Του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου
Φοροαπαλλαγές για τις εταιρείες που αγοράζουν κοψοχρονιά τα κόκκινα δάνεια θέλουν οι δανειστές, έχοντας βάλει το θέμα ως προτεραιότητα στις συζητήσεις με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης. Αυτό που ζητούν είναι να καταργηθούν φόροι που συνδέονται με την πώληση δανείων αλλά και με τα ακίνητα που ενδεχομένως είναι προσημειωμένα και είναι υποψήφια για πλειστηριασμό.
Το ζητούμενο από την πλευρά των δανειστών είναι να δημιουργηθούν πρόσθετα κίνητρα για τις εταιρείες που ειδικεύονται στις πτωχεύσεις, δηλαδή αγοράζουν πολύ φτηνά κόκκινα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται και στη συνέχεια διεκδικούν τα οφειλόμενα ποσά από τον δανειολήπτη ή προχωρούν σε πλειστηριασμό για να εισπράξουν ό,τι μπορέσουν. Οι φοροαπαλλαγές που ζητούν οι δανειστές έχουν στόχο να διευκολύνουν τις συγκεκριμένες εταιρείες, τα αποκαλούμενα funds, έτσι ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν το κόστος αγοράς και διατήρησης των δανείων στο δικό τους χαρτοφυλάκιο, αλλά και για να μην επιβαρύνονται με φόρους, όπως ο ΕΝΦΙΑ, στην περίπτωση που το συνδεδεμένο ακίνητο μείνει για κάποιο διάστημα στα δικά τους χέρια – π.χ. ύστερα από έναν άκαρπο πλειστηριασμό.
Εάν υιοθετηθεί ένα τέτοιο μέτρο, τα funds όχι μόνο θα αγοράζουν τα κόκκινα δάνεια σε ένα πολύ μικρό ποσοστό της ονομαστικής τους αξίας (3%-4% για τα δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις, μέχρι 30%-40% για στεγαστικά με εγγυήσεις), ενώ ο δανειολήπτης θα συνεχίσει να χρωστάει το σύνολο, αλλά θα απαλλαγούν και από τον ΕΝΦΙΑ και άλλους φόρους. Πέρα από το προφανές ηθικό ζήτημα, πιθανόν να υπάρχει και νομικό πρόβλημα, αφού ενδεχομένως ανακύπτουν ζητήματα ισότητας όλων, φυσικών και νομικών προσώπων, απέναντι στη φορολογία.
Κυβερνητικοί παράγοντες υποστήριζαν, πάντως, ότι τα funds που έχουν πάρει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα ενδιαφέρονται κυρίως για μακροπρόθεσμες τοποθετήσεις και, επομένως, θα προσφέρουν δυνατότητα ρυθμίσεων στους δανειολήπτες προτού φτάσουν σε πλειστηριασμούς. Και τούτο, όπως λένε οι ίδιες πηγές, διότι οι προϋποθέσεις που ετέθησαν για την αδειοδότησή τους από το υπουργείο Οικονομίας είναι αρκετά αυστηρές και αποτελούν αντικίνητρο για τα πιο κερδοσκοπικά funds, τα λεγόμενα «κοράκια». Το θέμα των φοροαπαλλαγών για τα funds δεν αποτελεί τμήμα της αξιολόγησης, η οποία ξεκινάει αύριο, αλλά μένει να φανεί εάν οι εκπρόσωποι των δανειστών θα το εντάξουν και αυτό.
Παρόλο που οι τράπεζες στην ουσία δεν θέλουν να μένουν με τα ακίνητα, διότι δεν είναι η δουλειά τους και έχουν σημαντικό γραφειοκρατικό και οικονομικό κόστος (υπολογίζεται στο 7% της αξίας του ακινήτου ετησίως), προωθούνται διάφορα σχήματα έτσι ώστε τα ακίνητα που αποκτώνται από τους πλειστηριασμούς να μπαίνουν σε ειδικά εταιρικά οχήματα με τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση για τους ισολογισμούς τους. Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι τροϊκανοί ζητούν τη φορολογική απαλλαγή μόνο για τα funds και όχι για τις τράπεζες, αφού, όπως λένε, ο στόχος είναι οι τελευταίες να έχουν αντικίνητρο για τη διακράτηση των ακινήτων ώστε να τα πουλήσουν στα funds. Δεν αποκλείεται ωστόσο, στην πορεία της σχετικής συζήτησης να τεθεί και το ζήτημα της φορολογίας των ακινήτων που περιέρχονται στην ιδιοκτησία των τραπεζών.
Στην αξιολόγηση εντάσσονται ζητήματα που συνδέονται με αλλαγές στον νόμο Κατσέλη προς το αυστηρότερο, με κατάργηση του τραπεζικού απορρήτου όσων προσφεύγουν, διερεύνηση πιθανού δόλου, κατάργηση της δυνατότητας υποβολής αλλεπάλληλων αιτήσεων και γενικότερα αυστηροποίηση των κριτηρίων ελέγχου όσων δικαιούνται προστασία. Επίσης θα γίνουν και βελτιωτικές αλλαγές στον εξωδικαστικό μηχανισμό, κυρίως διαδικαστικού χαρακτήρα, έτσι ώστε να μην κόβονται αιτήσεις για τυπικούς λόγους, η κατάθεση των δικαιολογητικών να γίνεται με πιο ευέλικτο τρόπο, αλλά και να μπορούν να ρυθμίζονται με υπουργικές αποφάσεις ζητήματα που δεν αντιμετωπίζονται με τον νόμο.
Ο υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης, πάντως, σκοπεύει, σύμφωνα με πληροφορίες, να επιδιώξει βελτιώσεις στο σύστημα προστασίας των δανειοληπτών.
Απρόθυμες οι τράπεζες
Στελέχη από το κυβερνητικό στρατόπεδο που ασχολούνται με το θέμα έλεγαν ότι μέχρι σήμερα οι τράπεζες δεν δείχνουν ιδιαίτερο ζήλο και δεν προχωρούν σε ουσιαστικές ρυθμίσεις με τους δανειολήπτες, ούτε δείχνουν να ενδιαφέρονται ουσιαστικά για την πώληση των δανείων.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι τράπεζες αιτιολογούν την ελάχιστη πρόοδο που γίνεται στο θέμα των κόκκινων δανείων και την αβελτηρία στο θέμα των ρυθμίσεων επικαλούμενες δυσκολίες, θεσμικές ελλείψεις, διαδικαστικά ή άλλα κωλύματα, καθώς και την άποψη ότι υπάρχουν πολλοί στρατηγικοί κακοπληρωτές που δεν πρέπει να επωφεληθούν από ευνοϊκές ρυθμίσεις.
Η απροθυμία των τραπεζών αποδίδεται στο ότι τα funds προσφέρουν πολύ χαμηλές τιμές για να αγοράσουν τα δάνεια, και οι τράπεζες δεν βιάζονται να γράψουν στον ισολογισμό τους ζημίες από τις χαμηλές τιμές πώλησης.
Επιπλέον, εκτιμάται ότι οι τράπεζες στην πραγματικότητα δεν θέλουν να ξεφορτωθούν δάνεια που έχουν προσημειωμένα ακίνητα, είτε πουλώντας τα σε funds, είτε με πλειστηριασμούς, καθώς διαβλέπουν ότι με τη βελτίωση της οικονομίας θα μπορέσουν να πάρουν καλύτερες τιμές στο κοντινό μέλλον – είτε από τα funds, είτε από πλειστηριασμούς που θα γίνουν αργότερα, όταν η κτηματαγορά ανακάμψει. Εχουν δεσμευτεί, πάντως, ότι το επόμενο διάστημα θα στείλουν σε όσους έχουν προσφύγει στον νόμο Κατσέλη αλλά και επιχειρήσεις που έχουν το προφίλ για προσφυγή στον εξωδικαστικό τυποποιημένες προσφορές ρύθμισης, έτσι ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες.