Του Κωστή Πλάντζου

Την πρόκληση για μια νέα έκδοση ομολόγου πριν τις εκλογές -λόγω της νίκης της ΝΔ στις ευρωεκλογές και της πτωτικής κίνησης των επιτοκίων που καταγράφηκε χθες- αντιμετωπίζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.

Ωστόσο, αν και η πολυπόθητη έκδοση ομολόγου αποτελεί το «ιερό δισκοπότηρο» της κυβέρνησης, μιας τέτοια απόφαση δεν κρίνεται κατ΄ ανάγκην «σοφή». Όταν η υπόλοιπη Ευρώπη διανύει φάση προβληματισμού για τα αποτελέσματα των εκλογών, τυχόν βεβιασμένες κινήσεις εκ μέρους της Αθήνας θα φάνταζαν καιροσκοπικές, καθώς στη χώρα μας ξεκινάει μία νέα προεκλογική περίοδος όπου αρκεί ένα και μόνον πολιτικό πυροτέχνημα των πολιτικών μονομάχων, για να τινάξει τον αέρα ό,τι κτίστηκε με κόπους και θυσίες μιας δεκαετίας.

«Σιγή» των θεσμών μέχρι τις εκλογές

Πόσο εύθραυστα είναι όλα ακόμα για την Ελλάδα, καταφαίνεται και από το γεγονός ότι ευρωπαϊκές πηγές άφηναν ανοικτό εχθές το ενδεχόμενο, ακόμη και να αναβληθεί τελικώς για τον Ιούλιο η δημοσιοποίηση της Έκθεσης των θεσμών για την ελληνική Οικονομία που αναμένεται επισήμως στις 5 Ιουνίου. Και αυτό διότι μια αρνητική εκτίμηση –όσο διπλωματικά και εάν είναι διατυπωμένη- ενδέχεται να ρίξει ξανά «λάδι στη φωτιά» και να οδηγήσει σε έκρυθμες καταστάσεις τη χώρα. Ιδίως όταν και τα χθεσινά στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού εμφανίζουν ένα συγκυριακό υπερπλεόνασμα ως τον Απρίλιο ύψους 2,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων σχεδόν τα μισά προέρχονται από την σύμβαση παράτασης της εκχώρησης του «Ελ.Βενιζέλος» (και άρα προορίζονται για μείωση του χρέους και όχι για παροχές) ενώ  τα άλλα μισά διανεμήθηκαν ήδη πριν καν τα μέσα της χρονιάς.

«Χορεύοντας»  …με τις αγορές

Είναι ενδεικτικό ότι λόγω της «καραμπόλας» των εκλογικών αποτελεσμάτων στην Ευρώπη -στα οποία κυριαρχεί η ενίσχυση των φυγόκεντρων τάσεων στην ΕΕ- στα επιτόκια δανεισμού της ευρωζώνης ασκήθηκαν μεγάλες πιέσεις εχθές, με μόνες μεγάλες εξαιρέσεις τη Γερμανία (-20% στο δεκαετές), την Ισπανία (-1,09) και την Ελλάδα (+0,82%).

Στον απόηχο των ευρωεκλογών, οι αγορές «χόρεψαν» τα ομόλογα όλων των ισχυρών κρατών-μελών. Και ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη η στροφή των επενδυτών στο γερμανικό δεκαετές ομόλογο -ως «ασφαλές καταφύγιο» όταν υπάρχουν τέτοιες εξάρσεις- η οποία έριξε την απόδοσή του κατά 20%. 

Το παράδοξο όμως ήταν πως και το ελληνικό δεκαετές έφτασε να πέφτει έως και 11%! Κατρακύλησε έως το 3% αλλά, τελικά, δεν έμεινε ανεπηρέαστο από τη γενική αυξητική τάση στην ευρωζώνη. Δεν παρασύρθηκε όμως από την άνοδο της Ιταλίας και άλλων χωρών, αλλά έκλεισε με μία από τις μικρότερες αυξήσεις (+0,82% ή 3,185%), πλησιάζοντας μάλιστα και σε απόσταση κάτω από τη μισή  μονάδα το ιταλικό ομόλογο (+1,39% ή 2,695% εχθές λόγω της νίκης Σαλβίνι).

Αντιθέτως πολύ μεγαλύτερες πιέσεις και αυξήσεις επιτοκίων κατέγραψαν τα περισσότερα ευρωπαϊκά ομόλογα μεγάλης διάρκειας, όπως της Αυστρίας (+4%), της Δανίας (+10%) ή της Ολλανδίας (+10,64%).