search icon

Οικονομία

Κατατίθεται ο Προϋπολογισμός: Φορελαφρύνσεις και θετικά μέτρα €1,2 δισ.

Χθες πήρε και επίσημα την έγκριση των ευρωπαϊκών θεσμών – Περί τα 400 εκατ. ευρώ το φετινό υπερπλεόνασμα – Στις αρχές Δεκεμβρίου οι τελικές αποφάσεις για την αξιοποίησή του

Με τον «αέρα» της χθεσινής επίσημης έγκρισής του από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς κατατίθεται σήμερα το μεσημέρι στη Βουλή ο Προϋπολογισμός του 2020, ο οποίος περιλαμβάνει φοροελαφρύνσεις και άλλα θετικά μέτρα συνολικού ύψους 1,2 δισ. ευρώ.

Το τελικό κείμενο του Προϋπολογισμού, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν θα έχει σημαντικές διαφορές σε σχέση με το προσχέδιο και δεν θα περιλαμβάνει τις τελικές αποφάσεις για την αξιοποίηση του φετινού υπερπλεονάσματος με τη μορφή κοινωνικού μερίσματος, καθώς η κυβέρνηση θέλει να έχει όσο το δυνατόν πιο πρόσφατα και αναλυτικά στοιχεία για να καταλήξει στο ύψος και στον τρόπο διάθεσης του πρόσθετου αυτού δημοσιονομικού χώρου.

Η εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών είναι ότι, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα κινηθεί προς το 3,8% του ΑΕΠ (0,3% του ΑΕΠ ή περίπου 400 εκατ. ευρώ πάνω από τον στόχο), δηλαδή όσο αναφέρει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Φθινοπωρινές Προβλέψεις της και στη χθεσινή αποτίμησή της για το προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού. Σύμφωνα με τη χθεσινή 4η έκθεση ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας, στη δημοσιονομική επίδοση του 2019 συνέβαλαν τα πρόσθετα φορολογικά έσοδα, κυρίως από τον ΦΠΑ (0,2% του ΑΕΠ επιπλέον σε σχέση με τις προβλέψεις) και τους ληξιπρόθεσμους φόρους ακινήτων (0,1% του ΑΕΠ επιπλέον), ενώ η απώλεια εσόδων λόγω επιστροφών φόρου ήταν 0,1% του ΑΕΠ μικρότερη απ’ ό,τι είχε υπολογιστεί.

Η κυβέρνηση επιμένει στο τελικό σχέδιο του Προϋπολογισμού στην πρόβλεψη για ανάπτυξη 2% φέτος και 2,8% το επόμενο έτος, παρότι η Κομισιόν βάζει χαμηλότερα τον πήχη, στο 1,8% για το 2019 και στο 2,3% για το 2020. Η διαφορά μισής ποσοστιαίας μονάδας μεταξύ των προβλέψεων του υπουργείου Οικονομικών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αύξηση του ΑΕΠ την προσεχή χρονιά οφείλεται στην πιο αισιόδοξη εκτίμηση της ελληνικής πλευράς για τη θετική επίδραση των φοροελαφρύνσεων του 2020.

Τα θετικά μέτρα του 2020

Το πακέτο θετικών μέτρων του νέου προϋπολογισμού περιλαμβάνει:

–  Μείωση του εισαγωγικού συντελεστή φορολογίας εισοδήματος στο 9% από 22%.
–  Προσαύξηση του αφορολογήτου ορίου για κάθε παιδί. Η προσαύξηση για το 1ο παιδί διαμορφώνεται στα 364 ευρώ και από το 2ο παιδί και πάνω στα 1.000 ευρώ.
– Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης κατά περίπου μία μονάδα βάσης από την 1η Ιουλίου 2020.
– Μείωση του ΦΠΑ σε βρεφικά είδη και κράνη ασφαλείας στο 13%.
– Μείωση του φόρου των επιχειρήσεων από το 28% στο 24% από τη χρήση του 2019 και μείωση του συντελεστή στα μερίσματα από 10% σε 5%.
– Χορήγηση επιδόματος ύψους 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που θα γεννηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2020, με εξαιρετικά διευρυμένα εισοδηματικά κριτήρια που καλύπτουν το 90% των οικογενειών.
–  Αναστολή του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές για 3 έτη.
–  Αναστολή του φόρου υπεραξίας ακινήτων για 3 έτη.
– Επιστροφή φόρου για έως το 40% των δαπανών για ανακαινίσεις, ενεργειακή και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων που εξοφλούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής.

