Του Κωστή Πλάντζου
 
Μήνας τραπεζών ο Μάρτιος, καθώς η κυβέρνηση δίνει αγώνα δρόμου πλέον –αν και όψιμα ενδεχομένως- για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων. Με τηλεδιασκέψεις και μέσα στο Σαββατοκύριακο προσπαθεί να πείσει την ΕΚΤ να εγκρίνει το νέο σύστημα προστασίας για τα σπίτια όσων χρωστάνε στις τράπεζες, καθώς η προστασία που πρόσφερε επί χρόνια στα νοικοκυριά ο νόμος Κατσέλη είναι παρελθόν πια, ήδη από χθες. Μέσα στο μήνα θέλει η κυβέρνηση και μια συμφωνία για σχέδιο εκκαθάρισης των τραπεζών από τα «κόκκινα δάνεια».

Όλα γίνονται με στόχο την ελάφρυνση του χρέους, αλλά στο οικονομικό επιτελείο παραδέχονται πλέον ότι μόνον  με συναίνεση στην μεταρρυθμιστική ατζέντα, μπορεί η χώρα να έχει ελπίδες για να δώσουν οι Ευρωπαίοι δανειστές «το κάτι παραπάνω» που χρειάζεται, για να χαλαρώσει στη χώρα η λιτότητα και να θεωρείται διαχειρίσιμο το δημόσιο χρέος χωρίς να απαιτούνται θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα ως το 2022 και πολύ υψηλά ως το 2060.

«Μόνον εάν ένα χρόνο μετά τις εκλογές και με όποια κυβέρνηση η χώρα συνεχίζει τις μεταρρυθμίσεις και αναβαθμιστεί στην επενδυτική βαθμίδα από τους Οίκους αξιολόγησης, μπορεί να συζητήσουν ξανά σοβαρά οι Ευρωπαίοι για περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους» τονίζουν τώρα. Δείχνουν έτσι πως μείωση του στόχου για πλεονάσματα δεν φαίνεται πριν τα τέλη του 2020 το νωρίτερο, αλλά και ότι η έλλειψη συναίνεσης για μεταρρυθμίσεις κόστισε πολύ χρόνο και κόπο στη χώρα, καθώς οι δανειστές για 6 χρόνια δεν έδιναν την ελάφρυνση χρέους που υποσχέθηκαν στη χώρα μας από τον Νοέμβριο του 2012, μέχρι να υπογραφεί και εφαρμοστεί αυστηρά ένα ακόμα 3ο Μνημόνιο.

Όλα ανοικτά

Άμεσος στόχος της κυβέρνησης είναι μη χάσει στις 11 Μαρτίου τα 970 εκατ. ευρώ της δόσης ελάφρυνσης από τα κέρδη των ευρωπαϊκών τραπεζών (ANFA’s και SMP’s). «Θα ήταν κακό μήνυμα και για τις αγορές» λένε στο οικονομικό επιτελείο που σχεδιάζει άμεσα (μεταξύ 5-11 Μαρτίου) μια νέα περιορισμένη έκδοση ομόλογο δεκαετούς διάρκειας, ύψους 2-2,5 δισ. ευρώ και με επιτόκιο περίπου 3,7%. Μετά το 1 δισ. ευρώ, η Αθήνα προσβλέπει και σε ακύρωσης του «προστίμου» (επιτοκιακό πέναλτι) που ακόμα πληρώνει η χώρα γιατί διέκοψε μονομερώς το Β΄ Μνημόνιο, πριν υπογράψει και τρίτο.
 
β) απώτερος στόχος είναι η χαλάρωση του στόχου για τα πλεονάσματα. Μετα την σύγκλιση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στον «εθνικό στόχο» αυτό, και ο Επίτροπος Πιέρ Μοκοβισί υποσχέθηκε πως η Κομισιόν θα σταθεί αρωγός στην προσπάθεια αυτή, υπό προϋποθέσεις όμως και πάλι.

Με την έγκριση των θεσμών

Η μάχη τώρα δίδεται σε δύο πεδία:

1.   Νέο σύστημα προστασίας δανειοληπτών:  Καθώς από χθες ήδη οι δανειολήπτες έχασαν την «ομπρέλα προστασίας» του Νόμου Κατσέλη και η κυβέρνηση ακόμα δεν έχει καταλήξει πώς θα λειτουργεί το διάδοχο σχήμα. Οι τηλεδιασκέψεις και το «ράβε-ξήλωνε» συνεχίζονται και μέσα στο Σαββατοκύριακο, καθώς την επόμενη εβδομάδα θέλει να καταθέσει το τελικό σχέδιο στη Βουλή (Δευτέρα η Τρίτη) για να ψηφιστεί με την διαδικασία του κατεπείγοντος την Πέμπτη και να ισχύσει αναδρομικά από 1ης Μαρτίου. Ωστόσο μετά και την χθεσινή τηλεδιάσκεψη με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από το υπουργείο Οικονομικών, στελέχη των τραπεζών έλεγαν πως «έχουμε ακόμα δρόμο».  

2. Τέλος του μηνός θα πρέπει να έχει καταλήξει και η διαβούλευση με την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν, για να εγκρίνει το σχέδιο του ΤΧΣ για τα «κόκκινα δάνεια» (APS). Το υπουργείο Οικονομικών απέστειλε το σχέδιο από την περασμένη εβδομάδα στην DG Comp και σύμβουλοι του κυρίου Τσακαλώτου εκτιμούν ότι απαιτούνται περίπου 15 μέρες για να το εξετάσει και να απαντήσει στην Αθήνα.

Θα επακολουθήσουν 2-3 εβδομάδες ζυμώσεων και αλλαγών στο αρχικό σχέδιο, πριν μπορέσει η Αθήνα να λάβει την έγκριση τελικά, πως δεν αποτελεί παράνομη «κρατική βοήθεια» (state aid) εκ μέρους της στις τράπεζες. Το «παιχνίδι» παίζεται κυρίως στο κουπόνι που θα πληρώνουν οι τράπεζες, εν συγκρίσει με τις κρατικές εγγυήσεις που θα χρησιμοποιήσουν για να καλύψουν κεφαλαιακά τα ανοίγματα από «κόκκινα δάνεια».  Αν πληρώνουν χαμηλό κουπόνι (σε «καθαρή παρούσα αξία» συγκριτικά με τις εγγυήσεις που θα παίρνουν) τότε η Ιταλία –επειδή ήταν η πρώτη και η μόνη ως τώρα που έκανε χρήση τέτοιου συστήματος- είναι βέβαιον πως θα αντιδράσει. Αλλά αν το κουπόνι είναι πολύ ακριβό, τότε μπορεί  να μην κρίνουν ασύμφορο να το αξιοποιήσουν οι ελληνικές τράπεζες και έτσι το σχέδιο να ναυαγήσει και εάν ακόμα εγκριθεί.

Μετά θα αποφασιστεί το τελικό ύψος των κρατικών εγγυήσεων που θα λάβουν οι τράπεζες (για παράδειγμα 4-5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 3%). Σε κάθε περίπτωση -και παρά την αρχική άρνηση της κυβέρνησης- το σχέδιο APS θα συνδυαστεί και με το σχέδιο Στουρνάρα καθώς, όπως τονίζουν και στο οικονομικό επιτελείο, κανένα μέτρο από μόνο του δεν επαρκεί πλέον για να επιτευχθεί η επιδιωκόμενη εξυγίανση των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια.