής του οίκου Fitch που θα αποφασίσει αν οι ελληνικές προοπτικές γυρίσουν σε θετικές είναι:
- η πορεία των δημόσιων οικονομικών και του μεσοπρόθεσμου δημόσιου χρέους
- οι προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας
- η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
«Ένα από τα πράγματα που προφανώς κρατούσε την Ελλάδα πίσω για μεγάλο χρονικό διάστημα είναι το επίπεδο του δημόσιου χρέους» τονίζει ο Φ. Σαλαζάρ. «Το επίπεδο του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι το δεύτερο υψηλότερο στην ανεπτυγμένη αγορά μετά την Ιαπωνία. Και παρόλο που έχει αρχίσει να μειώνεται και πάλι, δυστυχώς αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Αυτός είναι ένας από τους βασικούς δείκτες που εξετάζουμε, μαζί φυσικά με τη βιωσιμότητα του χρέους και πόσο το δημόσιο χρέος επηρεάζει τις συνθήκες χρηματοδότησης.
Η δέσμευση των προγραμματικών δηλώσεων για μείωση του χρέους στο 140% του ΑΕΠ έως το 2027 είναι ανάλογη με αυτή που έκανε η ελληνική κυβέρνηση νωρίτερα φέτος, στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Σταθερότητας. Και τότε σχολιάσαμε ότι, παρότι πιστεύουμε ότι η βραχυπρόθεσμη πορεία του χρέους θα μειωθεί σίγουρα αρκετά γρήγορα, το να επιτευχθεί αυτός ο μεσοπρόθεσμος στόχος θα μπορούσε να θεωρηθεί λίγο αισιόδοξο.
Υπάρχουν δύο λόγοι:
• ο ένας είναι επειδή γίνεται η υπόθεση ότι θα διατηρηθεί ένα αρκετά μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα
• δεύτερον, γιατί οι παραδοχές για την ανάπτυξη που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση φαίνεται να είναι ελαφρώς αισιόδοξες. Βρίσκονται γύρω στο 3% μεσοπρόθεσμα. Υπάρχουν επίσης ερωτηματικά γύρω τις πιο μακροπρόθεσμες δυναμικές του χρέους, πέραν για παράδειγμα του 140% και του 130%.»
Σε αυτό το πλασίο, ο Φ. Σαλαζάρ τονίζει ότι υπάρχει χώρος για μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα. «Το θέμα είναι ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα πρέπει να διατηρηθούν, ώστε το δημόσιο χρέος να μειώνεται μεσοπρόθεσμα» εξηγεί.
«Η δυναμική του δημόσιου χρέους καθορίζεται από τα επιτόκια και την ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τα δημόσια πρωτογενή πλεονάσματα ή ελλείμματα. Η αναπτυξιακή πορεία της Ελλάδας ήταν πολύ γρήγορη τα τελευταία δύο χρόνια. Όμως οδηγείται επίσης από τον πληθωρισμό. Ο ονομαστικός πληθωρισμός συμβάλλει στη μείωση του δημόσιου χρέος. Αναμένουμε ότι αυτό θα συνεχιστεί φέτος, αλλά θα σταματήσει το επόμενο έτος. Το κυβερνητικό πρόγραμμα έχει πάντα ως στόχο ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 2%. Αυτό εννοούμε όταν λέμε «σχετικά μεγάλο».
Πέρυσι είχε προϋπολογιστεί αρχικά ένα πρωτογενές έλλειμμα και η Ελλάδα εμφάνισε ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα. Αυτό σημαίνει ότι φέτος έχετε πολύ μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο ώστε να πετύχετε αυτούς τους στόχους. Στις τελευταίες δύο αναθεωρήσεις τροποποιήσαμε τις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις μας για να αντικατοπτρίσουμε το γεγονός ότι πιστεύουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα, ειδικά τα επόμενα δύο – τρία χρόνια.»
Προβληματισμός για την πρόωρη αποπληρωμή δανείων
Ως καθαρά συμβολικής αξίας αποτιμά ο Φ. Σαλαζάρ την ανακοίνωση της ελληνικής κυβέρνησης για πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του Greek Loan Facility, χωρίς να κρύβει παράλληλα τον προβληματισμό του για τη σκοπιμότητα μίας τέτοιας κίνησης.
«Από την πλευρά της κυβέρνησης, έχει μία συμβολικότητα, για να δείξει στις αγορές ότι μπορεί να αποπληρώσει νωρίτερα τα δάνεια εκείνης της περιόδου. Σε αυτό προφανώς βοηθάει το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει «μαξιλάρια ασφαλείας», έχει μεγάλες καταθέσεις, δεν έχει πολύ υψηλές λήξεις και έχει ένα σχετικά καλό προφίλ χρέους.
