Ευκαιρίες υπό προϋποθέσεις αλλά και κινδύνους κρύβει για τους δανειολήπτες η πώληση των «κόκκινων» δανείων σε funds, που δρομολογείται από ορισμένες τράπεζες εντός του 2016, για πρώτη φορά μετά αρκετά χρόνια.
Όπως γράφει η «Καθημερινή» έχοντας αγοράσει πολύ φθηνά αυτά τα δάνεια, ακόμη και στο 5% της ονομαστικής αξίας τους, και αποσκοπώντας σε άμεσο κέρδος, αυτά τα επενδυτικά ταμεία προτείνουν συχνά στους δανειολήπτες να καταβάλλουν ένα μικρό μέρος της οφειλής σε λίγες δόσεις, διαγράφοντας το υπόλοιπο.
Σε αντίθεση με την πρακτική της τράπεζας που επιδιώκει να ρυθμίσει ένα καταναλωτικό δάνειο σε βάθος δεκαετίας, η λογική του fund, είναι να εισπράξει όσο περισσότερα μπορεί σε όσο το δυνατόν πιο σύντομο χρονικό διάστημα.
Η διαδικασία αυτή όμως θα έχει και χαμένους, αφού εάν ο δανειολήπτης δεν συμφωνήσει, τότε κινούν εις βάρος του αναγκαστικά μέτρα είσπραξης. Τα δάνεια που θα πωλήσουν σε πρώτη φάση οι τράπεζες είναι καταναλωτικά, που βρίσκονται σε οριστική καθυστέρηση για περισσότερο από δύο χρόνια, στην πλειονότητα τους έχουν καταγγελθεί και για τα οποία έχουν σχηματίσει μεγάλες προβλέψεις, έως και 90%.
Όπως σημειώνει η εφημερίδα η δραστηριοποίηση των funds στην Ελλάδα γίνεται συνήθως μέσω δικηγορικών γραφείων τα οποία αναλαμβάνουν την επικοινωνία με τους δανειολήπτες, σε μια προσπάθεια να βρεθεί λύση για την οφειλή τους. Εάν αυτό δεν καταστεί δυνατό, επόμενο βήμα είναι η ενεργοποίηση των δικαστικών ενεργειών που φτάνουν έως την κατάσχεση, συνήθως κινητής περιουσίας, αφού πρόκειται για δάνεια, οι οφειλέτες των οποίων δεν διαθέτουν ακίνητη περιουσία. Η διαδικασία αυτή θα ακολουθηθεί σε περίπτωση που η αγορά του δανείου γίνει με στόχο την ανάκτηση μέρους της οφειλής.
Σε διαφορετική περίπτωση, εάν δηλαδή στόχος είναι και η διαχείριση του δανείου, δηλαδή να βρεθούν μεσοπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης, τότε το fund θα πρέπει να εξασφαλίσει άδεια εταιρείας διαχείρισης και να ακολουθήσει τους κανόνες του Κώδικα Δεοντολογίας, που επιβάλλει η ΤτΕ, μια διαδικασία αρκετά περίπλοκη.
Με δεδομένο τη βραχυπρόθεσμη στόχευση για την ανάκτηση της οφειλής, οι εταιρείες που αγοράζουν δάνεια, λειτουργούν περίπου σαν εκκαθαριστές. Προκρίνουν έτσι την άμεση είσπραξη ενός μέρους της οφειλής, προτείνοντας στους πελάτες δύο ή τρεις δόσεις για την εξόφληση του μισού ή ακόμα και του ενός τρίτου της οφειλής. Ετσι, εάν κάποιος χρωστάει π.χ. 30.000 ευρώ και δεν διαθέτει κινητή ή άλλη περιουσία ή εισοδήματα, ένας εύλογος διακανονισμός μπορεί να είναι η εξόφληση σε μία, δύο ή τρεις δόσεις 10.000 ευρώ για να απαλλαγεί οριστικά. Στελέχη που γνωρίζουν τον χώρο εξηγούν, ωστόσο, ότι η τελική τιμή μπορεί να φτάσει ακόμη πιο κάτω.
Κλειδί για το κατά πόσον η πώληση μπορεί να αποβεί επωφελής για τον ίδιο τον δανειολήπτη, είναι η τιμή στην οποία έχει πουλήσει η τράπεζα. Ο γενικός κανόνας είναι ότι όσο πιο χαμηλή είναι η τιμή πώλησης από την τράπεζα τόσο πιο φθηνή μπορεί να γίνει για τον ίδιο τον δανειολήπτη η αποπληρωμή της οφειλής του.