Δραστικές αλλαγές στο σύστημα διαχείρισης πτωχεύσεων και κόκκινων δανείων ετοιμάζει η κυβέρνηση, οι οποίες θα ισχύσουν μετά τη λήξη της προστασίας της πρώτης κατοικίας στις 30 Απριλίου και ανοίγουν τον δρόμο για ταχύτατους και μαζικούς πλειστηριασμούς.
Το σκεπτικό είναι ότι η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων πρέπει να είναι «άμεση, προκειμένου να διαφυλάσσεται η μέγιστη δυνατή αξία τους», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε σχετικό σημείωμα που κοινοποιήθηκε στους εκπροσώπους των δανειστών κατά την τελευταία επίσκεψή τους στην Αθήνα. Η ταχύτητα των πλειστηριασμών, επίσης, είναι βασική κατεύθυνση σχετικής οδηγίας της Ε.Ε. που υιοθετήθηκε πέρυσι το καλοκαίρι και αποτελεί τον βασικό οδηγό για τις νέες ρυθμίσεις. Οι αλλαγές θα γίνουν με νομοσχέδιο το οποίο θα καταργεί όλες τις προηγούμενες ρυθμίσεις που ισχύουν σήμερα, όπως ο νόμος Κατσέλη και ο εξωδικαστικός μηχανισμός και θα εισάγει ένα νέο σύστημα που θα έχει τρία βασικά χαρακτηριστικά:
1. Oλες οι υποθέσεις κόκκινων δανείων -επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων- θα διεκπεραιώνονται ταχύτατα, έτσι ώστε σε διάστημα 3-4 μηνών είτε να επιτυγχάνεται ρύθμιση του δανείου, είτε να ρευστοποιούνται μέσω πλειστηριασμού όλα τα περιουσιακά στοιχεία των δανειοληπτών. Η ρευστοποίηση θα γίνεται άμεσα αφού μετά και τις αλλαγές που έχουν γίνει στον Κώδικα Πολιτικής Οικονομίας οι δικαστικές διαδικασίες είναι συντομότατες και οι δανειολήπτες δεν έχουν πια τη δυνατότητα να καθυστερήσουν τον πλειστηριασμό.
2. Οι «έντιμοι» δανειολήπτες, ήτοι εκείνοι που δεν έχουν χρησιμοποιήσει δόλια μέσα για να αποκρύψουν περιουσιακά στοιχεία ή να αποφύγουν την πληρωμή των οφειλών τους, θα πληρώνουν ό,τι μπορούν για την περαιτέρω εξόφληση του δανείου (μετά τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων) για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια. Στη συνέχεια θα απαλλάσσονται, ενώ θα έχουν και μια δεύτερη ευκαιρία, ανακτώντας τα δικαιώματα σύστασης επιχείρησης, απόκτησης φορολογικής ενημερότητας ή απόκτησης άλλων περιουσιακών στοιχείων τα οποία θα είναι ελεύθερα από τα παλαιά βάρη.
3. Η πρώτη κατοικία δεν θα προστατεύεται και θα οδηγείται και αυτή σε πλειστηριασμό εφόσον ο δανειολήπτης δεν αποδέχεται ή δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί στην πρόταση ρύθμισης που θα γίνεται από την τράπεζα.
Τα ευάλωτα νοικοκυριά δεν θα δικαιούνται προστασία της πρώτης κατοικίας, αλλά εφόσον πληρούν ορισμένα πολύ αυστηρά κριτήρια θα έχουν δικαίωμα σε βοήθεια, με τη μορφή στεγαστικού επιδόματος. Δηλαδή, μετά τον πλειστηριασμό της πρώτης κατοικίας, εφόσον ο δανειολήπτης ανήκει σε ευάλωτη κατηγορία, με βάση κριτήρια που θα καθοριστούν, θα λαμβάνει ένα επίδομα για να καλύψει τις στεγαστικές του ανάγκες.
Στεγαστικό επίδομα
Το στεγαστικό επίδομα θα παρέχεται από το κράτος και θα καλύπτει συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Εξετάζονται επίσης και άλλες μορφές αξιοποίησης του στεγαστικού επιδόματος, ανάμεσα στις οποίες είναι και η δυνατότητα να γίνεται μια μορφή πώλησης και επαναμίσθωσης (sale and lease back): Ο δανειολήπτης παραχωρεί το ακίνητο στην τράπεζα (ή στο fund που έχει αγοράσει το δάνειο) και στη συνέχεια το μισθώνει, ενώ η μίσθωση ή ένα τμήμα της θα πληρώνεται από το στεγαστικό επίδομα, εφόσον πάντα ο δανειολήπτης είναι ευάλωτος και πληροί τις προϋποθέσεις. Μια άλλη δυνατότητα που εξετάζεται είναι να αποκτά κρατική οντότητα το ακίνητο και να κάνει αυτή την πώληση και επαναμίσθωση.
