«Με φόρα» συνεχίζει να κινείται και το 2023 η ελληνική οικονομία, όπως έδειξαν τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το α΄ τρίμηνο της χρονιάς. Επενδύσεις, μισθοί, κατανάλωση και όλοι οι δείκτες της οικονομίας έδωσαν ώθηση και κάνουν την Ελλάδα να ξεχωρίζει. Σήμερα αναμένονται και τα στοιχεία της Eurostat για το σύνολο της ΕΕ, που θα δείξουν αν συνεχίζει να κινείται καλύτερα από τις περισσότερες χώρες της Ενωμένης Ευρώπης.
Μέσα σε ένα ιδιαίτερα ασταθές και επιβαρυμένο διεθνές οικονομικό περιβάλλον πάντως, η ελληνική επίδοση βρίσκεται απολύτως εντός στόχων (αύξηση ΑΕΠ 2,1% στο α΄ τρίμηνο έναντι πρόβλεψης για ετήσια αύξηση 2,3% ως το τέλος του έτους στο Πρόγραμμα Σταθερότητος).
«Τεχνικοί λόγοι» εμπόδισαν να είναι και ακόμα καλύτερη στην αρχή της χρονιάς. Αλλά οι ίδιοι λόγοι υπόσχονται ακόμα υψηλότερες «πτήσεις» στα επόμενα τρίμηνα της χρονιάς. Και συγκεκριμένα:
* Η ΕΛΣΤΑΤ άλλαξε τη βάση σύγκρισης του α΄ τριμήνου: αναθεώρησε εχθές το α΄ τρίμηνο πέρυσι κι ανακοίνωσε πως δεν είχε αυξηθεί 7,5% όπως είχε μετρηθεί, αλλά ακόμα περισσότερο, ανεβάζοντας την περσινή επίδοση σε 7,8% τελικά. Η αύξηση του 2023 έρχεται να προστεθεί στο περσινό τεράστιο άλμα, αλλά τεχνικά την «ψαλιδίζει» ως αποτέλεσμα της υψηλότερης βάσης και αφετηρίας (base effect). Με την ίδια αναθεώρηση όμως, προσωρινά τουλάχιστον, η ΕΛΣΤΑΤ «κόντυνε» ταυτόχρονα την Ανάπτυξη στο 3ο και 4ο τρίμηνο του 2022 (4,2% αντί 4,4% και 4,8% αντί 5,2%). Αυτό καθιστά πιο ευνοϊκή την αφετηρία για σύγκριση της αύξησης στα τελευταία δύο τρίμηνα της φετινής χρονιάς. Και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για υψηλότερο μέσο όρο ανάπτυξης στο σύνολο του έτους, που ήδη διανύουμε.
* Αποτέλεσμα της τεράστιας αστάθειας παγκοσμίως, είναι και ότι το 2023 συντελέστηκε κάθετη πτώση των τιμών καυσίμων και ενέργειας διεθνώς, ιδίως από τον Ιανουάριο και μετά. Αυτό ευνοεί μεν την Ανάπτυξη γιατί μειώνεται η οικονομική «αιμορραγία» (ΑΕΠ που θα έχανε η χώρα) για εισαγωγές φυσικού αερίου και καυσίμων. Ωστόσο ανατρέπει ξαφνικά βασικές συνιστώσες του ΑΕΠ: εν συγκρίσει με πέρυσι, από τον Ιανουάριο του 2023 και μετά εισπράχθηκαν πολύ λιγότεροι φόροι στα ενεργειακά προϊόντα, ενώ δόθηκαν και μικρότερες εισοδηματικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις στους καταναλωτές ενέργειας και καυσίμων από αυτές που «έπεφταν» στην αγορά μέχρι πέρυσι και προσμετρούνταν στον σχηματισμό του ΑΕΠ.
Η ξαφνική αυτή αλλαγή, αποδυναμώνει “λογιστικά” το α΄τρίμηνο, αφού ένα μέρος εξ αυτών καταγράφηκε και ενίσχυσε το ΑΕΠ ως τα τέλη του 2022, αλλά η μεταβολή παύει να υφίσταται από τις αρχές του 2023 πια. Στη συνέχεια της χρονιάς, η επίπτωση της ξαφνικής αυτής στρέβλωσης λόγω των καυσίμων θα μετριαστεί και θα απορροφηθεί στα επόμενα τρίμηνα, αφήνοντας να φανεί το μεγάλο κέρδος που συνεπάγεται για το ΑΕΠ η μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών από εισαγωγές καυσίμων.
Πέραν τούτων πάντως, όλες οι άλλες “ποιοτικές” παράμετροι του ΑΕΠ, ήταν εντυπωσιακά καλύτερες από τις προβλέψεις, επιδεικνύοντας αντοχές της πραγματικής οικονομίας.
Και συγκεκριμένα:
- οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) αυξήθηκαν κατά 8,2% στο α΄τρίμηνο φέτος. Και μόνο εξαιτίας της τεχνικής μεταβολής των αποθεμάτων από τις μειώσεις που περιγράφηκαν πιο πάνω (-8,6% από φόρους επί των προϊόντων και -11,8% στις επιδοτήσεις επί των προϊόντων) η συγκυριακή αυτή μείωση οδήγησε σε πτώση 0,7% συνολικά του ακαθάριστου σχηματισμού κεφαλαίου.
- και χωρίς τις μεγάλες επιδοτήσεις πάντως, η ιδιωτική κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε φέτος κατά 2,9% εν σχέσει με το α΄τρίμηνο του 2022.
- οι αμοιβές εξηρτημένης εργασίας κατέγραψαν ρεκόρ, φτάνοντας στα επίπεδα που ήταν στο α΄τρίμηνο του 2011 (19,432 δισεκατομμύρια ευρώ τότε έναντι 19,112 δισεκατομμύρια ευρώ στο α΄ τριμ. φέτος)
- οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων (επικουρούμενες και από τον Τουρισμό) αυξήθηκαν κατά 8,9% (μετά από 2 συνεχόμενα τρίμηνα μειώσεων) παρότι οι τιμές των καυσίμων που εξάγει η χώρα υποχώρησαν
- μόλις «ξεφούσκωσαν» οι τιμές των καυσίμων, «ξεφούσκωσαν» και οι εισαγωγές προϊόντων από το εξωτερικό, καταγράφοντας αύξηση 5,6% φέτος έναντι αύξησης 17,7% το α΄τρίμηνο πέρυσι.
Σε κάθε περίπτωση, όπως επεσήμανε σχετικά και ο υπουργός Οικονομικών καθηγητής Θεόδωρος Πελαγίδης, είναι θετικό ότι οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 8,9% σε σχέση με το 1 ο τρίμηνο του 2022, ενώ οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν χαμηλότερη αύξηση, κατά 5,6%, σε σχέση με το 1 ο τρίμηνο του 2022.
Ιδιαιτέρως, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 10,6%, ενώ οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν μόνον κατά 3,2%.
Διαβάστε ακόμη
Πώς σχεδιάζει ο Βασίλης Ψάλτης να «χτίσει» τη νέα Alpha Bank – Οι 6 προτεραιότητες έως το 2025
Στο στόχαστρο της εφορίας όσοι «ξεχνούν» να δηλώσουν ενοίκια
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