«Μεγάλο λάθος» (“big mistake”) χαρακτηρίζει την –λεγόμενη- “13η σύνταξη” που δόθηκε τον Μάιο, αλλά και κάθε παροχή που στοχεύει αποκλειστικά και μόνον σε συνταξιούχους ο επικεφαλής του κλιμακίου του ΔΝΤ, Πήτερ Ντόλμαν.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους μετά τη συνάντηση που είχε στην Αθήνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, ο Πήτερ Ντόλμαν έδειξε να αιφνιδιάζεται ακούγοντας τον όρο «13η σύνταξη» όπως χρησιμοποιείται τους τελευταίους μήνες στην Ελλάδα και, όταν κατάλαβε ως πρόκειται για την παροχή των 800 εκατ. ευρώ στους συνταξιούχους, δεν έκρυψε την δυσφορία του, τονίζοντας πως είναι άδικο να αποκλείονται από τα μέτρα στήριξης άλλες ομάδες πληθυσμού που έχουν ανάγκη.
«Είναι σπατάλη» τόνισε και είπε πως θα μπορούσαν τα χρήματα αυτά να έχουν χρησιμοποιηθεί για την στήριξη των νέων, εργαζομένων και ανέργων. Υπενθυμίζεται πάντως ότι και η σημερινή κυβέρνηση δεσμεύθηκε να διατηρήσει την χορήγηση επιδόματος 800 εκατ. ευρώ στους συνταξιούχους.
Και ευρύτερα σε ό,τι αφορά στο ασφαλιστικό, το ΔΝΤ ενθαρρύνει την κυβέρνηση να κινηθεί γρηγορότερα στην κατεύθυνση εξάλειψης των «προσωπικών διαφορών» με τον Π. Ντόλμαν να επισημαίνει ότι υπάρχουν πολλά σχετικά μοντέλα στην Ευρώπη και το Ταμείο θα ήταν «χαρούμενο» να συνεισφέρει σε αυτή τη συζήτηση.
Στο ίδιο μήκος κύματος αναφέρθηκε και στο αφορολόγητο όριο, για το οποίο ο κ. Ντόλμαν δήλωσε πως «ενθαρρύνουμε την κυβέρνηση να εφαρμόσει την μείωση στο αφορολόγητο» προκειμένου να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος για την απαραίτητη μείωση των φορολογικών βαρών και την εφαρμογή περισσότερο αναπτυξιακών μέτρων.
Σχολιάζοντας εμμέσως πλην σαφώς τη χρήση ενδεχόμενων εναλλακτικών μέτρων αύξησης των εσόδων προκειμένου να κλείσει το διαφαινόμενο δημοσιονομικό κενό του 2020 έναντι του στόχου 3,5%, ο Πίτερ Ντόλμαν ανέφερε πως δεν είναι ποιοτικά μέτρα οι έκτακτες ρυθμίσεις και ζητούμενο παραμένει η διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
Επανέλαβε εμφατικά όμως και την σύσταση του ΔΝΤ προς την πλευρά της κυβέρνησης και των ευρωπαίων για μείωση του στόχου πρωτογενών πλεονασμάτων ήδη από το 2020,.
Για τις τράπεζες, έκρινε θετικά το σχέδιο «Ηρακλής» . Ανέφερε όμως ότι ερωτηματικό παραμένει ποιο θα είναι το κόστος της παρασχθείσας κρατικής εγγύησης και το εάν οι επενδυτές θα είναι διατεθειμένοι να βάλουν τα λεφτά τους στους νέους τίτλους που θα εκδοθούν.
Σε ερώτηση για το εάν θα χρειαστούν έξτρα κεφάλαια οι ελληνικές τράπεζες είπε ότι σε αυτήν την ερώτηση πρέπει να απαντήσουν οι εποπτικές αρχές, επισημαίνοντας όμως ότι οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται στις αγορές και αντλούν κεφάλαια, αλλά πρέπει να «καθαρίσουν» οι ισολογισμοί τους το συντομότερο δυνατόν.