Σε προ-πολέμου επίπεδα μειώθηκε το επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας, η οποία συνεχίζει την πορεία χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, σε μια προσπάθεια στήριξης της οικονομίας και άμβλυνσης των συνεπειών των δυτικών κυρώσεων.
Η κεντρική τράπεζα, συγκεκριμένα, ανακοίνωσε την περικοπή του επιτοκίου κατά 150 μονάδες βάσης, από 9,5% σε 8%, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω μειώσεων καθ’ όλη τη διάρκεια των υπόλοιπων μηνών του 2022.
Υπενθυμίζεται ότι τα επιτόκια, στις απαρχές του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, έφθασαν έως και το 20%, με την κεντρική τράπεζα να προτάσσει τη στήριξη του νομίσματος και την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, «θυσιάζοντας» την ανάπτυξη.
Ωστόσο, η σταδιακή ανάκαμψη του ρουβλιού, σε συνδυασμό με τις ενδείξεις αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, άλλαξαν τη στρατηγική της Μόσχας, η οποία σταδιακά έθεσε ως στόχο την ενίσχυση της οικονομίας. Αποτέλεσμα ήταν, μέσα σε πέντε διαδοχικούς μήνες, το επιτόκιο να υποχωρήσει από το 20% στο 8%.
«Το εξωτερικό περιβάλλον για τη ρωσική οικονομία παραμένει προβληματικό. Η μείωση του επιτοκίου θα αυξήσει τη διαθεσιμότητα πιστωτικών πηγών στην οικονομία και θα περιορίσει τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας» αναφέρεται στην ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας.
Εντυπωσιακό είναι, δε, το γεγονός ότι η πορεία χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής της Ρωσίας λαμβάνει χώρα, ενόσω οι κυριότερες τράπεζες σε Ευρώπη, Αμερική, Ασία και Ωκεανία προχωρούν σε επιθετική σύσφιγξη και μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων, σε μια προσπάθεια αναχαίτισης του υψηλού πληθωρισμού.
Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες προβλέψεις της Τράπεζας της Ρωσίας, η ρωσική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 4% έως 6% το 2022. Μια πρόβλεψη, βέβαια, αισθητά ηπιότερη σε σχέση με την προηγούμενη, η οποία ανάμενε ύφεση 8% έως 10%.
Κι αυτό, σε μεγάλο βαθμό, οφείλεται στην ανθεκτικότητα των ρωσικών εξαγωγών (κυρίως των ενεργειακών), οι οποίες θα φθάσουν στα 593 δισ. δολάρια το 2022, το υψηλότερο επίπεδο στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Σε συνδυασμό δε, με τη μείωση των εισαγωγών (λόγω των δυτικών κυρώσεων), το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί στα 243 δισ. δολάρια.
Διαβάστε επίσης: