Του Διαμαντή Σεϊτανίδη
Σπάνια η ελληνική ιστορία έχει να επιδείξει κυβέρνηση, που να φέρθηκε στη μεσαία τάξη τόσο εχθρικά, όσο οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ της περιόδου 2015- 2019. Άλλωστε, τι χρειάζονται περισσότεροι μάρτυρες, πρόσθετα στοιχεία και παραπάνω αποδείξεις; Ο καθ ύλην αρμόδιος υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, είχε πει στα τέλη Μαρτίου του 2017 το ειλικρινές «έχουμε ζορίσει τα μεσαία στρώματα γιατί είχαμε αναλάβει δέσμευση για τα φτωχότερα στρώματα».
Η πραγματικότητα είναι ότι ο κορμός της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκε την περίοδο 2015-2019 οδήγησε την -από πριν δοκιμαζόμενη- μεσαία τάξη στην φτωχοποίηση. Οι κυριότερες πολιτικές της «πρώτης φοράς αριστερά» που έπληξαν τα μεσαία κοινωνικά και οικονομικά στρώματα ήταν οι εξής:
Αδυναμία προσέλκυσης επενδύσεων- Υπονόμευση αποκρατικοποιήσεων
Πρόκειται για τον σημαντικότερο δίαυλο δημιουργίας βιώσιμων και κατά κανόνα καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Η επενδυτική άπνοια της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ ήταν θέμα συζήτησης σε όλα τα οικονομικά fora, όχι πάντα πάνω στο πάνελ και μπροστά σε ανοικτά μικρόφωνα.
Η αποεπένδυση της ελληνικής οικονομίας αποτελούσε μεγάλη ευκαιρία, μετά την εσωτερική υποτίμηση των δυο πρώτων μνημονίων, να εξελιχθεί σε έκρηξη επενδύσεων στο δεύτερο μισό της δεκαετίας. Ωστόσο, ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος της επενδυτικής δραστηριότητας ήταν κοντά στο 23% (χωρίς να έχει υπάρξει αποεπένδυση κι εσωτερική υποτίμηση) στην Ελλάδα του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ δεν ξεπέρασε το 13%.
Εμβληματικές επενδύσεις όπως το Ελληνικό, η Αφάντου, ο ΟΛΠ κι ο ΟΛΘ, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ, τα περιφερειακά αεροδρόμια, ο Αστέρας Βουλιαγμένης είτε ακόμα καρκινοβατούν, είτε προχώρησαν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, δίνοντας την εντύπωση στην Ελλάδα και το εξωτερικό ότι γίνονται όχι επειδή υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση, αλλά επειδή η πολιτική αυτή “επιβάλλεται έξωθεν”.
Φοροεπιδρομές
Οι εισπρακτικοί μηχανισμοί του κράτους επί ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, λειτούργησαν αποκλειστικά και μόνο ως «επιδρομείς» στο πορτοφόλι του πολίτη. Κι επειδή από τους φτωχούς δεν μπορούσαν να εισπράξουν, αφού “ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος”, έστρεψαν την επιθετικότητά τους στα μεσαία στρώματα, χωρίς να ενδιαφέρονται εάν έτσι, κι οι μεσαίοι θα γίνουν -όπως συνέβη- φτωχοί.
Υπολογίζεται πως μέχρι το τέλος της περασμένης χρονιάς, η μεσαία τάξη χρεώθηκε με φόρους ύψους 5,5 δισ. ευρώ. Ενδεικτικά, αναφέρονται η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ (που ως έμμεσος, είναι ο ορισμός του άδικου φόρου, καθώς πλήττει οριζόντια έχοντες και μη έχοντες), η αύξηση των φόρων στα καύσιμα, η μείωση του αφορολόγητου, η αύξηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, η αύξηση των συντελεστών φόρου στα εισοδήματα από ακίνητα κλπ.
Επίσης, η αύξηση της προκαταβολής φόρου για τους ελεύθερους επαγγελματίες, η αύξηση της φορολογίας στις επιχειρήσεις, η αύξηση συντελεστών στο φόρο ασφαλίστρων, ο φόρος διαμονής σε ξενοδοχεία, η κατάργηση της έκπτωσης φόρου για ιατρικές δαπάνες, η κατάργηση της έκπτωσης φόρου στην παρακράτηση φόρου, η αύξηση φόρων στα ποτά και στον καπνό, η νέα φορολογία στη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων (airbnb), ο φόρος εισοδήματος στα εταιρικά αυτοκίνητα, το νέο τέλος στη συνδρομητική τηλεόραση, η αύξηση φόρου στην μπύρα, ο νέος φόρος στον καφέ, η μείωση της δαπάνης για το επίδομα θέρμανσης, κι ένα σωρό άλλες επιβαρύνσεις που κυριολεκτικά έκαναν αδύνατη την πληρωμή τους από όσους βρίσκονταν στη μεσαία τάξη κι έβλεπαν τους εαυτούς τους καθημερινά να φτωχοποιούνται από τις πολιτικές της “πρώτης φοράς αριστερά”.
Αδυναμία αποκατάστασης τραπεζικού συστήματος
Στο “φόρτε” της πολιτικής Τσίπρα- Βαρουφάκη, τον Ιούλιο του 2015, οι τράπεζες κλείνουν για όλους και καθένας που έχει καταθέσεις, δεν μπορεί παρά να παίρνει έως 60 ευρώ την ημέρα. Οι επιχειρήσεις, μικρές, μεσαίες ή μεγάλες, οδηγούνται στον στραγγαλισμό. Τα λουκέτα αρχίζουν να εμφανίζονται το ένα μετά το άλλο. Τα capital controls είναι εδώ, πρώτον ως δεινή δοκιμασία της μεσαίας τάξης και δεύτερον ως αδιάψευστη απόδειξη ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εκείνη την εποχή ήταν οι σκοτεινότερες της Μεταπολίτευσης.
Ωστόσο, οι κυβερνώντες έδειχναν να το απολαμβάνουν: Ο Αλέξης Τσίπρας στήριζε τον Γιάνη Βαρουφάκη κι ο τελευταίος έδινε δεξιά κι αριστερά συνεντεύξεις με κεντρικό μήνυμα “δεν έχουμε ανάγκη κανέναν”. Ήταν τότε, που ο Σόιμπλε πρότεινε στον Έλληνα πρωθυπουργό να τον διευκολύνει με ένα οικονομικό πακέτο, προκειμένου ο Αλέξης Τσίπρας να αποσύρει την Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο γκρεμός είχε φανεί μπροστά στα πόδια μας, έχασκε απειλητικός ενώπιον της χώρας και των πολιτών της…
Ακολούθησε η ρήξη Τσίπρα- Βαρουφάκη, και στη συνέχεια η πρωτοφανής ατολμία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ να ασχοληθούν ουσιαστικά με τη βραδυφλεγή βόμβα των “κόκκινων δανείων”. Ασφαλώς το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν είναι αμιγώς ελληνικό, αλλά εκτείνεται σχεδόν στο σύνολο του ευρωπαϊκού νότου. Ωστόσο κάθε χώρα -όλες σε καλύτερη οικονομική κατάσταση από τη δική μας- φρόντισε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να ασχοληθεί με το πρόβλημα και να προωθήσει λύσεις.
Εδώ, μεγάλος όγκος καταθέσεων είχαν προλάβει να φύγουν χάρη και πάλι σε λάθος κυβερνητικούς χειρισμούς, ενώ παρά τις συνεχείς ανακεφαλαιοποιήσεις, το τραπεζικό σύστημα δεν έχει καταφέρει ακόμα και σήμερα να ξεφύγει από μια κατάσταση στασιμότητας κι αδυναμίας να επιτελέσει τον βασικό λόγο της ύπαρξής του, δηλαδή τη μόχλευση των κεφαλαίων που διακινούνται στην ελληνική οικονομία και μέσω αυτής, την παραγωγή υπεραξίας.
Εδώ, τα “κόκκινα δάνεια” κρατούσαν σε ακινησία ολόκληρη τη μεσαία τάξη, που χρωστούσε, δεν μπορούσε να πληρώσει κι έβλεπε, λόγω της κυβερνητικής ανικανότητας, κάθε μήνα τα χρέη της στις τράπεζες να αυξάνονται λόγω των τόκων. Παράλληλα, τα μεσαία στρώματα ούτε να δανειστούν μπορούσαν για να ξεκινήσουν νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες, ούτε να κάνουν οικογένεια έχοντας -μέσω δανεισμού- ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Τα “ιερά δισκοπότηρα” της ελληνικής μεσαίας τάξης, έγιναν κομμάτια και θρύψαλα από την πρώτη κυβέρνηση της αριστεράς, για το τίποτα…
Σε αυτά ας προστεθούν οι υποχρεωτικές δεσμεύσεις των ταμειακών αποθεμάτων των φορέων του Δημοσίου, ώστε να επιτευχθούν τα θηριώδη πλεονάσματα, η δίκην “νονών” εισβολή στους τραπεζικούς λογαριασμούς όσων αδυνατούν να πληρώσουν τα χρέη τους, η παρουσίαση ως “κοινωνικής ευαισθησίας” της κυβερνητικής απόφασης για ακατάσχετο έως 1.000 ευρώ μηνιαίως ακόμα και για τρίτεκνους ή πολύτεκνους κλπ. Κι ας προστεθεί η ανάγκη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ να προχωρήσει σε πολιτικές προσπάθειες για τον περιορισμό της φοροαποφυγής, με την εθελούσια αποκάλυψη εσόδων, που φυσικά δεν είχε ουσιαστικά αποτελέσματα, γιατί είναι γνωστή η συμπεριφορά του ελληνικού κράτους έναντι των πολιτών (ένα ακόμα παράδειγμα: Η μη εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων για χρέη του δημοσίου προς ιδιώτες)
Η επίκληση της μεσαίας τάξης στα λόγια, κι η άτσαλη προσπάθεια να της “κλείσει το στόμα” η κυβέρνηση με μικροκομματικές κινήσεις λίγες μέρες πριν τις ευρωεκλογές, δεν απέδωσαν στις κάλπες. Είναι η οργή της μεσαίας τάξης για όσους ανήλθαν στην εξουσία στο όνομα των “ανθρώπων της εργασίας και του μόχθου” κι εφάρμοσαν πολιτικές φτωχοποίησης, που αναμένεται αν αποτυπωθεί και στις εκλογές της 7ης Ιουλίου…