“Με τη βοήθεια του Ταμείου Ανάκαμψης, αναμένουμε ότι η ανάπτυξη θα αποκτήσει σε μια ισχυρή τάση. Παρ’ όλα αυτά, η φιλόδοξη κλίμακα του σχεδίου ανάκαμψης αναδεικνύει κινδύνους απορρόφησης πόρων”, σχολιάζει η Morgan Stanley στην ετήσια στρατηγική της για την Ελλάδα.
“Στην Ελλάδα είχαμε ισχυρή ανάκαμψη της δραστηριότητας το 1ο εξάμηνο του 2021 και το ΑΕΠ επανήλθε στα προ- covid επίπεδα ήδη στο 2ο τρίμηνο του 2021, λόγω της αύξησης του τουρισμού παράλληλα με την αύξηση της τουριστικής κίνησης¨, επισημαίνει ο Mario Pietrunti.
¨Προβλέπουμε ότι το ΑΕΠ θα διαμορφωθεί γύρω στο +7,9% φέτος και θα αυξηθεί περαιτέρω κατά 2,7% το 2022 και το 2023, με σημαντική συμβολή από τις επενδύσεις, με κινητήρια δύναμη τα κεφάλαια της NGEU, τον τουρισμό και τη μεταποίηση να αποτελούν τους κύριους κινητήριους μοχλούς”.
Με την επανέναρξη των τουριστικών ροών, η αγορά εργασίας παρουσίασε επίσης σημάδια βελτίωσης, με το επίπεδο απασχόλησης και το ποσοστό ανεργίας να επιστρέφουν στα προ-covid επίπεδα.
H θετική τάση πιθανότατα επεκτάθηκε στο 3ο τρίμηνο, με τις διανυκτερεύσεις να ανακάμπτουν στο 50% περίπου του επιπέδου του 2019 τον Ιούλιο και οι τουριστικές αφίξεις να ανακάμπτουν στο 75% του επιπέδου του 2019 τον Αύγουστο.
H δυναμική αυτή θα βελτιωθεί περαιτέρω το επόμενο έτος, με την επαναλειτουργία των διεθνών ταξιδιών από χώρες εκτός Ευρώπης.
Στον τομέα της μεταποίησης, θα σημειώνουμε μια ισχυρή ανάκαμψη της βιομηχανικής δραστηριότητας φέτος, η οποία αναμένεται να αποτελέσει καλό οιωνό όσον αφορά τις υψηλότερες επενδύσεις και την κατανάλωση μεσοπρόθεσμα.
Βελτιωμένες δημοσιονομικές προβλέψεις
Αυτές οι ευνοϊκές μακροοικονομικές εξελίξεις συμβάλλουν επίσης στη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών, με τα έσοδα το 3ο τρίμηνο να επιστρέφουν σχεδόν στα προ-covid επίπεδα.
Παρά τη σημαντική στήριξη που παρείχε η κυβέρνηση στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις κατά τη φάση έκτακτης ανάγκης της πανδημίας, με μεγάλα πρωτογενείς ελλείμματα πέρυσι (6,7% του ΑΕΠ) και φέτος (7,5%), το 2022 αναμένεται απότομη βελτίωση (1,6%) και ένα σχεδόν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό μέχρι το 2023(-0,1%). Παρά την ισχυρή ανάπτυξη και το βελτιωμένο δημοσιονομικό ισοζύγιο, ο λόγος χρέους/ΑΕΠ παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητος το επόμενο έτος, λόγω των υψηλών δαπανών για τόκους, με μια πιο σημαντική μείωση του χρέους αναμένεται το 2023, όταν το χρέος θα πέσει κάτω από το όριο του 200%.
Το NGEU στο προσκήνιο
Η Ελλάδα είναι ένας από τους μεγαλύτερους δικαιούχους των χρημάτων του NGEU, με 30,5 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και δάνεια, που αντιστοιχούν περίπου στο 18% του εγχώριου ΑΕΠ και είναι ένα από τα λίγα κράτη μέλη της ΕΕ – μαζί με την Ιταλία και τη Ρουμανία – που έχουν υποβάλει αίτηση για το πλήρες ποσό των δανείων (αξίας 7,5% του ΑΕΠ).
Αυτό δημιουργεί άφθονο περιθώριο για μια διαρθρωτική αύξηση του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκτιμά ότι η συνεισφορά του θα είναι μεγαλύτερη από 2,5 εκατοστιαίες μονάδες ετησίως σε πρόσθετη ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της ζωής του ταμείου και μια μόνιμη αύξηση του δυνητικού προϊόντος άνω του 1 ποσοστιαίου μέτρου.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή, η κλίμακα του ίδιου του σχεδίου καθιστά την απορρόφηση των κονδυλίων πρόκληση, δεδομένου του κακού ιστορικού της χώρας στην απορρόφηση κονδυλίων της ΕΕ.
Διαβάστε ακόμη
OTE: Πώς θα φτάσει η οπτική ίνα σε 3 εκατ. σπίτια και επιχειρήσεις – Όλο το χρονοδιάγραμμα
Το restart που μπορεί να «αλλάξει» την αγορά λευκών συσκευών