H αμερικανική τράπεζα Goldman Sachs θεωρεί πιθανή και άλλη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας το φθινόπωρο για την ελληνική οικονομία.
«Συνεχίζουμε να βλέπουμε σταθερές προοπτικές για την ανάκαμψη των επενδύσεων στην Ελλάδα. Οι εκταμιεύσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης αναμένεται να κορυφωθούν το 2024-2025 και το πρόγραμμα θα στρέφεται όλο και περισσότερο προς τη στήριξη των κεφαλαιουχικών δαπανών. Επιπλέον, η θεσμική ποιότητα του ελληνικού κράτους συνεχίζει να βελτιώνεται, αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημόσιους θεσμούς στο υψηλότερο επίπεδο από την κρίση δημόσιου χρέους. Πρόσφατα, η έκθεση Benchmarking Infrastructure Development της Παγκόσμιας Τράπεζας που εστιάζει στη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την ανάπτυξη έργων υποδομής τοποθέτησε την Ελλάδα στην κορυφή της κατανομής στην Ευρώπη», επισημαίνει ο οίκος.
Η βελτίωση της ελληνικής αγοράς εργασίας είναι ιδιαίτερα αναγκαία δεδομένης της δημογραφικής αστάθειας της χώρας. Ο μόνιμος πληθυσμός έχει μειωθεί κατά σχεδόν 5% την τελευταία δεκαετία και η χώρα πρέπει να αυξήσει τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας για να τροφοδοτήσει τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη. Το εύρος της έκρηξης στην αγορά εργασίας αντανακλά την ευρεία φύση της ελληνικής ανάκαμψης, η οποία εκτείνεται από τις υπηρεσίες, όπως συνήθως αναγνωρίζεται, στη μεταποίηση. Ο τομέας της μεταποίησης αντιπροσωπεύει στην Ελλάδα περίπου το 16% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας και το 13,5% του ΑΕΠ. Όμως, με διαφορά από τις άλλες οικονομίες της περιοχής, η μεγάλη ανάκαμψη της μεταποιητικής δραστηριότητας στην Ελλάδα συνοδεύτηκε από μια εκτίναξη της παραγωγικότητας της εργασίας, επωφελούμενη από την αύξηση των επενδύσεων πάνω από το μέσο όρο.
Γιατί η Ελλάδα θα συνεχίσει να υπεραποδίδει
«Αν και το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας εξακολουθεί να βρίσκεται 17% κάτω από το επίπεδο του 2007, η θετική δυναμική της οικονομίας της χώρας παραμένει αμετάβλητη μετά από δύο χρόνια κατά τα οποία ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν διπλάσιος από αυτόν της υπόλοιπης ζώνης του ευρώ. Επιπρόσθετα, η δομή της ανάπτυξης παρέχει εποικοδομητικές προοπτικές. Σε αντίθεση με την υπόλοιπη περιοχή, η ιδιωτική κατανάλωση εξακολουθεί να αυξάνεται ταχύτερα από τη δημόσια κατανάλωση, ενώ η αύξηση των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της στέγασης, έχει ανακάμψει με τον υψηλότερο ρυθμό από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Η αύξηση της απασχόλησης αντικατοπτρίζει την ευρεία βάση της ελληνικής ανάκαμψης, η οποία εκτείνεται από τις υπηρεσίες έως τη μεταποίηση», εξηγεί η επενδυτική τράπεζα.
«Όμως, με διαφορά από τις άλλες οικονομίες της περιοχής, η οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας συνοδεύτηκε από μια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας που επωφελήθηκε από την αύξηση των επενδύσεων πάνω από τον μέσο όρο. Ο κατασκευαστικός τομέας έχει ενταχθεί στη γενική βελτίωση, αν και τα επίπεδα δραστηριότητας παραμένουν υποτονικά σε ιστορική σύγκριση. Στο πλαίσιο αυτών των σταθερών μακροοικονομικών προοπτικών και χάρη στη συνεχιζόμενη ευρωπαϊκή στήριξη, η ελληνική κυβέρνηση ακολουθεί συντηρητική δημοσιονομική στάση με πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο, σε ποσοστό του ΑΕΠ, μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Στο βασικό σενάριο, αναμένουμε ότι ο λόγος του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ θα συνεχίσει να μειώνεται, υποχωρώντας κάτω από τον αντίστοιχο της Ιταλίας έως το 2027. Με δεδομένο το μακροοικονομικό τοπίο και τις θετικές προοπτικές των οίκων αξιολόγησης, θεωρούμε ότι η ελληνική οικονομία είναι σε καλή θέση για να κερδίσει μια πρόσθετη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας στις επερχόμενες αξιολογήσεις από τον Οκτώβριο έως τις αρχές Δεκεμβρίου», συμπεραίνει ο επενδυτικός οίκος.
Διαβάστε ακόμη
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα