Διχασμένοι σε μια σειρά ζητημάτων, από τον πόλεμο στην Ουκρανία έως την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και τη νομισματική πολιτική, εμφανίζονται οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι η γραπτή ανακοίνωση της Ινδονησίας, η οποία ασκεί φέτος την εκ περιτροπής προεδρία της ομάδας, επέρχεται τρεις ολόκληρες ημέρες, μετά τη λήξη των εργασιών των συνεδριάσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι οποίες έλαβαν χώρα στην Ουάσιγκτον την περασμένη εβδομάδα. 

Κανονικά τέτοιου είδους έγγραφα κοινοποιούνται ακριβώς μετά την ολοκλήρωση των κοινών συνεδριάσεων. Όμως, οι εσωτερικές συγκρούσεις κατέστησαν ανέφικτη την επίτευξη άμεσης συμφωνίας επί του περιεχομένου του ανακοινωθέντος, κάτι το οποίο αποτυπώνει ανάγλυφα τις έριδες ανάμεσα στις 20 μεγαλύτερες χώρες.  

Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι στις G20, πέραν των ΗΠΑ, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου -χώρες που τάσσονται αναφανδόν κατά της Ρωσίας– συμμετέχουν τόσο η Κίνα όσο και η Ινδία, οι οποίες είναι λιγότερο επικριτικές απέναντι στη Μόσχα, καθώς και η Βραζιλία, η οποία βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για την αγορά «φθηνότερου» ρωσικού πετρελαίου.

Τα σημεία διαφωνίας

Ακόμη πιο ενδεικτικό των διαφωνιών των χωρών – μελών είναι το ύφος και το περιεχόμενο του ανακοινωθέντος, το οποίο για πρώτη φορά δεν χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια σύμπλευσης και ομοφωνίας. 

«Πολλά μέλη των G20 καταδικάζουν σθεναρά τον ρωσικό πόλεμο στην Ουκρανία και εκφράζουν την άποψη ότι ο παράνομος, αδικαιολόγητος και απρόκλητος πόλεμος της Ρωσίας υπονομεύει την παγκόσμια ανάπτυξη» τονίζεται, μεταξύ άλλων, στην «καθυστερημένη» ανακοίνωση της Ινδονησίας.

«Μερικές χώρες σημείωσαν ότι οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας δεν στοχεύουν τα τρόφιμα. Ένα μέλος δε, εξέφρασε την άποψη ότι ο πόλεμος και οι κυρώσεις έχουν αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία. Ακόμη ένα μέλος δήλωσε ότι οι κυρώσεις είναι ο καίριος λόγος των αρνητικών επιπτώσεων στην παγκόσμια οικονομία» επισημαίνεται, από την άλλη πλευρά.

Πηγή εντάσεων αποτελεί και το ζήτημα των ορυκτών καυσίμων – κλιματικής αλλαγής, ιδίως μετά την απόφαση του OPEC+ να περικόψει σκοπίμως την παραγωγή πετρελαίου κατά 2 εκατ. βαρέλια ημερησίως, προκειμένου να αυξηθούν τεχνητά οι τιμές.  

«Πολλά μέλη υπογράμμισαν τη σημασία της συνεχιζόμενης δράσης επί των μακροπρόθεσμων διαρθρωτικών προκλήσεων, όπως η κλιματική αλλαγή, ενώ ένα μέλος εξέφρασε επιφυλάξεις εναντίον του πρόωρου τερματισμού των επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα και απηύθυνε έκκληση για μια ισορροπημένη και δίκαιη πολιτική μετάβασης».  

Ο «πόλεμος» των νομισμάτων

Χωρίς να γίνεται ρητή αναφορά στο ισχυρό δολάριο και στη Federal Reserve, η οποία συνεχίζει τις αυξήσεις επιτοκίων, με αποτέλεσμα το αμερικανικό δολάριο να βρίσκεται σε υψηλό 20ετίας, το ανακοινωθέν των G20 εστιάζει στις δύσκολες «μάχες» πολλών χωρών, ως αποτέλεσμα της εξασθένησης της ισχύος των εγχώριων νομισμάτων -σε συνδυασμό με τον υψηλότερο πληθωρισμό και το πρόβλημα του χρέους.  

Την ίδια ώρα, πάντως, τα κράτη – μέλη φαίνεται να συμφωνούν στην ανάγκη για προσωρινά και στοχευμένα μέτρα, με στόχο αφενός τη διατήρηση της αγοραστικής ικανότητας των πιο ευάλωτων πολιτών, αφετέρου την άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων από τις αυξημένες τιμές των εμπορευμάτων.  

Όσον αφορά τις κεντρικές τράπεζες, το ανακοινωθέν επισημαίνει τη σημασία διαμόρφωσης ενός ρυθμού σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής στη βάση των μακροοικονομικών μεγεθών, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός τελεί υπό έλεγχο. Ωστόσο, τονίζεται ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η συνέχιση της ανάκαμψης.  

Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι λόγω του ιστορικού κύματος ακρίβειας (8,2% τον Σεπτέμβριο), η αμερικανική κεντρική τράπεζα έχει προχωρήσει σε διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων (3% – 3,25%), οι οποίες αφενός υπονομεύουν την παγκόσμια οικονομία, αφετέρου ενισχύουν αισθητά την αξία του δολαρίου (σε υψηλό 20 ετών).

Αυτό, εύλογα, επιδεινώνει το πρόβλημα ανατιμήσεων στις υπόλοιπες χώρες, οι οποίες βλέπουν τα εθνικά νομίσματα να υποτιμώνται διαρκώς και τις τιμές των προϊόντων να παίρνουν την ανηφόρα. Κάτι, το οποίο βλέπουμε να συμβαίνει και εδώ στην Ευρωζώνη, με το ευρώ να υποχωρεί κάτω του ψυχολογικού ορίου του 1 προς 1.

Οι G20 αποτελούνται από τις Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Γαλλία, Γερμανία, ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία, Ιταλία, Ινδία, Ινδονησία, Καναδάς, Κίνα, Μεξικό, Νότια Αφρική, Νότια Κορέα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία και Ε.Ε. 

Διαβάστε επίσης

Οικογένεια Αθανασιάδου: Από τις ημέρες δόξας στην απειλή των πλειστηριασμών: Η πτώση μιας «αυτοκρατορίας» του Τύπου (pics)

Ντο Κουόν: O φυγάς πίσω από το κραχ των $60 δισ. στα κρυπτονομίσματα

Αυτοί είναι οι 10 πλουσιότεροι DJs στον κόσμο για το 2022