της Μαίρης Λαμπαδίτη
Τρίτη έφεση για να προσβάλλει πρωτόδικη απόφαση που δικαιώνει δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι ζητούν την επιστροφή των κομμένων δώρων τους αναμένεται να ασκήσει το Δημόσιο μετά τις δύο εφέσεις που ήδη κατέθεσαν ο ΕΦΚΑ και το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑΕΠ) κατά αποφάσεων που δικαιώνουν συνταξιούχους για τις περικοπές στις συντάξεις και τα δώρα.
Τα ταμεία όχι μόνο ασκούν εφέσεις αλλά κάνουν ότι μπορούν για να μπλοκάρουν την εκδίκαση των υποθέσεων που αφορούν στην επιστροφή αναδρομικών στους συνταξιούχους. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο ΕΦΚΑ έχει καθυστερήσει ήδη ένα μήνα να προσκομίσει τα εκκαθαριστικά των συντάξεων ,όπου αποδεικνύονται οι μνημονιακές περικοπές , τα οποία ζήτησε το δικαστήριο.
Σύμφωνα με το σκεπτικό των εφέσεων που ασκεί το δημόσιο , το πρωτοδικείο αξιολόγησε εσφαλμένα τις αποδείξεις χωρίς επαρκή αιτιολογία ενώ αν είχε αξιολογήσει ορθώς θα απέρριπτε την αγωγή κατ΄ολοκληρία καθώς οι μνημονιακές διατάξεις «ψηφίστηκαν και εφαρμόστηκαν για το δημόσιο συμφέρον το οποίο στην προκειμένη περίπτωση ταυτίζεται με το συμφέρον των πολιτών , αφού η ενδεχόμενη πλήρης κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας εξαιτίας της διεθνούς οικονομικής κρίσης, θα συμπαρέσυρε και σε πλήρη κατάρρευση και τα νοικοκυριά όλων των ελλήνων πολιτών’’. Μάλιστα στις εφέσεις επισημαίνεται ότι οι περικοπές που έγιναν είναι ‘συμβατές με το Σύνταγμα’’
Νομικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι το σκεπτικό των δύο εφέσεων έχει πολλά κενά αφού τα πρωτοδικεία ακολούθησαν το σκεπτικό της Ολομέλειας του ΣτΕ υπ’αριθ. 2287-2290/2015 το οποίο έκρινε τις περικοπές αντισυνταγματικές με το σκεπτικό ότι οι συντάξεις μειώθηκαν για πολλοστή φορά χωρίς να υπάρξει μέριμνα για την λήψη άλλων κατάλληλων μέτρων για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης.
Ο αρμόδιος υφυπουργός κ. Τάσος Πετρόπουλος παραδέχθηκε σε συνέντευξή του ότι η τελική έκβαση των αγωγών που θα γίνουν εντός του 2018, θα καθυστερήσει σημαντικά, καθώς αναμένεται τόσο ο ΕΦΚΑ όσο και το ΕΤΕΑΕΠ να ασκήσουν εφέσεις. Γι αυτό και οι δικηγόροι που ασχολούνται με το θέμα συμβουλεύουν τους συνταξιούχους να υποβάλλουν ομαδικές αγωγές ώστε να περιορίσουν τα δικαστικά έξοδα.
Πάντως ο καταιγισμός αιτήσεων και αγωγών έχει μετατραπεί σε εφιάλτη για την κυβέρνηση η οποία προεκλογικά είχε υποσχεθεί ότι θα εφάρμοζε τις αποφάσεις του ΣτΕ. Τώρα προτίθεται να επιστρέψει χρήματα στους λίγους ( μερικές εκατοντάδες συνταξιούχων) που υπέβαλαν αγωγή πριν την απόφαση του ΣτΕ το 2015. Για τους συνταξιούχους που υπέβαλλαν αγωγές μετά, αφήνει να εννοηθεί ότι θα υπάρξει άλλη αντιμετώπιση καθώς ο νόμος Κατρούγκαλου συμπεριέλαβε στις διατάξεις του όλες τις συστάσεις του ΣτΕ και απορρόφησε της αντισυνταγματικές μειώσεις του 2012 μέσω του επαναυπολογισμού των συντάξεων και την εμφάνιση της λεγόμενης προσωπικής διαφοράς.
Η υποβολή αιτήσεων που μπορεί να γίνει πλέον και ηλεκτρονικά έχει ως στόχο την διακοπή παραγραφής των αναδρομικών για να μη χαθεί το έτος 2018 από τις διεκδικήσεις. Για να διεκδικήσουν την επιστροφή των αναδρομικών έως 25.000 ευρώ ανά άτομο, οι συνταξιούχοι πρέπει να υποβάλλουν αγωγές και να επιβαρυνθούν με δικαστικά έξοδα. Ακόμη και οι πλέον χαμηλόμισθοι, με συντάξεις 500,πο 700 και 900 ευρώ, μπορούν να διεκδικήσουν Δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα καλοκαιριού, ισόποσο με τη σύνταξή τους και με πλαφόν τα 800 ευρώ ετησίως. Σωρευτικά, αν υποθέταμε ότι το σύνολο των 2,5 εκ. συνταξιούχων κέρδιζε τελεσιδίκως τις υποθέσεις , το δημόσιο θα έπρεπε να εκταμιεύσει πάνω από 8 δισ.
Οι μειώσεις συντάξεων που κρίθηκαν αντισυνταγματικές είναι:
Α) αυτές του νόμου 4051/2012, που επέβαλε περικοπές επικουρικών συντάξεων κατά 10% στο σύνολο του ποσού σύναξης από 200 ως 250 ευρώ, κατά 15% από τα 250 ως τα 300 ευρώ και κατά 20% στις επικουρικές πάνω από τα 300 ευρώ. Στις τρεις αυτές περικοπές, οι επικουρικές μετά τις μειώσεις διατηρούσαν κατώτατο όριο τα 200 ευρώ, 225 ευρώ και τα 250 ευρώ αντίστοιχα.
Β) αυτές του νόμου 4093/2012, που επέβαλε μειώσεις στο άθροισμα συντάξεων με την εξής κλίμακα: 5% για άθροισμα συντάξεων από τα 1.000 ως 1.500 ευρώ, 10% μείωση από τα 1.500 ως τις 2.000 ευρώ, 15% μείωση από τις 2.000 ως τις 3.000 ευρώ και 20% μείωση επί αθροίσματος συντάξεων άνω των 3.000 ευρώ.
Γ) αυτές του νόμου 4093/2012 για την κατάργηση των Δώρων στις κύριες συντάξεις, που ήταν 800 ευρώ ετησίως με 400 ευρώ δώρο Χριστουγέννων, 200 ευρώ δώρο Πάσχα και 200 ευρώ επίδομα αδείας.