«H Ελλάδα είναι το πιο πιθανό να επιτύχει την ομαλότητα και τη συνέχεια στις πολιτικές της επιλογές, δεδομένης της υψηλότερης πιθανότητας να μην αλλάξει σημαντικά το πολιτικό σκηνικό, ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεγαλύτερη αβεβαιότητα στην Ιταλία και την Ισπανία», εξηγεί η Goldman Sachs σε report που αναλύει τη βιωσιμότητα του χρέους υπό το πρίσμα των εθνικών εκλογών στις χώρες της Νότιας Ευρώπης.
«Η πολιτική αβεβαιότητα στην Ιταλία και την Ισπανία είναι υπαρκτή, γιατί και στις δύο ο κυβερνητικός συνασπισμός φαίνεται να υστερεί εκλογικά. Η Ισπανία όμως είναι απίθανο να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο πολιτικής διαταραχής, διότι και οι δύο συνασπισμοί μοιράζονται μια παρόμοια δέσμευση για την ευρωπαϊκή δημοσιονομική σταθερότητα. Αυτό δεν ισχύει για την περίπτωση της Ιταλίας, όπου οι δύο συνασπισμοί διαφέρουν σημαντικά ως προς την πεποίθησή τους έναντι της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η αμερικανική τράπεζα εξετάζοντας τις εκλογικές αναμετρήσεις στις τρεις χώρες βλέπει έναν κίνδυνο: τη μη συνέχιση των υπαρχουσών πολιτικών στις χώρες του Νότου. Κατά πάσα πιθανότητα και εάν δεν υπάρξουν νωρίτερα εξελίξεις, το 2023 θα είναι ένα πολύ σημαντικό εκλογικό έτος για τη Νότια Ευρώπη, με την Ελλάδα και την Ιταλία να προγραμματίζουν εθνικές εκλογές την άνοιξη και την Ισπανία να προετοιμάζεται για το φθινόπωρο. Η σημασία των εθνικών εκλογών για την αγορά αυξάνεται καθώς είναι πιο πιθανό να διαταράξουν τη συνέχεια της πολιτικής, δεδομένης της σημασίας για τα ευρωπαϊκά δημοσιονομικά προγράμματα (Ταμείο Ανάκαμψης και, πιο πρόσφατα, REPowerEU).
Στην Ελλάδα, το κόμμα του εν ενεργεία Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη η Νέα Δημοκρατία, διατηρεί σαφές προβάδισμα ενώ ο πρωθυπουργός Ντράγκι στην Ιταλία θα ολοκληρώσει τη θητεία του στην κυβέρνηση στις επόμενες εκλογές και ο συνασπισμός του θα διασπαστεί σε δύο κύρια μπλοκ που ανταγωνίζονται.
«Εν αναμονή της άρσης της ΕΚΤ, οι αποδόσεις των ομολόγων σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ αυξήθηκαν αισθητά, επαναφέροντας το ερώτημα για τη βιωσιμότητα του χρέους της Νότιας Ευρώπης στο επίκεντρο της αγοράς», εξηγούν οι αναλυτές της Goldman Sachs.
«Ακόμη και αν οι προοπτικές πραγματικής ανάπτυξης για τη Νότια Ευρώπη παραμένουν ευάλωτες λόγω της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία, το βραχυπρόθεσμο μαξιλάρι που παρέχεται από την αυξημένη ονομαστική ανάπτυξη, η επίμονη ευρωπαϊκή δημοσιονομική στήριξη (Ταμείο Ανάκαμψης και, κυρίως, και πρόσφατα το REPowerEU) και η σταδιακή σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής παρέχουν στην περιοχή πρόσθετο χρόνο για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών αδυναμιών της.
Επιπλέον, η σχετικά μεγάλης διάρκειας μέση διάρκεια του δημόσιου χρέους, από 7 έτη στην Ιταλία έως 21 έτη στην Ελλάδα, θα συμβάλει στην εξομάλυνση των βραχυπρόθεσμων επιπτώσεων της αύξησης των αποδόσεων στο κόστος του χρέους.
Συνολικά, η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να επιτύχει πολιτική συνέχεια μετά τις εθνικές εκλογές, δεδομένου ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει υψηλότερες πιθανότητες να παραμείνει στη θέση της για να συνεχίσει τις επιλεγμένες πολιτικές της και να υλοποιήσει τη δέσμευσή της στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Διαβάστε ακόμη:
Σε ασφυξία οι πάροχοι ενέργειας – Ληξιπρόθεσμα το 50% των τιμολογίων, 4πλάσιοι οι διακανονισμοί
Ισπανία: Ο πληθωρισμός επιταχύνεται απροσδόκητα, αυξάνοντας την πίεση στην ΕΚΤ