search icon

Οικονομία

“Kurzarbeit’’: Tο μοντέλο που προτείνουν, ελέω κορωνοϊού, οι τουριστικοί φορείς

Η επιδότηση της εργασίας μπορεί να γίνει «μέσω επιδότησης εργοδοτικών εισφορών -αναλογικά με την συνεισφορά και του εργαζομένου- και συμπληρωματικών επιδομάτων στη λογική του “Kurtzarbeit”

Με πολλά από τα ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα να μην ανοίγουν φέτος καθόλου, το θέμα της ανεργίας στον κλάδο είναι αυτό που απασχολεί στο μέγιστο βαθμό τους τουριστικούς φορείς, οι οποίοι τονίζουν ιδιαίτερα το μείζον ζήτημα της επιδότησης εργασίας και εργαζομένων από την επανεκκίνηση της οικονομίας και για όλο το 2020.

Ο κλάδος, συμπεριλαμβανομένων και των αεροπορικών, φαίνεται ότι προκρίνει το μοντέλο ‘’Kurzarbeit’’, που περιλαμβάνεται άλλωστε και στη δέσμη μέτρων που κατέθεσε ως πρόταση ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριριστικών Επιχειρήσεων προ ημερών στον ίδιο τον Πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.

Η επιδότηση της εργασίας (και όχι της ανεργίας) και των εργαζομένων μπορεί να γίνει «μέσω επιδότησης εργοδοτικών εισφορών -αναλογικά με την συνεισφορά και του εργαζομένου- και συμπληρωματικών επιδομάτων στη λογική του “Kurtzarbeit”. Επιπλέον, πρέπει να έχουμε υπόψιν, ότι δεδομένου ότι πολλές από τις εποχικές επιχειρήσεις δε θα καταφέρουν να λειτουργήσουν φέτος, μεγάλο μέρος των περίπου 700.000 εργαζομένων του τουρισμού (στοιχεία του τρίτου τριμήνου του 2019), θα παραμείνει άνεργο. Χρειάζεται λοιπόν δίχτυ προστασίας», αναφέρεται στην επιστολή του ΣΕΤΕ προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Tο καθεστώς της επιδοτούμενης απασχόλησης Kurzarbeit, συνέβαλε, σύμφωνα με τους τουριστικούς φορείς, σημαντικά στη διατήρηση χιλιάδων θέσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης στα τέλη της δεκαετίας του 2000 και χώρες όπως η Μ. Βρετανία και η Γαλλία έχουν ήδη ξεκινήσει να εφαρμόζουν το μέτρο για την καταπολέμηση του Covid-19. Υπό αυτό το καθεστώς του Kurzarbeit ή Furlough, οι επιχειρήσεις αποτρέπονται από απολύσεις στις οποίες ενδεχομένως να ήταν υποχρεωμένες να προχωρήσουν λόγω πτώσης της ζήτησης ενώ ταυτόχρονα και οι εργαζόμενοι περιορίζουν την απώλεια του εισοδήματός τους, παρόλο που εργάζονται λιγότερες ώρες. Και αυτό γιατί το κράτος χρηματοδοτεί, καταβάλλοντας απευθείας στον εργαζόμενο, το μεγαλύτερο μέρος του καθαρού μισθού που αντιστοιχεί στις λιγότερες πλέον ώρες, εφόσον πράγματι πρέπει να εργαστεί μειωμένο ωράριο. Το υπόλοιπο εξακολουθεί να το καταβάλει ο εργοδότης.

Με το συγκεκριμένο μοντέλο συντάχθηκε και ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ και CEO του ομίλου Sani/ Ikos  κ. Ανδρέας Ανδρεάδης στη διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε την περασμένη Πέμπτη το Delphi Forum για τη θέση των επιχειρήσεων απέναντι στην αβεβαιότητα του κορωνοϊού. «Πρέπει να μη χάσουμε επιχειρήσεις και εργαζόμενους στον τουρισμό, έναν κλάδο που στηρίζει εδώ και δέκα χρόνια την ελληνική οικονομία κι έχει πολλούς εποχικούς εργαζόμενους.

Θα πρέπει να βρεθεί ένα μοντέλο -τύπου Κurzarbeit- ώστε να στηριχθεί- ο κλάδος και ο εργαζόμενος να έχει τη δυνατότητα ώστε να συμπληρώσει το 60% -70% του μισθού και να παραμείνει ενεργός την επόμενη μέρα. Μπορούμε να σώσουμε την παρτίδα και είναι εκατοντάδες χιλιάδες οι εποχικοί εργαζόμενοι στον τουρισμό. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι τον Ιούνιο δεν θα έχει τελειώσει το πρόβλημα και δεν θα μπορούν να ανοίξουν τα ξενοδοχεία στο σύνολό τους- θα πάει η ανεργία στο 30% λόγω των κλειστών ξενοδοχείων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού».

Ο κ. Ανδρεάδης χαρακτήρισε ως θετικές τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ελλάδας στον τομέα του τουρισμού, ενώ για το πιο άμεσο διάστημα επεσήμανε ότι «η τουριστική πίτα θα είναι βραχυπρόθεσμα μικρότερη αλλά και πάλι η Ελλάδα θα προσπαθήσει να διεκδικήσει το μεγαλύτερο δυνατό μερίδιο». Απαντώντας στην κριτική που ασκείται το τελευταίο διάστημα περί μονοκαλλιέργειας στην ελληνική οικονομία με την ανάπτυξη του τουρισμού τα τελευταία χρόνια ανέφερε ότι πιστεύει βαθιά στον ελληνικό τουρισμό και το πρόβλημα του κορωνοϊού «είναι πολύ συγκεκριμένο, μπορεί να πάρει μία διετία, ωστόσο ξέρουμε ότι έχει αρχή, μέση και τέλος. Είναι μεγάλο λάθος να υποτιμάμε τα τουριστικά assets λόγω της κρίσης. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η επόμενη μέρα για τον ελληνικό τουρισμό θα είναι πολύ καλή. Η Ελλάδα έχει πολύ ισχυρό brand».

 

Exit mobile version