Συνέχεια στην διαμάχη που έχει ξεσπάσει σχετικά με τις τιμές στην κινητή τηλεφωνία στην Ελλάδα δίνει με σημερινή της ανακοίνωση η Επιτροπή Ανταγωνισμού υπερασπιζόμενη την έκθεση της Rewheel που πυροδότησε την αντιπαράθεση.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή της η Επιτροπή Ανταγωνισμού η μελέτη της Rewheel «πληροί κάθε κριτήριο αξιοπιστίας, κρίνοντας με αμιγώς επιστημονικούς και τεχνοκρατικούς όρους», ενώ χαρακτηρίζει υπαρκτό πρόβλημα τις υψηλές τιμές παροχής υπηρεσιών δεδομένων μέσω κινητής σύνδεσης στην Ελλάδα. Παράλληλα η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι σκοπός της είναι να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός προς όφελος των τελικών καταναλωτών χωρίς να υπάρξει κατάσταση υπερ-ρύθμισης της αγοράς.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση η Επιτροπή Ανταγωνισμού ζήτησε την εκπόνηση μίας μελέτης για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής αγοράς δεδομένων κινητού δικτύου από τη Rewheel, μία ανεξάρτητη ερευνητική και συμβουλευτική εταιρεία της Φινλανδίας που ειδικεύεται στις διεθνείς συγκρίσεις συνδεσιμότητας κινητών επικοινωνιών, στον ανταγωνισμό και στην οικονομική ανάλυση του δικτύου.
Οι παρακάτω ανεξάρτητες αρχές και υπουργεία χωρών έχουν χρησιμοποιήσει/αναφερθεί στις ερευνητικές μελέτες αγοράς και ανταγωνισμού κινητής τηλεφωνίας της Rewheel: Ο πρώην Επίτροπος ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Joaquín Almunia, η Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών, οι εισαγγελείς της Νέας Υόρκης και της Καλιφόρνιας, οι Εθνικές Αρχές Aνταγωνισμού του Καναδά, της Αυστραλίας, της Γερμανίας, της Αυστρίας και της Ολλανδίας, το Υπουργείο Οικονομικών της Ολλανδίας, το Υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου της Τσεχίας, η Επιτροπή Μονοπωλίων της Γερμανίας και οι Εθνικές Αρχές Τηλεπικοινωνιών του Ηνωμένου Βασιλείου, της Φιλανδίας, του Βελγίου, της Ολλανδίας, της Γερμανίας και της Ιρλανδίας.
Σκοπός της μελέτης είναι να αναλύσει, μεταξύ άλλων, και την κατάσταση όσον αφορά τις τιμές και την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρονται στους καταναλωτές στην Ελλάδα, σχετικά με τη συνδεσιμότητα σε δεδομένα, το καύσιμο της ψηφιακής οικονομίας.
Στο πλαίσιο προώθησης πολιτικών ανταγωνισμού, το οποίο αποτελεί αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για κάθε τομέα της οικονομίας, ως η κατεξοχήν Αρχή Ανταγωνισμού στην Ελλάδα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού αξιολόγησε ότι μία τέτοια μελέτη και η δημόσια συζήτηση που θα ακολουθήσει είναι απαραίτητα, λόγω των σημαντικών επιπτώσεων σε βάθος χρόνου που μπορεί να έχει η ανταγωνιστική δομή των υπηρεσιών ευρυζωνικού κινητού δικτύου για την ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας στην Ελλάδα και ειδικά του e-commerce και των νέων τεχνολογιών fintech. Η μελέτη της Rehweel εκφράζει τις απόψεις του εμπειρογνώμονα, ο οποίος επιλέχθηκε με απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία αποτελείται μόνο από μέλη ειδικούς εμπειρογνώμονες στο δίκαιο και οικονομικά του ανταγωνισμού με σημαντική εμπειρία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πριν τη δημοσίευσή της, η μελέτη επίσης αξιολογήθηκε και από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, διεθνούς κύρους καθηγητές οικονομικών δικτύων και οικονομικών του ανταγωνισμού και της ψηφιακής οικονομίας από το εξωτερικό. Συνεπώς, η μελέτη πληροί κάθε κριτήριο αξιοπιστίας, κρίνοντας με αμιγώς επιστημονικούς και τεχνοκρατικούς όρους.
Η μελέτη επίσης εστιάζει σε ένα πρόβλημα που δεν είναι καινούριο, τις υψηλές τιμές στην Ελλάδα παροχής υπηρεσιών δεδομένων μέσω κινητής σύνδεσης, κάτι το οποίο έχει απασχολήσει επανειλημμένα τις ετήσιες μελέτες σύγκρισης τιμών παροχής υπηρεσιών ευρυζωνικού κινητού δικτύου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και επίσης την Ελληνική κυβέρνηση. Συνεπώς, πρόκειται για ένα υπαρκτό πρόβλημα, που ασφαλώς δεν εφηύρε για πρώτη φορά η Επιτροπή Ανταγωνισμού, και το οποίο απασχολεί τους καταναλωτές εδώ και καιρό οι οποίοι κάνουν διαρκείς ερωτήσεις και παράπονα, τόσο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, όσο και στην ΕΕΤΤ (στην οποία η Επιτροπή Ανταγωνισμού συστηματικά τα επικοινωνεί).
Σκοπός της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι, χωρίς να υπάρξει κατάσταση υπερ-ρύθμισης της αγοράς, να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός, το οποίο πιστεύουμε ότι θα οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές, καλύτερη ποιότητα δικτύου και σε μεγαλύτερη βάση χρηστών κλείνοντας το ψηφιακό χάσμα, προς όφελος της καινοτομίας, των τελικών καταναλωτών, ειδικά της νέας γενιάς, αλλά και των επιχειρήσεων (εταιρειών τηλεπικοινωνιών και ψηφιακής οικονομίας γενικότερα).