Καθαρούς τίτλους ιδιοκτησίας σε περισσότερους από 300.000 ιδιώτες, τα ακίνητα των οποίων διεκδικεί ως περιουσία του το Δημόσιο εδώ και δεκαετίες, θα προσφέρει η κυβέρνηση με νομοσχέδιο που ετοιμάζεται θα καταθέσει στις αρχές του 2022 στη Βουλή.
Όπως λένε στο υπουργείο Οικονομικών, «η τακτοποίηση των διακατεχόμενων δημοσίων κτημάτων θα εξασφαλίσει έσοδα για τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά αποτελεί και λύση για εξάλειψη κοινωνικών αδικιών έναντι ιστορικά τεκμηριωμένων διεκδικήσεων και συγκρούσεων, καθώς το Δημόσιο εμφανίζεται όψιμα -ή και μετά από αιώνες- να αμφισβητεί ιδιοκτησίες και… χωριά ολόκληρα! Επιπλέον το Δημόσιο θα γλιτώσει και από το κόστος για πολύχρονες δίκες και άλλες γραφειοκρατικές διαδικασίες».
Εκτός από κοινωνικό, το πρόβλημα είναι επίσης οικονομικό, επενδυτικό και διαρθρωτικό. Σχέδια για βιομηχανικές ζώνες σκοντάφτουν πάνω σε οικισμούς, μεταβιβάσεις και τίτλοι ιδιοκτησίας σε περιοχές ή γειτονιές, όπως σε Ηλιούπολη, Χολαργό, Ανω Γλυφάδα κ.λπ., τελούν υπό αμφισβήτηση, ενώ και ακίνητα κόκκινων δανειοληπτών που θα καταλήξουν στα funds μπορεί να διεκδικούνται επίσης και από το Ελληνικό Δημόσιο!
Καραμπόλα ευθυνών
Η λύση που σχεδιάζει να δώσει στο πρόβλημα των καταπατημένων ακινήτων, γαιών και οικισμών προβλέπει οριστική τακτοποίηση της αντιδικίας με το κράτος, αντί εύλογου και χαμηλού τιμήματος από τον ιδιώτη που τα διεκδικεί. «Δημιουργείται μέγα κοινωνικό πρόβλημα όταν το κράτος -με πολύχρονη καθυστέρηση συνήθως- ενημερώνει ανυποψίαστους αγοραστές ακινήτων ότι πρόκειται για δημόσια περιουσία», παραδέχονται στελέχη υπηρεσιών που ζουν το πρόβλημα.
Μοιραία, όμως, κάθε συζήτηση για εξαγορά καταπατημένης δημόσιας γης από τους αυθαίρετους κατόχους επαναφέρει στο προσκήνιο και αμαρτωλές ιστορίες του παρελθόντος:
■ Στην Αττική 8 στα 10 ακίνητα του Δημοσίου βρίσκονται στα χέρια καταπατητών. Εκτιμάται ότι από το σύνολο της δημόσιας περιουσίας έχει καταπατηθεί το 47% των αστικών ακινήτων και το 64% των αγροτικών εκτάσεων.
■ Δεν είναι καταπατητές -εν γνώσει τους τουλάχιστον-, αλλά θύματα μάλλον, χιλιάδες ιδιώτες που εμπλέκονται σήμερα σε αυτά τα διακατεχόμενα ακίνητα. Σχεδόν όλοι όσοι απέκτησαν μερίδια από «κτήματα» ιδιωτών καταπατητών έκαναν έλεγχο τίτλων και δήλωσαν νόμιμα τα συμβόλαια στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, χωρίς το κράτος να εμποδίσει τη μεταβίβαση ή να προβάλει -όταν έπρεπε- τις ιδιοκτησιακές διεκδικήσεις του.
■ Ακόμα και μέσα στην Αθήνα, όπως λένε αρμόδιες πηγές, θα αποδειχθεί, όταν τελειώσει η κτηματογράφηση, ότι πολλά ακίνητα ιδιοκτητών ή δανειοληπτών δηλώθηκαν ότι ανήκουν στο Δημόσιο. Το Δημόσιο θα απογράψει τελευταίο τα ιδιοκτησιακά του δικαιώματα, όταν οι ιδιώτες θα έχουν ήδη δηλώσει την περιουσία τους.
Για παράδειγμα, πολυκατοικίες ολόκληρες στα Βριλήσσια, στο Γαλάτσι και αλλού έχουν κτιστεί σε κτήματα που διένειμε τη δεκαετία του ’50 το υπουργείο Γεωργίας για αγροκαλλιέργειες, αλλά είτε δεν αποπληρώθηκε ποτέ το αντίτιμο από τους κατόχους, είτε ενώ δόθηκαν σαν χωράφια και αγροτεμάχια, μετά από δεκαετίες αυτά πουλήθηκαν, δόθηκαν αντιπαροχή, χτίστηκαν και μετατράπηκαν σε πολυκατοικίες και διαμερίσματα που μπήκαν και υποθήκη για τραπεζικά δάνεια.
Έντονο επίσης είναι το πρόβλημα σε περιοχές που ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα μόλις τον περασμένο αιώνα. Σε Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα καταπατημένο θεωρείται το 70% των δημόσιων κτημάτων. Για 10% των κτημάτων οι αρμόδιες Αρχές δεν έχουν καν στοιχεία.
Το πρόβλημα απλώνεται σε ολόκληρη τη χώρα
■ Στο Αιγαίο είναι καταπατημένο το 47% της αστικής γης και το 64% της αγροτικής γης του Δημοσίου.
■ Στη Μακεδονία – Θράκη, ο κατάλογος των καταπατημένων αριθμεί 1.281 ακίνητα, ενώ άλλα 433 είναι καταπατημένα ανταλλάξιμα.
■ Στις Περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου υπολογίζεται ότι 498 ακίνητα του Δημοσίου είναι υπό κατοχή.
■ Στην Πελοπόννησο και τη Δυτική Ελλάδα η καταγραφή έχει περιοριστεί στον Νομό Αχαΐας, με την απογοητευτική διαπίστωση ότι σχεδόν το σύνολο των 1.700 ακινήτων του Δημοσίου είναι καταπατημένο.
Πολιτική γης
Το πρόβλημα ξεκινά πριν από 100 χρόνια, με τις αναγκαστικές μετακινήσεις πληθυσμών μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανάγκη τους να καλύψουν το ζήτημα της στέγασης. Από τη ρύθμιση που ίσχυσε το 1923 μέχρι σήμερα, η αδυναμία του κράτους να καταγράψει και να προστατεύσει την περιουσία του την παρέδωσε βορά σε μεγαλοκτηματίες καταπατητές. Προκάλεσε όμως και σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα της ελληνικής υπαίθρου, καθώς τα διακατεχόμενα ακίνητα αποτελούν, πλέον, σπίτια και οικισμούς χιλιάδων φτωχών νοικοκυριών στην ελληνική περιφέρεια.
Η απόφαση για να δοθεί λύση όμως είναι ειλημμένη. Όπως λένε στο υπουργείο Οικονομικών, η τακτοποίηση των κατεχόμενων δημόσιων και ανταλλαξίμων κτημάτων θα είναι πολλαπλώς χρήσιμη, γιατί θα συμβάλει:
■ Στην εξάλειψη ιστορικά τεκμηριωμένων κοινωνικών αδικιών και συγκρούσεων ή διεκδικήσεων κάθε μορφής, που εκδηλώνονται κάθε φορά που η Πολιτεία προσπαθεί να προστατεύσει με συγκεκριμένα μέτρα, αλλά με σημαντική χρονική υστέρηση, την περιουσία της.
■ Στην εισροή σημαντικών εσόδων στον κρατικό προϋπολογισμό.
■ Στην αποτελεσματική προστασία της κοινόχρηστης περιουσίας του Δημοσίου, καθώς και της περιουσίας που θα αποκαλυφθεί όταν τα ακίνητα δηλωθούν μέσω του Εθνικού Κτηματολογίου,
■ Στην απελευθέρωση των αρμόδιων διοικητικών υπηρεσιών και των δικαστηρίων από σημαντικό αριθμό δικών, εξόδων και γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Διαβάστε ακόμα:
Πληθωρισμός «τέρας»: 5,1% τον Δεκέμβριο
Τα «μαγικά» του Ντράγκι: Πώς θα περάσει νέα μέτρα στήριξης χωρίς να ξεφύγει το έλλειμμα
ΟΑΕΔ: Πρόγραμμα απασχόλησης για άνεργους 30 ετών και άνω – Μέχρι πότε οι αιτήσεις