του Κωστή Πλάντζου
«Πλεόνασμα» αισιοδοξίας και υπερφορολόγησης επιστρατεύει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, για να πείσει την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ότι το νομοσχέδιο που καλείται να ψηφίσει μειώνει το αφορολόγητο όριο για μισθωτούς, συνταξιούχος και αγρότες σε 6.250 ευρώ και όχι στα 5.686 ευρώ, όπως προβλέπει η συμφωνία με τους δανειστές.
Για να το πετύχει όμως, «παντρεύει» τα επιπλέον μέτρα λιτότητας 1% του ΑΕΠ ή 2 δισ. ευρώ που φέρνει το πολυνομοσχέδιο, με την πρόβλεψη για ελαφρύνσεις φόρων που θα ενεργοποιηθούν αν και εφόσον το πλεόνασμα υπερκαλύψει τις απαιτήσεις των δανειστών.
Με βάση την ενημέρωση Τσακαλώτου στους βουλευτές:
– Η Βουλή θα ψηφίσει μείωση της έκπτωσης φόρου για το 2020 κατά 650 ευρώ. Δηλαδή μειώνεται στα 1.250 ευρώ αντί 1.900 ευρώ που ισχύει σήμερα για άγαμους μισθωτούς συνταξιούχος και αγρότες και φτάνει στα 1.450 ευρώ αντί 2.100 κατ’ ανώτατο όριο, εάν έχουν τουλάχιστον 3 προστατευόμενα τέκνα και άνω.
– Με έκπτωση φόρου στα 1.250 ευρώ αντί 1.900 ευρώ που ισχύει σήμερα για όσους δεν έχουν παιδιά, προκύπτει εμμέσως πως θα πληρώνουν φόρο και όσοι βγάζουν από 5.686 ευρώ και άνω, αντί για 8.636 που ίσχυε και έμεναν αφορολόγητοι.
– Το νομοσχέδιο όμως θα προβλέπει και εναλλακτικά σενάρια, για την περίπτωση που το πλεόνασμα δεν είναι 3,5% του ΑΕΠ το 2019, όπως προβλέπει το «βασικό σενάριο» της συμφωνία. Αν οι θεσμοί εκτιμήσουν πως θα είναι 2,5% ή μικρότερο, η μείωση του αφορολογήτου θα ισχύσει αλλά δεν θα ληφθεί κανένα απολύτως αντίμετρο ενώ θα ενεργοποιηθεί ο «κόφτης». Αν ξεπεραστεί όμως το 3,5% του ΑΕΠ, οι θεσμοί συμφωνούν ότι μπορούν να ισχύσουν και τα αντίμετρα.
– Το σενάριο που παρουσίασε ο κύριος Τσακαλώτος στην κοινοβουλευτική ομάδα του θεωρεί δεδομένο ότι όλα τα μέτρα λιτότητας που θα ληφθούν το 2019-2020 θα οδηγούν σε πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% και έτσι μπορεί να επιστραφούν φόροι 1% του ΑΕΠ στους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Προεξοφλεί δηλαδή το «ιδανικό» (υποθετικό) σενάριο και παραβλέπει το «βασικό» σενάριο της συμφωνία, ώστε να μπορέσουν να ενεργοποιηθούν και τα αντίμετρα.
– Στο «ιδανικό» σενάριο αυτό, μαζί με τα αντίμετρα, ο χαμηλός συντελεστής φόρου 22% θα μειωθεί σε 20%. Επειδή η έκπτωση φόρου θα έχει μειωθεί ήδη κατά 650 ευρώ (στα 1.250-1.450 ευρώ δηλαδή από τα 1.900-2.100 που ισχύει) φόρος θα προκύπτει στα εισοδήματα από 6.250 ευρώ και άνω, για τον φορολογούμενο χωρίς παιδιά.
– Στο πολυνομοσχέδιο που θα ψηφιστεί θα προβλέπεται και τρίτο σενάριο, στην περίπτωση που παρά τη μείωση στο αφορολόγητο δεν επιτυγχάνεται ούτε το 3,5% πλεόνασμα. Τότε όχι μόνον δεν ισχύουν τα αντίμετρα και το αφορολόγητο μειώνεται στα 5.686 ευρώ, αλλά λαμβάνονται και άλλα μέτρα (ή «κόφτης).
Άρα οι διαφορές ανάμεσα στα σενάρια είναι η εξής:
– ο νόμος που θα ψηφίσει η Βουλή θα προβλέπει ότι η έκπτωση φόρου μειώνεται το 2020 στα 1.250 – 1.450 ευρώ και αυτό δεν αλλάζει.
– Αν δεν ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα, ο φόρος θα ξεκινά με συντελεστή 22% όπως ισχύει σήμερα και αυτό σημαίνει επιβάρυνση σε όσους βγάζουν από 405 ευρώ το μήνα (για 14 μισθούς στον ιδιωτικό τομέα) ή από 470 ευρώ το μήνα στο δημόσιο και οι συνταξιούχοι (12 μισθοί το χρόνο). Η επιβάρυνση για εισοδήματα 10.000-20.000 ευρώ το χρόνο φτάνει στα 750 ευρώ ετησίως.
Για παράδειγμα:
Μισθωτός των 600 ευρώ του ιδιωτικού τομέα βγάζει 8.400 ευρώ το χρόνο και έμενε ως τώρα αφορολόγητος. Με συντελεστή 22% προκύπτει φόρος 1.848 ευρώ. Αν είναι άγαμος, μαζεύει αποδείξεις κλπ θα έχει έκπτωση 1.250 ευρώ. Προκύπτει έτσι τελικός φόρος 598 ευρώ, δηλαδή χάνεται ένας ολόκληρος μισθός.
– Αν το 2019 οι θεσμοί συμφωνήσουν ότι μπορούν να ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα (με πρόβλεψη για πλεόνασμα πάνω από 3,5% το 2020) τότε θα μειωθεί ο συντελεστής φόρου από 22% σε 20%, για να επιτευχθεί ο ακριβής στόχος πλεονάσματος που έχει συμφωνηθεί. Αυτό οδηγεί σε αφορολόγητο 6.250 ευρώ, δηλαδή θα πληρώνουν φόρο όσοι βγάζουν από 450 ευρώ το μήνα (μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα) ή 520 στο δημόσιο και τους συνταξιούχους.
Για παράδειγμα:
Συνταξιούχος των 700 ευρώ με 8400 ευρώ το μήνα που έμενε αφορολόγητος, θα φορολογηθεί με 20% και προκύπτει φόρος 1.680 ευρώ. Δικαιούται έκπτωση φόρου 1.250 ευρώ και τελικά πληρώνει 430 ευρώ, ενώ κανονικά θα ήταν αφορολόγητος. Χάνει δηλαδή πάνω από μισή σύνταξη αλλά όχι τα 598 ευρώ όπως στην περίπτωση εάν δεν είχαν ενεργοποιηθεί τα αντίμετρα.
Άρα σε κάθε περίπτωση, οι χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι των 500 ευρώ το μήνα βγαίνουν χαμένοι, ακόμα και αν ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα που απλώς περιορίζουν τις απώλειες που θα υποστούν.