της Μαίρης Λαμπαδίτη
Φούσκωσε επικίνδυνα τους τελευταίους μήνες το ρεύμα προσφυγών στη Δικαιοσύνη των εργαζόμενων στις ΔΕΚΟ, οι οποίοι διεκδικούν την επιστροφή των μνημονιακών περικοπών που μείωσαν τις καθαρές αποδοχές τους έως και 35%.
Εκατοντάδες εργαζόμενοι από τη ΔΕΗ, την ΕΥΔΑΠ και τις δημοτικές επιχειρήσεις έχουν προσφύγει μαζικά στα πολιτικά δικαστήρια ζητώντας πίσω τα κομμένα δώρα και τις ψαλιδισμένες αποδοχές. Υπολογίζεται ότι το ποσό που διεκδικεί ο κάθε εργαζόμενος κυμαίνεται από 6.000 έως 10.000 ευρώ και περιλαμβάνει όχι μόνο τις καθαρές μειώσεις, αλλά και τις απώλειες από το πάγωμα των μισθολογικών ωριμάνσεων.
Η έξαρση των προσφυγών που παρατηρήθηκε τους τελευταίους μήνες του 2017 συνδέεται με την 5ετή παραγραφή αξιώσεων ιδιώτη έναντι του Δημοσίου. Δηλαδή οι εργαζόμενοι δεν θα είχαν πλέον το δικαίωμα να διεκδικήσουν την επιστροφή των χρημάτων.
Υπάρχει και ένας ακόμα βασικός λόγος. Ομάδες εργαζόμενων είδαν φως μετά την απόφαση του Αρείου Πάγου (Φεβρουάριος 2017), ο οποίος δικαίωσε τους εργαζόμενους στη Δημοτική Επιχείρηση Υδρευσης – Αποχέτευσης Ξάνθης που ζητούσαν να μην υποστούν περαιτέρω περικοπές.
Στην πρώτη υπόθεση που τελεσιδίκησε, οι αρεοπαγίτες, συντασσόμενοι με την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έκριναν ότι οι περικοπές πέραν του 25% των αποδοχών δεν είναι νόμιμες.
Οπως είναι γνωστό, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ. έχει δώσει γραμμή να εφαρμόζονται οι τελεσίδικες αποφάσεις μόνο για τους εργαζομένους που δικαιώθηκαν. Η διοίκηση της Δημοτικής Επιχείρησης Ξάνθης εφάρμοσε την απόφαση, ενώ οι εργαζόμενοι προσέφυγαν εκ νέου στα δικαστήρια ζητώντας επιστροφή των αποδοχών που τους είχαν περικοπεί τα προηγούμενα χρόνια.
Ευνοϊκό θεωρεί και ο εργατολόγος Δημήτρης Περπατάρης το νομολογιακό προηγούμενο που έχει αρχίσει να καθιερώνεται για τη δικαστική διεκδίκηση των μεγάλων περικοπών στις αποδοχές εργαζομένων: «Η δικαστική προστασία για τα αναδρομικά, σε συνδυασμό με την πλήρη επαναφορά της προστασίας, των συλλογικών συμβάσεων εργασίας είναι αναντικατάστατο βοήθημα προκειμένου να μην υποπέσουν τόσο στην παραγραφή όσο και στη λήθη οι σχετικές δίκαιες διεκδικήσεις. Με ενδιαφέρον δε παρακολουθούμε σχετικές αποφάσεις των δικαστηρίων που δεν τις αποθαρρύνουν πλέον στο όνομα του περίφημου δημόσιου συμφέροντος, λογική που δυστυχώς κυριάρχησε όλα τα προηγούμενα “δίσεκτα” οικονομικά έτη».
Με νέα αναδρομική παρακράτηση εισφορών απειλούνται οι ένστολοι
Αντίθετα από τους εργαζόμενους στις ΔΕΚΟ που διεκδικούν την επιστροφή των κομμένων αποδοχών, όσοι αμείβονται με τα ειδικά μισθολόγια (πανεπιστημιακοί, γιατροί του ΕΣΥ, ένστολοι) βλέπουν να συνεχίζονται οι μειώσεις των αποδοχών τους και οι αναδρομικές παρακρατήσεις.
