Του Κωστή Πλάντζου
Δυσκολεύει η λύση χρέους και η καθαρή έξοδος της χώρας, καθώς τρία νέα δεδομένα υπεισέρχονται στο συνολικό «παζάρι» για την επόμενη μέρα των Μνημονίων.
Την ώρα που η Ευρωζώνη κρατάει την ανάσα της για την κυβερνητική αβεβαιότητα στην Ιταλία -καθώς το χρέος της χώρας έφτασε στα 2,25 δισ. και αυξάνεται- στην Ελλάδα τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αποκαλύπτουν πως η επιστροφή στην Ανάπτυξη χωλαίνει. Η σύμπτωση αυτή τρομάζει τους Ευρωπαίους δανειστές, γιατί συζητούν για το «γαλλικό μοντέλο» ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους με ρήτρα Ανάπτυξης και, συνεπώς, η τελική λύση μπορεί να τους κοστίσει ακριβά σε περίπτωση μη ανάκαμψης της ελληνικής Οικονομίας.
«Σφήνα» στις εξελίξεις μπαίνει και το ΔΝΤ που αγριεύει, επειδή οι φόβοι του για την Ανάπτυξη της ελληνικής Οικονομίας δικαιώνονται και για αυτό επιστρατεύει και την Ντέλια Βελκουλέσκου, πιέζοντας για δραστικότερα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους από τους Ευρωπαίους ή, σε άλλη περίπτωση, νέα μέτρα λιτότητας από την Ελλάδα.
Στη «ζυγαριά» μπαίνει όμως και η διαφαινόμενη μείωση του αποθεματικού (cash buffer) που θέλει η ΕΕ να διαθέσει για την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές. Αν και η σχετική πρόβλεψη έχει αποφασιστεί στο Eurogroup του Ιουνίου του 2017, προκαλεί τριβές και μεταξύ των δανειστών. Πληροφορίες μάλιστα, στο περιθώριο του συνεδρίου των Δελφών, έλεγαν πως το «μαξιλαράκι» για έξοδο στις αγορές «ξεφουσκώνει» ήδη, από τα 16-17 δισ. ευρώ που σχεδιαζόταν αρχικά, σε περίπου 14 δισ. ευρώ πλέον.
«Κουτσή» ανάπτυξη
Ο μεγαλύτερος φόβος για το οικονομικό επιτελείο δεν είναι τόσο ίσως το ίδιο το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια, όσο εαν θα υπάρχει η αναγκαία Ανάπτυξη για να βγαίνουν πλεονάσματα σε βάθος χρόνου.
Την «άσκηση» αυτή κάνουν από την περασμένη εβδομάδα πλέον και στις Βρυξέλλες, όπου ξεκίνησαν οι πρώτες συζητήσεις για το ελληνικό χρέος, με βάση τη γαλλική πρόταση που προβλέπει και την ρήτρα ότι αν η Ελλάδα δεν επιτυγχάνει υψηλούς ρυθμούς Ανάπτυξης, θα μπορεί να μην αποπληρώνει στην ώρα τους τα χρέη της στον ESM. Αυτό σημαίνει ότι αν η Ανάπτυξη είναι χαμηλότερη από το αναμενόμενο (2,5% για το 2018-2019) τόσο μεγαλύτερη παρέμβαση για ελάφρυνση θα απαιτείται από ESM και Ευρωπαίους.
Στις συζητήσεις αυτές για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, έκανε την επανεμφάνισή της σύμφωνα με πληροφορίες του newmoney.gr και η πρώην επικεφαλής του κλιμακίου του ΔΝΤ στην Αθήνα Ντέλια Βελκουλέσκου.
Χθες όμως ήρθαν τα πρώτα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το πώς πήγε η Ανάπτυξη το 2017, διαψεύδοντας τους πάντες επί τα χείρω στις προβλέψεις τους:
Η ανάπτυξη το 2017 ήταν μόλις 1,4%. Πριν ένα χρόνο κυβέρνηση και Κομισιόν προέβλεπαν 2,8% – 3,2%. Τον Οκτώβριο Αθήνα ΕΕ και ΔΝΤ μιλούσαν για 1,8% (ο πρωθυπουργός έλεγε «κοντά στο 2%») αλλά στη συνέχεια για 1,6% και τελικώς «προσγειώθηκαν» όλοι ακόμα χαμηλότερα. Αντιθέτως όμως, δικαιώνονται οι πληροφορίες του newmoney.gr που στις 20/11/2017 (δείτε εδώ) αποκάλυπτε ότι στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους εκτιμούσαν πως έπρεπε να αναθεωρηθεί ο στόχος σε μόλις 1,4%, ακριβώς όσο ανακοίνωσε χθες και η ΕΛΣΤΑΤ. Προφανώς στο Γενικό Λογιστήριο (στο οποίο προΐσταται ο κύριος Φραγκίσκος Κουτεντάκης που τώρα αναλαμβάνει επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού στη Βουλή) διέβλεπαν την πτωτική τάση, αλλά το υπουργείο Οικονομικών στήριξε τον νέο κρατικό προϋπολογισμό στην πιο “αισιόδοξη” εκτίμηση της Κομισιόν που, παρά τις απανωτές διαψεύσεις όλων των προηγούμενων, τις συντηρούσε συνεχώς σε υψηλότερα επίπεδα.
Η μείωση αυτή φαντάζει «βούτυρο στο ψωμί» του ΔΝΤ, που εδώ και ένα χρόνο προβλέπει για την Ελλάδα ρυθμούς ανάπτυξης μόλις 1% μετά το 2020! Την σχετική πρόβλεψη, την υπέγραφε τότε η Ντέλια Βελκουλέσκου και η επανεμφάνισή της στις διαπραγματεύσεις ίσως αποδειχθεί καθοριστική, ενόψει των τελικών αποφάσεων που θα λάβει τον Μάιο το Ταμείο για τον ρόλο του στο ελληνικό πρόγραμμα. Από τότε η Ντέλια Βελκουλέσκου υποστήριζε ότι χρειάζεται επιπλέον ελάφρυνση χρέους αντί νέα μέτρα λιτότητας, αλλά αν δεν λάβουν οι Ευρωπαίοι πιο γενναίες αποφάσεις, το βάρος πέφτει στην ελληνική πλευρά. Ταυτόχρονα όμως επέμενε πως χρειάζεται και μεγαλύτερη μείωση στις συντάξεις, ενώ η ελληνική Βουλή ψήφισε ήδη πως το Ταμείο θα αποφανθεί αν απαιτούνται να εφαρμοστούν και νωρίτερα τα μέτρα λιτότητας του 2019-2020.
Άγνωστο παραμένει πώς θα επιδράσει στις συζητήσεις αυτές η διεθνής αβεβαιότητα: ένα «ατύχημα» στην Ιταλία απειλεί να επηρεάσει όχι μόνον το χρέος της χώρας αλλά και τα ομόλογα ολόκληρης την ευρωζώνη, δημιουργώντας πιέσεις όταν η Ελλάδα θα εκδίδει δικά της. Έτσι, με τον σχηματισμό κυβέρνησης στο Βερολίνο, ο γαλλογερμανικός άξονας θα πρέπει να αντιμετωπίσει όχι μόνον τα 310 δισ. του ελληνικού χρέους, αλλά και τα 2,25 δισ. που συνδέονται με τις πολιτικές και οικονομικές αναταράξεις στην Ιταλία, καθιστώντας πολλαπλά κρίσιμες τις διαπραγματεύσεις και τις όποιες αποφάσεις ως τον Ιούνιο.