Χρειάστηκαν οι λανθασμένες διαχειριστικές αποφάσεις ετών, μία πολιτική επιθετικής αύξησης των επιτοκίων μερικών μηνών και ο πανικός αναλήψεων λίγων ωρών για να προκαλέσουν την κατάρρευση μίας από τις μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες, της Silicon Valley Bank.
Καθώς όλοι συμφωνούν ότι η πτώση της SVB αποτελεί «παρενέργεια» των υψηλών επιτοκίων που κυριαρχούν στην αμερικανική αγορά, πολλοί προεξοφλούν ότι η Fed θα βάλει «πάγο» στις επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων. Η συνεδρίαση της αρμόδιας Επιτροπής FOMC θα γίνει την επόμενη εβδομάδα.
«Η κρίση της SVB οφείλεται στην αύξηση των επιτοκίων, αλλά δεν θα κατηγορούσα για αυτήν το σύνολο της νομισματικής πολιτικής» σημειώνει ο Πάολο Γκρινιάνι, οικονομολόγος της Oxford Economics, εξειδικευμένος στον τραπεζικό κλάδο.
«Η πτώση της SVB ήταν κυρίως θέμα κακής διαχείρισης κινδύνου. Πρόκειται για μεμονωμένο γεγονός, πραγματικά ιδιαίτερο, διότι ακόμη και μια αληθινά καλή τράπεζα θα χρεοκοπούσε αν το ένα πέμπτο των καταθετών της απέσυραν τις καταθέσεις τους μέσα σε 24 ώρες. Παρόλα αυτά, η κατάρρευση της SVB υπενθυμίζει στις Κεντρικές Τράπεζες τον κίνδυνο «κάτι να μην πάει καλά». Αυτό δυσκολεύει τη Fed. Δεν θα είναι πλέον το ίδιο εύκολο να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια με τον ίδιο γρήγορο ρυθμό.»
ΕΚΤ: «Σιγή ιχθύος»
Εντωμεταξύ, στο στρατηγείο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στη Φρανκφούρτη, επικρατεί προβληματισμός και «σιγή ιχθύος». Η αντίστροφη μέτρηση για τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου την Πέμπτη έχει ξεκινήσει. Η ίδια η ΕΚΤ έχει προϊδεάσει για αύξηση του βασικού επιτοκίου κατά 0,5%.
Αν και το Eurogroup διαβεβαίωσε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι θωρακισμένες, στους διαδρόμους της ΕΚΤ γνωρίζουν ότι η μίνι-κρίση της SVB μπορεί να αποτελεί παράδειγμα για πιθανές επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομίας. Την ίδια ώρα, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη (8,5% το Φεβρουάριο του 2023) παραμένει ο μεγάλος πονοκέφαλος της Φρανκφούρτης.
«Στην Ευρώπη, δεν υπάρχουν ενδείξεις για κίνδυνο «μόλυνσης» από την κατάρρευση της SVB» τονίζει ο Π. Γκρινιάνι. «Για αυτό πιστεύουμε ότι η νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα παραμείνει επικεντρωμένη στον πληθωρισμό. Προς το παρόν, δεν περιμένουμε να αλλάξει κάτι σημαντικά στην πολιτική της ΕΚΤ το επόμενο διάστημα.»
Άλλωστε, μία στροφή στις πολιτικές αύξησης των επιτοκίων θα αποτελούσε ομολογία αποτυχίας, όπως εκτιμά η Oxford Economics. «Η παρουσία σημαντικού καθοδικού κινδύνου στην οικονομία περιπλέκει τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής για τη Fed και τις Ευρωπαϊκές Κεντρικές Τράπεζες» διευκρινίζει το ενημερωτικό σημείωμα προς τους επενδυτές για την επομένη της κρίσης της SVB.
«Όμως, αν δεν αρχίσουν να διαφαίνονται ενδείξεις ότι η κρίση αυτή θα μειώσει τη ζήτηση και τελικά τον πληθωρισμό, δεν φαίνεται να υπάρχει σοβαρός λόγος για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, όταν ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι τόσο πολύ υψηλότερα από τον στόχο.
Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε αναγνώριση ότι τα υποκείμενα ζητήματα ρευστότητας δεν έχουν επιλυθεί και λειτουργούν ως τροχοπέδη στην ικανότητα των Κεντρικών Τραπεζών να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό.
Στο πίσω μέρος του μυαλού των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής θα υπάρχει το μάθημα από τα προηγούμενα επεισόδια υψηλού πληθωρισμού: ότι η πρόωρη διακοπή των αυξήσεων ενέχει τον κίνδυνο να επιταχυνθεί εκ νέου ο πληθωρισμός, απαιτώντας ακόμη πιο επιθετική σύσφιξη στο μέλλον.
Επιπλέον, αν ένα πράγμα ήταν συνεπές σχετικά με τις αντιδράσεις των Κεντρικών Τραπεζών κατά το προηγούμενο έτος, αυτό ήταν ότι ενήργησαν με βάση τα δεδομένα της οικονομίας (τα οποία παραμένουν ισχυρά) και δεν επέτρεψαν στον εαυτό τους να επηρεαστεί από εξαιρετικά αβέβαιες προβλέψεις» καταλήγει το σημείωμα της Oxford Economics.
Οι αυξήσεις των επιτοκίων δε θα σταματήσουν, αλλά αναμένεται να «κατεβάσουν ταχύτητα». «Σε αυτό το στάδιο, κάποια μέτρια περαιτέρω σύσφιξη εξακολουθεί να φαίνεται πιο πιθανή τους επόμενους μήνες στις ΗΠΑ, την Ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο» εκτιμά η Oxford Economics.
Διαβάστε ακόμη
Ξαναμπαίνουν στις ράγες τα επιβατικά και εμπορικά βαγόνια από τις 22 Μαρτίου