Τα κράτη μέλη της ΕΕ διστάζουν να ζητήσουν τα δάνεια από τον ESM που τους αναλογούν από το ευρωπαϊκό ταμείο ανάκαμψης που συμφωνήθηκε το καλοκαίρι, προτιμώντας να αιτηθούν κυρίως (ή πρώτα) τις μη επιστρεπτέες επιχορηγήσεις από το βασικό εργαλείο της ΕΕ για την αντιμετώπιση της ύφεσης που προκαλεί η πανδημία στην Ευρώπη.
Αυτό δημιουργεί το ρίσκο η συνολική τονωτική επίδραση της ευρωπαϊκής απάντησης να αποδειχθεί μικρότερη του σχεδιαζόμενου, και μάλιστα σε μια φάση όπου φαίνεται ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από τον κορωνοϊό στις ευρωπαϊκές οικονομίες θα είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτές που είχαν αρχικά εκτιμηθεί.
Οι επιχορηγήσεις αφορούν 390 δισ. ευρώ από τα συνολικά 750 δισ. που αναμένεται να διατεθούν στα κράτη μέλη.
Τα δάνεια του ESM θα προέρθουν από δανεισμό εκ μέρους του ESM για λογαριασμό των κρατών μελών. Με αυτό το τρόπο το κόστος δανεισμού θα είναι μικρότερο από ότι θα ήταν για τις δημοσιονομικά πιο αδύναμες χώρες με χαμηλότερη πιστοληπτική αξιολόγηση, αν απευθύνονταν οι ίδιες στις αγορές για δανεικά. Τα κράτη-μέλη έτσι, λέει ο σχεδιασμός, θα εξοικονομήσουν τη διαφορά στο κόστος δανεισμού.
Ο πρόσφατος πετυχημένος κοινός δανεισμός της ΕΕ για τη χρηματοδότηση του ξεχωριστού προγράμματος SURE (για τη στήριξη της απασχόλησης) και το τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον που προκάλεσε, επιβεβαίωσε τα πολύ χαμηλά επιτόκια του κοινού ευρωπαϊκού δανεισμού και υπογραμμίζει την εξοικονόμηση που μπορεί να προκύψει για τις χώρες.
Δεύτερες σκέψεις…
Αλλά το ταμείο ανάκαμψης κατά κάποιο τρόπο αποδεικνύεται πως γίνεται θύμα της ίδιας της επιτυχίας της ανακοίνωσής του. Η συμφωνία των ευρωπαίων ηγετών για κοινό δανεισμό, έδωσε τόσο θετικό σήμα για τις προοπτικές της ΕΕ και της ευρωπαϊκής ενοποίησης που, σε συνδυασμό με τα προγράμματα στήριξης από την ΕΚΤ, έριξε ραγδαία το κόστος δανεισμού στις διεθνείς αγορές για όλες τις χώρες, ακόμα και τις δημοσιονομικά αδύναμες όπως η Ιταλία και η Ελλάδα, όπως έδειξε ο πρόσφατος δανεισμός με χαμηλό επιτόκιο ρεκόρ.
Έτσι η διαφορά μεταξύ κόστους του δανεισμού από τις διεθνείς αγορές και του δανεισμού από τον ESM (με όρους και προϋποθέσεις πιο χαλαρούς από τα ελληνικά μνημόνια – αλλά πάντως δεσμευτικούς) έχει μειωθεί σημαντικά.
Σύμφωνα με υπολογισμούς της ING, η Πορτογαλία θα γλίτωνε 5,5 εκατ. ευρώ το χρόνο για κάθε δισεκατομμύριο δανεικών αν έβγαινε στις αγορές μόνη της. Η Ισπανία θα γλίτωνε 5,6 εκατ. η Ιταλία 11,7 εκατ.
Τα κέρδη για την Ελλάδα ανέρχονται σε 12,8 εκατ. ευρώ το χρόνο για κάθε δισεκατομμύριο δανεικών.
Ήδη χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν εκφράσει αμφιβολίες για το κατά πόσον θα αιτηθούν το σύνολο των δανείων που τους αναλογούν από τον ESM. Η Ελλάδα ζητά από την Κομισιόν διευκρινήσεις για το αν τα δάνεια του ESM θα επιβαρύνουν το συνολικό χρέος της Ελλάδας ή αν προβλέπεται κάποιος ευνοικότερος λογιστικός χειρισμός.
«Τοξικά δανεικά» ή καλοδεχούμενες εξοικονομήσεις;
H επίδραση αυτών των νέων δανείων στους εθνικούς λογαριασμούς απασχολεί σοβαρά πολλές μεγάλες οικονομίες που η πανδημία εκτόξευσε το λόγο χρέους προς ΑΕΠ.
Στην Ισπανία, χώρα που έχει πληγεί περισσότερο από τον κορωνοϊό, το έλλειμα ύψους 14,1% που αναμένεται να καταγράψει φέτος (ένα έλλειμμα που έστειλε την Ελλάδα σε πρόγραμμα στήριξης το 2009) θα εκτοξεύσει το χρέος της από 95,5% του ΑΕΠ το 2019 στο 123% το 2020.
Για το λόγο αυτό η Μαδρίτη σκοπεύει να δανειστεί προκαταβολικά και “έναντι” των επιχορηγήσεων που θα λάβει, πριν καν αυτές εγκριθούν. Προσθέτει δε ότι θα αιτηθεί των δανεικών μετά τις επιχορηγήσεις, μετά το 2023. Η Λισαβόνα επίσης αρχικά απέρριπτε τα δάνεια λέγοντας ότι θα επιβαρύνουν το χρέος της, αλλά γρήγορα μαλάκωσε τις διατυπώσεις λέγοντας ότι θα προσπαθήσει να ελαχιστοποιήσει τα δάνεια στο μείγμα.
Αλλά και οι βόρειες χώρες σνομπάρουν τα δάνεια του ESM. Καθώς το κόστος δανεισμού τους από τις διεθνείς αγορές είναι ακόμη χαμηλότερο σε σχέση με το νότο, και καθώς έχουν μεγαλύτερο περιθώριο να αυξήσουν το λόγο χρέους προς ΑΕΠ, έχουν ακόμα μικρότερο κίνητρο να πάρουν τα δάνεια του ESM.
H Ελλάδα, αν υποθέσουμε ότι θα δανείζεται περίπου 8 δισ το χρόνο από τις αγορές, η εξοικονόμηση που θα προκύψει αν πάρει τα δάνεια του ESM μπορεί να αγγίξει τα 100 εκατ. το χρόνο, μια αξιοσημείωτη ανάσα για τον ελληνικό προϋπολογισμό. Έτσι η ελκυστικότητα των επίσημων ευρωπαϊκών δανείων παραμένει – αν και τα αρνητικά των προϋποθέσεων και του άγνωστου ακόμα χειρισμού τους ως προς το χρέος παραμένουν.