Δεν προλάβαμε να βγούμε από τη χρηματοπιστωτική κρίση που κόντεψε να διαλύσει την Ευρωζώνη στα εξ ων συνετέθη και τώρα, οικονομολόγοι κορυφαίων οίκων προειδοποιούν ότι η ανάπτυξη της περιοχής του ευρώ αναμένεται να πάει με βήμα σημειωτόν για τα επόμενα 10 χρόνια. Μάλιστα, οι προβλέψεις τους ήταν ζοφερές ακόμα και πριν το «χτύπημα» του κορωνοϊού.
«Ακόμα και πριν τον νέο ιό, μαύρα σύννεφα είχαν αρχίσει να μαζεύονται πάνω από την οικονομία της ευρωζώνης, με την Ιταλία στη δίνη του κυκλώνα», αναφέρουν οικονομολόγοι της ING.
«Την επόμενη 10ετία, ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της ευρωζώνης είναι πιθανό να επιβραδύνει σε ρυθμό σημειωτόν ενώ η Ιταλία είναι αντιμέτωπη με στασιμότητα και μάλιστα πολύ χειρότερη από ό,τι έχει βιώσει μέχρι τώρα η Ιαπωνία», αναφέρoυν οι Carsten Brzeski, Bert Colijn και Inga Fechner της ING.
Κατά το δ’ τρίμηνο του 2019, για παράδειγμα, η ανάπτυξη της ευρωζώνης ήταν μόλις στο 0,1% σε τριμηνιαία βάση, καταγράφοντας τον βραδύτερο ρυθμό από το 2013. Οι μεγαλύτερες οικονομίες επλήγησαν ιδιαίτερα, με τη Γερμανία ν σημειώνει μηδενική ανάπτυξη, την Ιταλία με συρρίκνωση 0,3% και τη Γαλλία με συρρίκνωση 0,1%.
Κοιτάζοντας μπροστά, οι οικονομολόγοι φοβούνται ότι η ευρωζώνη ατενίζει μια δεκαετία πενιχρών προσδοκιών ανάπτυξης στην καλύτερη περίπτωση.
«Τα επόμενα 10 χρόνια, δημογραφικές και δημοσιονομικές προκλήσεις, καθώς και μια περιορισμένη διάθεση για μεταρρυθμίσεις, μπορεί να σπρώξουν την πιθανή ανάπτυξη της ευρωζώνης κάτω από το 1%, έναντι 1,4% που ήταν ο ρυθμός ανάπτυξης της προηγούμενης δεκαετίας», αναφέρουν επίσης οι οικονομολόγοι της ING.
Εμπορικός πόλεμος, δασμοί, αβεβαιότητα και κορωνοϊός βάζουν σε κλοιό την οικονομία
Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας και η επιβολή δασμών στις εισαγωγές παράλληλα με την απειλή υψηλών δασμών στην αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, έπληξαν σοβαρά την ανάπτυξη το 2019, αλλά και τις προβλέψεις.
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με την πολιτική αβεβαιότητα στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης – τη γερμανική- αλλά και τον διχασμό για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και το Brexit, βαρύνουν την οικονομία. Το φθινόπωρο, η Κομισιόν είχε προβλέψει ανάπτυξη 1,2% για την ευρωζώνη το 2020 και το 2021 και 1,4% για όλη την ΕΕ πλην Βρετανίας.
Τώρα, με το ξέσπασμα του κορωνοϊού, είναι βέβαιο ότι αυτές οι προβλέψεις θα μειωθούν και θα αναγκάσουν την ΕΚΤ να παρέμβει.
«Την περασμένη εβδομάδα σημειώθηκε μια ξαφνική αλλαγή στις προσδοκίες για οικονομική ανάπτυξη σε ολόκληρο τον κόσμο καθώς ο ιός εξαπλώθηκε γρήγορα στην Ευρώπη. Ως εκ τούτου, ακόμη και τα πλέον έγκαιρα οικονομικά στοιχεία έχουν σήμερα μικρή αξία και οι προηγούμενες μακροοικονομικές προβλέψεις θα πρέπει να αλλάξουν. Οι περισσότεροι φορείς που κάνουν προβλέψεις για τον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων και ημών, έχουν μειώσει τις προβλέψεις τους για την αύξηση του ΑΕΠ. Η ΕΚΤ θα κάνει το ίδιο», αναφέρει σε σημείωμλά του ο επικεφαλής οικονομολόγος για την Ευρώπη της Capital Economics , Andrew Kenningham.
«Υποψιαζόμαστε ότι η πρόβλεψη (της ΕΚΤ) για την αύξηση του ΑΕΠ (στη ζώνη ευρώ) το 2020 θα μειωθεί από 1,1% σε περίπου 0,8%, ενώ οι προβλέψεις για τη Γερμανία και την Ιταλία πιθανόν να μειωθούν εντονότερα. Οι προβλέψεις για το 2021 μπορεί επίσης να υποβαθμιστούν», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η Capital Economics είχε προβλέψει έτσι κι αλλιώς αναιμική ανάπτυξη το 2020 για την ευρωζώνη, ωστόσο τις υποβάθμισε και αυτές. «Ακόμα και πριν τον κορωνοϊό, αναμέναμε αύξηση του ΑΕΟΠ κατά μόλις 0,7% φέτος. Ηδη το αναθεωρήσαμε πτωτικά στο 0,5%».
Τη Δευτέρα η επικεφαλής της ΕΚΤ, ανάφερε ότι η τράπεζα είναι έτοιμη να κάνει τα απαραίτητα και να αναλάβει στοχευμένη δράση για να μετριάσει τις επιπτώσεις του κορωνοϊού – με ειδική μέριμνα για τις επιχειρήσεις που πλήττονται. Η πίεση στην ΕΚΤ να δράσει, αυξήθηκε και μετά τη χθεσινή μείωση των επιτοκίων κατά 50 μ.β. από την Fed.
Πάντως, πολλοί οικονομολόγοι είναι επιφυλακτικοί για το πόσο μπορούν οι κεντρικές τράπεζες να βοηθήσουν την κατάσταση, εκτος κι αν λάβουν στοχευμένα μέτρα.
Ο καθηγητής Οικονομικών του LSE, Richard Portes, ανέφερε στο CNBC ότι πρόκειται για μια πολύ ασυνήθιστη κατάσταση κατά κάποιον τρόπο.
«Σκεφτόμαστε το σοκ στη ζήτηση και τις κρίσεις εφοδιασμού: Σε ένα σοκ της ζήτησης, ναι, νομισματική και δημοσιονομική πολιτική (μπορεί να χρησιμοποιηθούν) αλλά οι αναταράξεις στην προσφορά είναι θέμα μικροοικονομικής πολιτικής. Το πρόβλημα είναι ότι συμβαίνουν και τα δύο και νομίζω ότι οι πολιτικοί εξακολουθούν να προσπαθούν να καταλάβουν τι συμβαίνει. Το αποτέλεσμα θα είναι μεγάλη αστάθεια στις αγορές επειδή οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι κάνουν », δήλωσε στο CNBC.
Σύμφωνα με τον Portes, τα μέτρα τόνωσης θα πρέπει να είναι στοχευμένα προς συγκεκριμένους τομείς, όπως προγράμματα δανείων προς συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας.