Συνέντευξη στον Δημήτρη Παφίλα
Για αρκετά χρόνια ο κ. Μιχάλης Μασουράκης μέσω των αναλύσεων του είτε στην Alpha bank, είτε στον ΣΕΒ επιχειρούσε να είναι η φωνή της λογικής στην ελληνική οικονομία, απέναντι σε πολιτικές που δεν ήταν πάντα οι κατάλληλες.
Τώρα ως υποψήφιος Ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας έχει την ευκαιρία να βρεθεί στην απέναντι όχθη, των αποφάσεων που λαμβάνονται τον Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.
Ως άνθρωπος της αγοράς, δεν υπόσχεται, ούτε όταν του ζητάμε, πολιτικές που αυξάνουν τις αξίες. Ξεκαθαρίζει ότι, τα κέρδη θα έλθουν με ένα φιλοεπενδυτικό πλαίσιο, χαμηλή φορολογία, ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, αποτελεσματική δημόσια διοίκηση.
Ο κ. Μασουράκης, όμως, επισημαίνει την έλλειψη ανταγωνισμού καθώς κοινωνικές ομάδες απολαμβάνουν νομοθετημένες προσόδους, έτσι δεν είναι τυχαίο πως δεν αναπτύχθηκε η βιομηχανία στην Ελλάδα.
Ακολουθεί η συνέντευξη του Οικονομολόγου κ. Μιχάλη Μασουράκη, Υποψήφιου Ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας στον Δημήτρη Παφίλα:
Γιατί αποφασίσατε την κάθοδο στα κοινά όταν οι περισσότεροι επαγγελματίες του ιδιωτικού τομέα αρνούνται να συμμετάσχουν;
Εγώ τελείωσα το 19ο Λύκειο Αρρένων Αθηνών. Έκτοτε δουλεύω, από υπάλληλος του ΟΤΕ μέχρι Επικεφαλής Οικονομολόγος της Alpha Bank και του ΣΕΒ. Τα έχω δει όλα στην επαγγελματική μου διαδρομή. Ήθελα, πάντα, μέσα από τα γραπτά μου, να είμαι χρήσιμος.
Ήρθε, όμως, η ώρα να δω στην πράξη τι σημαίνει πολιτικό κόστος, λαϊκισμός και προσοδοθηρία. Αισθάνομαι ευτυχής που μου δίνεται η ευκαιρία να συμμετάσχω στην μεγάλη αλλαγή που περιμένει η χώρα για δεκαετίες. Μια αλλαγή που θα δώσει ώθηση στην παραγωγικότητα και στο βιοτικό επίπεδο και, θεσμικά, θα μας οδηγήσει στην κανονικότητα.
Δεν θα είναι εύκολο να αλλάξουν τα πράγματα. Πιστεύω, όμως, ότι υπάρχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις για την αλλαγή. Είναι σχεδόν η τελευταία μας ευκαιρία να προετοιμάσουμε τη χώρα για τις τεράστιες τεχνολογικές αλλαγές που έρχονται και να δώσουμε αισιοδοξία για το μέλλον σε όλους τους Έλληνες. Η Νέα Δημοκρατία είναι έτοιμη να φέρει την αλλαγή και θα τα καταφέρει.
Ποιες είναι οι πιο κατάλληλες πολιτικές για να αυξηθούν οι αξίες (assets) στην Ελλάδα και να προσελκύσουμε επενδύσεις;
Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Οι αξίες πάντα αντανακλούν τη μελλοντική κερδοφορία. Και το τελευταίο είναι συνάρτηση ενός σταθερού φιλοεπενδυτικού πλαισίου, με κανόνες, με χαμηλή φορολογία, με αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, με ταχεία απονομή δικαιοσύνης. Δεν μπορεί η χώρα να κατατάσσεται τελευταία στην Ευρώπη στις διεθνείς συγκρίσεις ανταγωνιστικότητας, δεξιοτήτων, αδιαφάνειας, κλπ., και να νομίζουμε ότι με παροχές και αλλαγές business as usual θα έρθει η ανάπτυξη. Χρειάζεται τεράστια προσπάθεια από την πλευρά μας να αλλάξουμε τον τρόπο που μας βλέπουν οι άλλοι. Η επερχόμενη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει αυτή ακριβώς την ιστορική ευθύνη. Να φέρει τις θεσμικές αλλαγές για να υποδεχθεί η χώρα κερδοφόρες επενδύσεις, που θα βελτιώσουν το επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού.
Συχνά στην Ευρωβουλή λειτουργεί ως χώρος lobbying υπέρ μεγάλων επιχειρήσεων που επιδιώκουν μεγαλύτερα οφέλη ή πλήττουν τα συμφέροντα άλλων (λ.χ. ελληνική ναυτιλία, βιομηχανία). Με ποιους τρόπους θα μπορούσε η Ελλάδα να υπερασπίσει θεσμικά την πορεία των επιχειρήσεων της;
Αυτό δεν είναι τίποτα ασυνήθιστο. Όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις επιβάλλεται να έχουν φωνή στις Βρυξέλλες, όπως έχουν και όλα τα άλλα οργανωμένα συμφέροντα, συνδικαλιστικά, εργοδοτικά, περιφερειακά, κλπ., ώστε να πιέζουν για τα αιτήματά τους. Προφανώς, το ίδιο lobbying λαμβάνει χώρα και σε εθνικό επίπεδο. Ας μην ξεχνάμε ότι οι αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου λαμβάνονται πάνω σε κείμενα, που έχουν, σε μεγάλο βαθμό, συμφωνηθεί μεταξύ εκπροσώπων των εθνικών κυβερνήσεων. Για αυτό είναι σημαντικό, όχι μόνο οι Ευρωβουλευτές αλλά και οι εθνικές κυβερνήσεις, να παρακολουθούν τα τεκταινόμενα και να αντιδρούν όταν βλάπτονται τα εθνικά συμφέροντα. Ο μόνος τρόπος αντίδρασης είναι η επιμελής τεκμηρίωση των εθνικών θέσεων, που προϋποθέτει εξειδικευμένες γνώσεις. Στο τέλος, τα νομικά κείμενα που εγκρίνονται αντανακλούν την συνισταμένη των συμφερόντων των κρατών-μελών.
Για αυτό δεν δικαιολογείται ευρωβουλευτές να μην γνωρίζουν τι ψηφίζουν και κατά πόσον βλάπτονται ή όχι τα εθνικά συμφέροντα, όπως συνέβαινε με τα Μνημόνια που το ελληνικό κοινοβούλιο νομοθετούσε χωρίς πολλές φορές να κατανοούν οι βουλευτές τι ψηφίζουν. Η δημοκρατία δεν είναι παρά μια ατελής διαδικασία, αλλά είναι η καλύτερη διαδικασία για τη λήψη αποφάσεων που έχουμε. Και επειδή είναι ατελής, χρειάζεται προετοιμασία και επιμέλεια από όσους εμπλέκονται.
Η Ελλάδα δεν έχει κάποιο θεσμικό τρόπο να υπερασπίσει (μήπως εννοείτε προστατεύσει;) την πορεία των επιχειρήσεων της. Δεν μπορείς, για παράδειγμα, να αναγκάσεις τους άλλους να έχουν μικρότερες επιχειρήσεις επειδή εσύ στη χώρα σου δεν αφήνεις τις επιχειρήσεις να μεγαλώσουν λόγω υψηλών φόρων, που οδηγούν σε φοροδιαφυγή και αθέμιτο ανταγωνισμό. Ούτε μπορείς να αναγκάσεις τους άλλους να έχουν υψηλά επιτόκια, επειδή εσύ έχεις δημοσιονομικά προβλήματα.
Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να μάχεσαι για να εξασφαλίζεις ίσους όρους ανταγωνισμού για όλες τις ομοειδείς επιχειρήσεις. Πρακτικές που μειώνουν το κόστος ενέργειας σε ορισμένες χώρες, για παράδειγμα, προφανώς και πρέπει να εφαρμόζονται παντού. Εάν, όμως, μια χώρα επιβάλλει υψηλούς φόρους στην κατανάλωση ή την παραγωγή για καθαρά εισπρακτικούς λόγους (για να πληρώνει συντάξεις, ας πούμε), τότε δεν μπορούν να αποφευχθούν στρεβλώσεις.
Ως οικονομολόγος με μακρά θητεία σε Τράπεζες, βιομηχανία, έχετε εντοπίσει τις αδυναμίες που κρατούν δεσμευμένες τις δυνάμεις στην ελληνική οικονομία;
Αυτό που κρατάει πίσω την ελληνική οικονομία είναι η έλλειψη ανταγωνισμού, που πολλές φορές είναι νομοθετημένη, έτσι ώστε να προασπίζονται ειδικά συμφέροντα κοινωνικών ομάδων πίεσης.
Παρά την απελευθέρωση επαγγελμάτων, για παράδειγμα, εξακολουθούν να υφίστανται χιλιάδες περιορισμοί που δημιουργούν εισοδήματα για μερικούς σε βάρος των υπολοίπων.
Όλη η νομοθεσία βρίθει από ρυθμίσεις που δημιουργούν εισοδήματα για συγκεκριμένες ομάδες επαγγελματιών. Τα εισοδήματα αυτά λέγονται πρόσοδοι στα οικονομικά. Είναι δηλαδή εισοδήματα που δεν παράγονται από τη συνήθη οικονομική δραστηριότητα αλλά είναι αποτέλεσμα ειδικών ρυθμίσεων, όπως είναι το ενοίκιο σε ένα κτήμα που απολαμβάνει ο ιδιοκτήτης επειδή έτυχε να κατέχει τη συγκεκριμένη ιδιοκτησία.
Δεν χρειάζεται να επενδύσει τίποτα, απλώς η κατοχή του κτήματος (δικαιώματος) δημιουργεί έσοδα. Δεν είναι τυχαίο που δεν έχει αναπτυχθεί η βιομηχανία στην Ελλάδα, ενώ ο τουρισμός γνωρίζει μεγάλη άνθηση.
Η βιομηχανία θέλει επενδύσεις σε συνθήκες υψηλού ανταγωνισμού σε διεθνή κλίμακα. Ο τουρισμός, αντιθέτως, αντλεί πρόσοδο, καθώς εκμεταλλεύεται την τοποθεσία, τον ήλιο, το κλίμα, τα προϊόντα της ελληνικής γης, τη θάλασσα, ό,τι βρέθηκε δηλαδή στη χώρα μας, περιουσιακά στοιχεία που δεν χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις για να τα βελτιώσεις (τουλάχιστον όχι στον ίδιο βαθμό με τη βιομηχανία).