Στις χθεσινές εκθέσεις της (4η έκθεση ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας και έκθεση αποτίμησης του προσχεδίου προϋπολογισμού του 2020) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικροτεί το πακέτο μέτρων που προωθεί η κυβέρνηση για την προσεχή χρονιά και το χαρακτηρίζει «φιλικό προς την ανάπτυξη». Τονίζει δε ότι, ενώ είναι δημοσιονομικά ουδέτερο χάρη στα μέτρα συγκράτησης δαπανών ή αύξησης εσόδων, «αναμένεται να βελτιώσει την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών και να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη το 2020. Οι μειώσεις φόρων στο κεφάλαιο και στην εργασία είναι σημαντικά θετικά βήματα για τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας».

Εντούτοις, η Κομισιόν αφήνει και μία αιχμή για την ακύρωση της μείωσης του αφορολογήτου ορίου, χωρίς όμως να επιμείνει στην εφαρμογή του μέτρου, όπως έκανε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. «Η μεταρρύθμιση αυτή δεν αντιμετωπίζει το σχετικά υψηλό αφορολόγητο όριο για τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, που αποτελούσε τμήμα της φορολογικής μεταρρύθμισης η οποία είχε συμφωνηθεί με τους θεσμούς στο πλαίσιο του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας το 2017 και αρχικά επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή από το 2020», σχολιάζουν οι τεχνοκράτες της Κομισιόν.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, οι αλλαγές στη φορολογική κλίμακα των φυσικών προσώπων θα μειώσουν την πραγματική φορολογική επιβάρυνση κατά 0,6% μεσοσταθμικά. Πολύ πιο σημαντική θα είναι η μείωση για τα εισοδήματα ύψους έως 10.000 ευρώ, καθώς θα φθάσει το 3,5%. Παρότι η φορολογική κλίμακα γίνεται πιο προοδευτική, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε πολύ μικρή μείωση της εισοδηματικής ανισότητας (μόλις κατά 0,26%), «καθώς τα νοικοκυριά σε κίνδυνο φτώχειας ήδη δεν πλήρωναν φόρο εισοδήματος». Όμως, στους αυτοαπασχολούμενους το ποσοστό φτώχειας προβλέπεται ότι θα μειωθεί κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες.

Κομβικές αλλαγές στο φορολογικό πεδίο, οι οποίες περιλαμβάνονται στον Προϋπολογισμό του 2020, είναι η ενίσχυση της χρήσης του πλαστικού χρήματος με την υποχρέωση να πραγματοποιούν οι φορολογούμενοι ηλεκτρονικές πληρωμές ύψους 30% επί του πραγματικού εισοδήματός τους και η αναπροσαρμογή και επέκταση των αντικειμενικών αξιών. Μάλιστα, από την 4η έκθεση ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας προκύπτει ότι σχεδιάζονται επίσης ευρείες αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ, με στόχο να γίνει δικαιότερη η κατανομή του φόρου από το ερχόμενο έτος.

Οι αστάθμητοι παράγοντες των δικαστικών αποφάσεων και των μισθών

Η χθεσινή 4η έκθεση των θεσμών στο πλαίσιο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας εντοπίζει δύο σημαντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους, που αφορούν στις συντάξεις και στους μισθούς στο Δημόσιο.

«Ενώ το Συμβούλιο Επικρατείας επικύρωσε πρόσφατα τη συνταγματικότητα των βασικών πυλώνων της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του 2016, ορισμένα στοιχεία της θα χρειαστεί να επαναπροσδιοριστούν. Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος μπορεί να είναι ακόμα σημαντικός», σημειώνουν οι τεχνοκράτες της Κομισιόν και προσθέτουν: «Οι αρχές έχουν δεσμευτεί να καλύψουν το πιθανό πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος εντός της οροφής δαπανών του Υπουργείου Εργασίας για το 2020. Επιπλέον, ο αντίκτυπος θα περιοριστεί από το γεγονός ότι σημεία-κλειδιά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του 2016 κρίθηκαν συνταγματικά και το ΣτΕ δεν αναγνώρισε δικαίωμα καταβολής αναδρομικών. Ωστόσο, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των στελεχών του Δημοσίου βρίσκονται ακόμα υπό εξέταση στο Ελεγκτικό Συνέδριο».

Ως προς το μισθολογικό κόστος, η επισήμανση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ότι ο αυξημένος αριθμός συμβασιούχων εγείρει δημοσιονομική ανησυχία. Σύμφωνα με την έκθεση, η νέα κυβέρνηση κάνει προσπάθεια να ανακτήσει τον έλεγχο των προσλήψεων, αλλά και πάλι ο στόχος για τους συμβασιούχους έχει ξεπεραστεί κατά 5.200 άτομα.

Exit mobile version