Ειδικά για τους ένστολους, οι μειώσεις δεν έχουν τέλος, καθώς απειλούνται με νέα αναδρομική παρακράτηση εισφορών, η οποία δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί για να μην ενταθούν οι αντιδράσεις. Το νέο χτύπημα θα είναι βαρύτερο για τους ένστολους που έχουν καταταγεί στις υπηρεσίες τους πριν από την 1η/1/1993.
Η δραστική μείωση των καθαρών αποδοχών αναδρομικά από την 1η/1/2017 απορρέει από τις νέες διατάξεις για τα ειδικά μισθολόγια και κυρίως από την αύξηση της βάσης υπολογισμού των παρακρατούμενων εισφορών για κύρια, επικουρική σύνταξη, περίθαλψη και εφάπαξ. (ν. 4472/2017 και ν. 4488/2017).
Η εφαρμογή του μέτρου, που άρχισε από την 1η/1/2018, οδηγεί σε μηνιαίες απώλειες που μπορεί να φτάσουν και τα 200 ευρώ στις υψηλότερες βαθμίδες. Οταν εφαρμοστεί και η αναδρομική παρακράτηση των 12 μηνών, οι απώλειες θα φτάσουν τα 600 ευρώ κατά μέσο όρο. Ακόμα και αν παρακρατηθούν τα αναδρομικά ποσά σε 12 δόσεις, οι μειώσεις θα είναι σημαντικές, καθώς κάθε μήνα οι ένστολοι θα επιστρέφουν στο κράτος διπλές εισφορές.
Γιατροί του ΕΣΥ και πανεπιστημιακοί μετρούν απώλειες έως 200 ευρώ μηνιαίως στις καθαρές αποδοχές τους καθώς αυξήθηκαν οι παρακρατήσεις από τις ασφαλιστικές εισφορές και φορολογήθηκαν επιδόματα που μέχρι πέρυσι ήταν αφορολόγητα.
Οι εκπαιδευτικοί
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΠΟΣΔΕΠ) που διαπίστωσε μειώσεις έως και 6,5% στις καθαρές μηνιαίες αποδοχές των καθηγητών κάνει λόγο για «κοροϊδία της κυβέρνησης απέναντι στους πανεπιστημιακούς καθηγητές, με τις πολυδιαφημιζόμενες αυξήσεις στους μισθούς τους να μετατρέπονται τελικά σε μειώσεις στις καθαρές αποδοχές τους. Ουσιαστικά, με αυτό τον τρόπο το κράτος παίρνει πίσω με το ένα χέρι και με το παραπάνω αυτά που δίνει με το άλλο».
Για παράδειγμα, καθηγητής με 30ετή υπηρεσία είδε αύξηση στις μεικτές αποδοχές του 22 ευρώ με το νέο μισθολόγιο (από 3.433 σε 3.456 ευρώ) αλλά στις καθαρές είχε απώλεια 142 ευρώ (2.077 ευρώ) λόγω των κρατήσεων και του φόρου.
Το νέο μισθολόγιο δεν αποκαθιστά ούτε στο ελάχιστο τις περικοπές του 2012, που στα υψηλά κλιμάκια άγγιξαν το 40% και τις οποίες το ΣτΕ είχε κρίνει αντισυνταγματικές.
Μικρότερες απώλειες -20 έως 40 ευρώ μηνιαίως- έχουν υποστεί από την αρχή του έτους και οι καθαρές αποδοχές 300.000 δημοσίων υπαλλήλων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι δημοτικοί υπάλληλοι.
Οι κύριες αιτίες είναι: Α) Ξεπάγωσαν οι ωριμάνσεις και απορρόφησαν τις προσωπικές διαφορές που είχαν διατηρηθεί με το ενιαίο μισθολόγιο. Δηλαδή οι αυξήσεις βασικών μισθών που θα προκύψουν από τη μετάβαση των υπαλλήλων σε υψηλότερα μισθολογικά κλιμάκια με τη συμπλήρωση 2ετούς ή 3ετούς υπηρεσίας θα συμψηφιστούν με τα ποσά της προσωπικής διαφοράς, τα οποία θεσπίστηκαν από την 1η/1/2016 με τον ν. 4354/2016. Β) Αυξήθηκαν οι κρατήσεις υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.