Του Κωστή Πλάντζου
Σε τροχιά σύγκρουσης κινούνται κυβέρνηση και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, απομακρύνοντας όμως την προοπτική ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, που δύσκολα μπορεί πλέον να αναμένεται πως θα υπάρξει μέσα στον Δεκέμβριο -ή και στον Ιανουάριο ακόμη.
Παρά τις εντάσεις της πρώτης μέρας, σειρά παίρνουν προς συζήτηση σήμερα το μεσημέρι το νέο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων και οι ρυθμίσεις για υπερχρεωμένες επιχειρήσεις.
Επί της ουσίας, όμως, τα μεγάλα θέματα της αξιολόγησης είναι τα Εργασιακά που παραμένουν ορθάνοικτα και θα εξεταστούν τις αμέσως επόμενες μέρες, ενώ στο τραπέζι των συζητήσεων Τσακαλώτου με τους θεσμούς μπαίνουν και τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα των ετών 2018 -2020, καθώς το ΔΝΤ θέλει να επιβάλει την δική του ατζέντα.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος ενημέρωσε χθες τον πρωθυπουργό, μετά την πρώτη συνάντηση με τους θεσμούς στην Αθήνα, για την κόντρα που είχε με την Ντέλια Βελκουλέσκου, αλλά και για την δυσφορία όλων των θεσμών για τις παροχές Τσίπρα στους συνταξιούχους.
Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η κυβέρνηση θέλει να απομονώσει το ΔΝΤ (και εμμέσως το Βερολίνο) συσπειρώνοντας εναντίον τους την Κομισιόν και τον ESM. Πέτυχε μάλιστα δημόσια δήλωση από την εκπρόσωπο του Επιτρόπου Μοσχοβισί που θυμίζει στο ΔΝΤ ότι πρέπει να σεβαστεί τις θυσίες του ελληνικού λαού. Μάλιστα, με την λίστα των λαθών του ΔΝΤ που διέρρευσαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, εμφανίζονται για πρώτη φορά να αμφισβητούν την τεχνική επάρκεια του Ταμείου, δηλαδή αμφισβητούν τον ρόλο του στην διαπραγμάτευση και στο ελληνικό Μνημόνιο.
Από την άλλη, στο άρθρο του της Δευτέρας και ο Πόουλ Τόμσεν «κάρφωσε» τους Ευρωπαίους ότι λειτουργούν πολιτικά και όχι τεχνοκρατικά, θέτοντας ίσως και ο ίδιος εν αμφιβόλω τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα (που την έχουν ζητήσει τόσο η Αθήνα όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι) επειδή εμπλέκονται 19 χώρες και όχι μία -όπως συνήθως συμβαίνει στα προγράμματα που σχεδιάζει και εφαρμόζει μόνο του.
«Θέλουν αίμα»
Όπως αποκαλύφθηκε όμως από το άρθρο του Πόουλ Τόμσεν, το Ταμείο προβάλλει την απαίτηση για κόψιμο συντάξεων και μείωση του αφορολογήτου, ακόμη και εάν οι Ευρωπαίοι ενέδιδαν για «χαλάρωση» του στόχου στα πρωτογενή πλεονάσματα από 3,5% σε 1,5% του ΑΕΠ! Με άλλα λόγια, τα μέτρα 4,5 δισ. ευρώ (2% του ΑΕΠ) που ζητά να νομοθετηθούν από τώρα κιόλας το ΔΝΤ, είναι επιπλέον της απαίτηση που προβάλλει να κοπούν συντάξεις και να μειωθεί το αφορολόγητο στα 5.000-6.000 ευρώ.
Και ενώ ο Ευκλείδης Τσακαλώτος απαντούσε χθες μέσω του Guardian στον Τόμσεν ότι «καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να δεχτεί» επιπλέον μειώσεις συντάξεων από το 2018 και μετά, η κυβέρνηση «δίνει στόχο» στους δανειστές για να ζητήσουν νέα μέτρα, λόγω των παροχών που εξαγγέλλει.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι εξαγγελίες Τσίπρα για παροχές δέχτηκαν τις επικρίσεις των θεσμών, για πολλούς λόγους. Όλοι οι θεσμοί την θεωρούν μονομερή ενέργεια, γιατί μόλις τον Μάιο υπέγραψε συμφωνία (επικαιροποιημένο Μνημόνιο) πως για οποιοδήποτε μέτρο λαμβάνει θα διαβουλεύεται πρώτα με τους δανειστές. Επιπλέον οι θεσμοί αμφισβητούν αν μπορεί να μοιράσει η κυβέρνηση 617 εκατομμύρια ευρώ, όχι μόνο γιατί η ίδια συμφωνία ορίζει άλλη διαδικασία (διανομή του το 2017 και εφόσον επιβεβαιωθεί ότι υπάρχει πλεόνασμα) αλλά και γιατί θεωρούν πως η κυβέρνηση εμμέσως παραδέχεται έτσι ότι το 2017 δεν θα έχει τα ταμειακά διαθέσιμα που εξασφάλισε φέτος, προβαίνοντας σε μία πολύμηνη στάση πληρωμών στις τρέχουσες υποχρεώσεις της.
Ακόμα και οι Ευρωπαίοι «σύμμαχοι» της Αθήνας όμως, θυμίζουν ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί και να εξανεμίζονται όταν τα μετρήσει η Eurostat (όπως συνέβη τον Οκτώβριο φέτος που «κόντυνε» κατά 900 εκατ. ευρώ το πρωτογενές πλεόνασμα του 2015) ενώ νέες ελαφρύνσεις ή έκτακτες παροχές μπορεί να απαιτήσουν ισοδύναμα επιπρόσθετα μέτρα λιτότητας.
Ετσι έρχεται ξανά στο προσκήνιο ο “κόφτης” μισθών και συντάξεων, ενώ πάνε πίσω τα οφέλη που “ευαγγελίζεται” η κυβέρνηση από μία ταχεία ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Με τα δεδομένα αυτά, τις επόμενες μέρες ή ώρες αναμένεται να φανεί αν υπάρχει περιθώριο να «ξεκολλήσει» το θέμα των ομαδικών απολύσεων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων ή η διαμάχη θα σέρνεται για εβδομάδες και μήνες, παρότι ο κ.Τσακαλώτος έλεγε προχθές στο Reuters πως «θα βάλουμε νερό στο κρασί μας».
Ωστόσο, ενώ στην κυβέρνηση μιλούν για «άμεση ολοκλήρωση» της αξιολόγησης, αυτή έπρεπε να έχει κλείσει ήδη πριν δύο μήνες (αφού τον Ιούνιο οι κ.κ. Τσακαλώτος και Μοσχοβισί έλεγαν από την Αθήνα ότι έπρεπε να υπάρχει συμφωνία έως τον Οκτώβριο το αργότερο) αλλά προς το παρόν δεν διαφαίνεται προοπτική σύγκλησης έκτακτου Eurogroup πριν το προγραμματισμένο για τις 26 Ιανουαρίου. Έτσι φαίνεται χαμένο ήδη το πρώτο ραντεβού της χώρας με την ποσοτική χαλάρωση (19 Ιανουαρίου που συνεδριάζει η ΕΚΤ) οπότε και στην κυβέρνηση δεν βλέπουν τον λόγο για άμεσες υποχωρήσεις αν δεν υπάρχει προοπτική «αντιπαροχών» από τους δανειστές. Και αυτό μπορεί να οδηγήσει τις διαπραγματεύσεις –ή και άλλες εξελίξεις- ως τον Φεβρουάριο του 2017.