Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – τουλάχιστον θεωρητικά – έχει περιθώριο να μειώσει τα επιτόκια ακόμη χαμηλότερα σε αρνητικά επίπεδα, χωρίς η επιπλέον επιβάρυνση που θα φέρει στις τράπεζες να τις παρεμποδίσει στο δανεισμό, αναφέρει μελέτη των κορυφαίων οικονομολόγων του ιδρύματος.
Τα σενάρια
Η έρευνα εξέτασε την επίδραση της κερδοφορίας της τράπεζας στην περίπτωση που η ΕΚΤ μείωσε το επιτόκιο καταθέσεων σε -0,5%, -0,75% ή -1% στις αρχές του 2019 και τη διατηρούσε στα επίπεδα αυτά για τρία χρόνια. Διαπίστωσαν ότι «παρά τις επιπτώσεις στα έσοδα των τραπεζών, η ικανότητα τους να δημιουργούν πιστώσεις δεν επηρεάζεται σε κανένα από τα σενάρια».
Η μελέτη από αξιωματούχους, όπως ο Massimo Rostagno, γενικός διευθυντής νομισματικής πολιτικής, δείχνει ότι το «ποσοστό αντιστροφής» (reversal rates) – το σημείο εκείνο δηλαδή στο οποίο οι τράπεζες σταματούν να δίνουν δάνεια για να προστατεύσουν την κερδοφορία τους – εξακολουθεί να απέχει πολύ.
Η Κριστίν Λαγκάρντ σήκωσε το επιχείρημα στην πρώτη συνέντευξη Τύπου της ως πρόεδρος της ΕΚΤ την περασμένη εβδομάδα. Ερωτηθείσα για τα ποσοστά αναστροφής, έδωσε έμφαση στην πιστωτική επέκταση που συνεχίζεται.
Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη νομισματικής πολιτικής δεν φαίνεται να έχουν την τάση να μειώσουν ξανά τα επιτόκια ξανά σύντομα. Αφού μείωσαν το επιτόκιο κατάθεσης στο -0,5% το Σεπτέμβριο, δηλώνουν όλο και πιο συχνά την ανησυχία τους για τις παρενέργειες. Ενώ αυτές οι προειδοποιήσεις έχουν κάνει τους παράγοντες της αγοράς να ρίξουν τις προσδοκίες για περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, πολλοί εξακολουθούν να αμφιβάλλουν για το χώρο ελιγμών που απομένει σε περίπτωση επιδείνωσης της οικονομίας.
Οι συντάκτες της μελέτης της ΕΚΤ δήλωσαν ότι τα αποτελέσματά τους πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή, καθώς η προσομοίωση τους υποθέτει ένα κατά τα άλλα αμετάβλητο μακροοικονομικό περιβάλλον. Στην πραγματικότητα, μια περαιτέρω περικοπή των επιτοκίων πιθανότατα θα συνεπαγόταν επιδείνωση των συνθηκών, γεγονός που θα καθιστούσε τη λειτουργία της δανειοδότησης πιο δύσκολη για τις τράπεζες.