Πολλοί εσχάτως ερίζουν για το αν τα στοιχεία του ΟΑΕΔ και της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ή κρύβουν τη δηλωμένη ανεργία ή την αδήλωτη εργασία, την πορεία της απασχόλησης κ.λπ.
Το «ταμείο» που κάνει όμως το Κράτος στο τέλος του 2021 και αρχές του 2022, δείχνουν ότι μήνα με το μήνα ο κρατικός προϋπολογισμός εισπράττει όλο και περισσότερα ευρώ από κρατήσεις στους μισθούς (Φόρος Μισθωτών Υπηρεσιών – ΦΜΥ) . Και η εξέλιξη αυτή δείχνει άνοδο εισοδημάτων, θέσεων εργασίας αλλά και αυξήσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα –νωρίτερα μάλιστα από αυτές που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός για όσους αμείβονται με βάση τα κατώτατα όρια.
«Οι αυξήσεις μισθών ξεκίνησαν και γίνονται ήδη, ακόμα και για μεσαία εισοδήματα» λένε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Παρότι εργαζόμενοι των 800 ή 1.000 ευρώ και άνω δεν επηρεάζονται άμεσα από την εξαγγελία για τον κατώτατο μισθό, στο υπουργείο Οικονομικών διαβλέπουν ότι θα έχουν και αυτοί όφελος. Και τούτο διότι διαπιστώνουν από τα μέσα ή τέλη του 2021 υπερείσπραξη, η οποία συνεχίζεται και το 2022.
Όπως λένε παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, ένα μέρος από τα επιπλέον 2 δισ. ευρώ που μπήκαν στα κρατικά ταμεία πέρυσι από φόρους και οδήγησαν σε 3 δισ. μικρότερο πρωτογενές έλλειμμα (ή 5% αντί 7% του ΑΕΠ) οφείλονται σε καλύτερες από το αναμενόμενο κρατήσεις μισθών.
Παρακολουθώντας «κωδικό προς κωδικό» τόμους ολόκληρους (παλαιότερα) ή ατελείωτα αρχεία excel (σήμερα), στο υπουργείο Οικονομικών αναλύουν συνεχώς τι πάει καλύτερα και τι χειρότερα από τα προβλεπόμενα στον Προϋπολογισμό.
Δεδομένου όμως ότι το 2020 εκατομμύρια εργαζόμενοι μπήκαν σε αναστολή, μισθοί περικόπηκαν, ειδικές αποζημιώσεις παρέμειναν εντελώς αφορολόγητες, αλλά και ότι επιπλέον η κυβέρνηση εφαρμόζει γενικότερα μια πολιτική ελάφρυνσης και όχι επιβάρυνσης της αμοιβής των εργαζομένων, τότε καταφαίνεται πως τα επιπλέον έσοδα από φόρους εργαζομένων δεν αποδίδεται σε αυξήσεις των κρατήσεων, αλλά σε πολύ μεγάλη αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων, εν συγκρίσει τουλάχιστον με τις επίσημες κυβερνητικές προβλέψεις.
Η εξέλιξη αυτή ερμηνεύεται και αποδίδεται σε διάφορους λόγους:
- μικρότερο κίνητρο για «μαύρη» εργασία που, σε συνδυασμό και με τις ειδικές αποζημιώσεις Covid, έδωσαν και κίνητρα για αποκάλυψη εισοδημάτων που παρέμεναν κρυφά.
- αύξηση της απασχόλησης παράλληλα με την αύξηση κλάδων της οικονομίας όπως ο Τουρισμός κ.λπ., σε επίπεδα πριν την ανακοπή που προκάλεσε η πανδημία
- στενότητα εύρεσης εξειδικευμένου προσωπικού -από σερβιτόρους μέχρι επιστήμονες- η οποία οφείλεται στην «άτσαλη» επανεκκίνηση της οικονομίας μετά το ολικό reset λόγω κορωνοϊού και παγκόσμιας καραντίνας.
- «ξεπάγωμα» μισθών που είχαν μπει στην «κατάψυξη» της οικονομικής κρίσης και των Μνημονίων 12+ χρόνια
- συνθήκες υψηλού πληθωρισμού που επιβάλλουν αναδιανομή και αναδιάταξη σχέσεων εργασίας και ιεράρχησης δαπανών καθώς, πλην των άλλων, από η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων «τρέφει» και επιστρέφει στην καταναλωτική ζήτηση.
Όχι τυχαία πάντως και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, στο διάγγελμά του για τον κατώτατο, κάλεσε τους εργοδότες «να κινηθούν ανάλογα και προς τις άλλες κατηγορίες μισθωτών. Άλλωστε, τον Ιούνιο η Πολιτεία προχωρά και σε νέα μείωση των εισφορών κατά μισή μονάδα. Σειρά, λοιπόν, έχουν και εκείνοι να σταθούν δίπλα στους υπαλλήλους τους. Γιατί καμία επιχείρηση δεν μπορεί να παράγει αξία από την εργασία αν δεν έχει φροντίσει πρώτα να διασφαλίσει την αξιοπρέπεια των ίδιων των εργαζομένων της» όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης.
Διαβάστε ακόμη
Επίδομα βενζίνης… ανάλογα με το ΑΦΜ