Το νέο σύστημα πτωχεύσεων εντάσσεται στο πλαίσιο σχετικής κοινοτικής οδηγίας, η οποία υιοθετήθηκε πέρυσι το καλοκαίρι και έχει βασικό στόχο την ενοποίηση των διαφορετικών συστημάτων πτώχευσης στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., αλλά και την επιτάχυνση των διαδικασιών. Και τούτο διότι έχει επικρατήσει η άποψη ότι ειδικά για τις επιχειρήσεις αν καθυστερεί η διαδικασία πτώχευσης και ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων (πλειστηριασμοί) χάνεται η αξία της ίδιας της επιχείρησης.
Tα βήματα της διαδικασίας
Για να διεκπεραιώνονται ταχύτατα οι διαδικασίες, λοιπόν, θα δημιουργηθεί μια ηλεκτρονική πλατφόρμα στην οποία θα εντάσσονται οι περιπτώσεις των δανειοληπτών είτε πρόκειται για επιχειρήσεις είτε για φυσικά πρόσωπα.
Από τη στιγμή της ένταξης στην πλατφόρμα θα αίρεται το τραπεζικό και φορολογικό απόρρητο και θα ακολουθείται μια διαδικασία που θα είναι η τελευταία ευκαιρία πριν από την πτώχευση και τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων.
Αφού συγκεντρώνονται όλες οι πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση και τα περιουσιακά στοιχεία του δανειολήπτη καθώς και όλες τις υποχρεώσεις του (οφειλές προς το Δημόσιο, προμηθευτές, εργαζομένους, αλλά και προς ΔΕΚΟ πάνω από ένα ποσό), θα διαμορφώνονται ορισμένες προτάσεις εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης και ρύθμισης του δανείου, οι οποίες θα είναι τυποποιημένες και αυτόματες με βάση συνταγές που θα έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων.
Φυσικά πρόσωπα
Όταν πρόκειται για φυσικά πρόσωπα και αν η αυτόματη διαδικασία αναδιάρθρωσης και ρύθμισης του δανεισμού και άλλων οφειλών αποτυγχάνει, τότε θα δίνεται η δυνατότητα διαπραγμάτευσης με έναν πιστοποιημένο μεσολαβητή, εφόσον το αποδέχεται ο μεγαλύτερος πιστωτής.
Αν η διαδικασία διαμεσολάβησης αποτύχει, τότε ο δανειολήπτης θα οδηγείται σε ρευστοποίηση των περιουσιακών του στοιχείων, η οποία θα πραγματοποιείται μέσω δικαστηρίου αλλά με τυποποιημένη διαδικασία. Το δικαστήριο θα επιβεβαιώνει την αδυναμία πληρωμής του δανειολήπτη, θα διορίζει έναν πιστοποιημένο διαχειριστή της πτώχευσης και θα προσδιορίζει το ύψος των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης.
Ο διαχειριστής θα χρησιμοποιεί την πλατφόρμα για να καλύπτει τις απαιτήσεις των πιστωτών και θα προχωρά στη ρευστοποίηση (πλειστηριασμό) «αμέσως για να διατηρεί τη μέγιστη δυνατή αξία», όπως χαρακτηριστικά τονίζεται σε σχετικό σημείωμα. Μετά τη ρευστοποίηση και εφόσον απομένουν ανεξόφλητα ποσά από το δάνειο, ο δανειολήπτης θα πληρώνει ένα ποσό από το εισόδημά του, το οποίο θα είναι διαθέσιμο πέραν των εύλογων δαπανών διαβίωσης και τούτο μόνο για τρία χρόνια. Εφόσον ανήκει στην κατηγορία των ευάλωτων προσώπων ή νοικοκυριών, θα είναι επιλέξιμος για στεγαστικό επίδομα ώστε να καλύψει τις στεγαστικές του ανάγκες. Μετά τη λήξη της περιόδου των τριών ετών θα επανεξετάζεται η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη και εφόσον δεν έχει αλλάξει η κατάστασή του, θα απαλλάσσεται από το μέρος του χρέους που ενδεχομένως έχει μείνει ανεξόφλητο τη στιγμή εκείνη.
Οι εταιρείες
Στην περίπτωση των εταιρειών θα ακολουθείται παρόμοια διαδικασία: για τις μικρές επιχειρήσεις θα γίνεται και εκεί πρόταση αυτοματοποιημένης ρύθμισης οφειλών οι οποίες δεν θα ξεπερνούν ένα συγκεκριμένο ύψος, ενώ για τις μεγαλύτερες θα ακολουθείται διαδικασία επιχειρηματικής αναδιάρθρωσης παράλληλα με τις οφειλές σύμφωνα με τον Πτωχευτικό Κώδικα, στον οποίο θα γίνουν ορισμένες αλλαγές. Θα ενισχυθεί, για παράδειγμα, η δυνατότητα να επιβάλλεται αναδιάρθρωση χωρίς τη συναίνεση των μετόχων. Και οι εταιρείες, εφόσον αποτυγχάνει η διαδικασία αναδιάρθρωσης, θα οδηγούνται σε ρευστοποίηση το ταχύτερο δυνατόν.
Όπως δημοσιεύθηκε στο Πρώτο Θέμα της Κυριακής