Όλα αυτά βοηθούν την ελληνική κυβέρνηση να διαχειριστεί με αυτό τον τρόπο το χρέος.
Έχουμε τονίσει στο παρελθόν- και αυτό είναι σημαντικό- ότι η μεσοπρόθεσμη στρατηγική χρέους πρέπει να σταθμίζει το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει υψηλό απόθεμα χρέους, περίπου 170% του ΑΕΠ, ενώ οι αποπληρωμές του χρέους είναι πολύ χαμηλές. Αυτό συμβαίνει γιατί οι ωριμάνσεις είναι πολύ μεγάλες και τα επιτόκια που πληρώνετε για αυτό χρέος είναι σχετικά χαμηλά. Αλλά μεσοπρόθεσμα, θα πρέπει να αναρωτηθείτε αν απευθύνεστε όλο και περισσότερο στην αγορά για να συγκεντρώσετε κεφάλαια. Θα πρέπει να σταθμίσετε αν αυτό θα αλλάξει το πολύ ευνοϊκό προφίλ χρέους που έχει η ελληνική κυβέρνηση.
Υπάρχει μία παρόμοια ιδέα γύρω από τις «ενδεχόμενες υποχρεώσεις» (contingent liabilities) και την χρήση των καταθέσεων. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τις καταθέσεις για να μειώσετε το χρέος σας, αλλά αυτό είναι μια εφάπαξ ενέργεια, στην πραγματικότητα.
Και αυτό που πραγματικά πρέπει να σκεφτούμε όταν εξετάζουμε μια χώρα με τόσο υψηλά επίπεδα χρέους, είναι πώς θα το χρηματοδοτήσουμε μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Ακόμη και αν πέσει στο 130% του ΑΕΠ, το χρέος εξακολουθεί να είναι αρκετά σημαντικό, ειδικά αν το συγκρίνουμε με την Ευρωζώνη ή με τους «επενδυτικούς ομολόγους» σας, κάτι που επίσης είναι πολύ σημαντικό για εμάς.»
Προβληματισμός για την ανάπτυξη
Καθοριστικό ρόλο στην πορεία του ελληνικού χρέους παίζει και η ανάπτυξη. Φέτος, όλα δείχνουν ότι η «φόρα» της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί, όμως η Fitch δεν είναι το ίδιο αισιόδοξη για τις επόμενες χρονιές.
«Βραχυπρόθεσμα, αλλάξαμε τις προβλέψεις μας για τη φετινή ανάπτυξη σε 2%-2,5%, κάτι που αντανακλά μέρος της δυναμικής που είδαμε στο πρώτο τρίμηνο του έτους. Επίσης πιστεύουμε ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες, που είναι περισσότερο προσανατολισμένες στις υπηρεσίες, όπως η Ελλάδα, εξακολουθούν να έχουν αυτή τη δυναμική. Όταν λέμε ότι ο στόχος της ανάπτυξης είναι λίγο αισιόδοξος, αναφερόμαστε στο μεσοπρόθεσμο διάστημα, στα έτη 2024, 2025, 2026.
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας βλέπει ανάπτυξη πάνω από 3% του ΑΕΠ. Πρέπει να αναλογιστούμε ποιες είναι οι κινητήριες δυνάμεις αυτής της ανάπτυξης, ότι πρέπει να καθοδηγείται από την αναπλήρωση των κεφαλαιακών αποθεμάτων ή των επενδύσεων. Σε κάποιες περιπτώσεις, πιστεύουμε ότι έρχονται επενδύσεις χάρη στα νέα ευρωπαϊκά κονδύλια. Όμως πρέπει επίσης να αυξηθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις. Και αυτό σε μία περίοδο που σε όλη την Ευρώπη επικρατούν γενικά ασθενέστερες οικονομικές συνθήκες. Όταν τα λαμβάνουμε αυτά υπόψη, πιστεύουμε ότι ίσως το όριο του 3% είναι ελαφρώς αισιόδοξο και εξακολουθούμε να βλέπουμε μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη γύρω από στο 2%, προς το παρόν.»
Διαβάστε ακόμη:
Προ των πυλών καύσωνας 10 ημερών – Πρόγνωση για 43 βαθμούς
ΥΠΕΝ: Στην Ισπανία στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας Σκυλακάκης και Σδούκου
Lidl: Επενδύσεις 100 εκατ. ευρώ στο δίκτυο καταστημάτων και την πράσινη ενέργεια (pic)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