© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Στη μάχη για να αξιοποιηθούν σε επενδύσεις οι επιστροφές των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFAs και SMPs), οι οποίες φθάνουν τα 1,3 δισ. ευρώ ετησίως, στρέφεται από σήμερα και επισήμως το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της 4ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης και την πρόωρη αποπληρωμή του «ακριβού» δανείου του ΔΝΤ.
Το θέμα αναμένεται να τεθεί στη διήμερη συνεδρίαση του Euro Working Group (EWG/EFC) από τον εκπρόσωπο της χώρας μας και πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Μιχάλη Αργυρού, με εφαλτήριο δύο ευνοϊκές εξελίξεις:
(α) τις εξαιρετικά θετικές εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την 4η μεταμνημονιακή αξιολόγηση και τον προϋπολογισμό του 2020, που περιλαμβάνουν σημαντικά βελτιωμένη ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και ανοίγουν τον δρόμο για να εκταμιευθούν 767 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ομολόγων, και
(β) την πρόωρη αποπληρωμή 2,7 δισ. ευρώ προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η οποία πιθανότατα θα ολοκληρωθεί αύριο και, σύμφωνα με την Κομισιόν, «αποτελεί σημαντικό θετικό σήμα». Σύμφωνα με πληροφορίες του ΝΜ, ο κ. Μιχάλης Αργυρoύ θα ενημερώσει τους εκπροσώπους των υπουργείων Οικονομικών της Ευρωζώνης ότι οΈλληνας υπουργός κ. Χρήστος Σταϊκούρας υπέγραψε και αποστέλλει άμεσα στην Ουάσιγκτον τη σχετική επιστολή, για την άμεση ολοκλήρωση της διαδικασίας αποπληρωμής.
Λεφτά για Επενδύσεις
Στόχος της κυβέρνησης είναι να χρησιμοποιηθεί τουλάχιστον ένα μέρος από τα κέρδη των ομολόγων για επενδυτικούς σκοπούς, αντί να οδεύσει όλο το ποσό για την αποπληρωμή του χρέους, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα. Παράλληλα, αυτή η αλλαγή χρήσης θα επιχειρηθεί να αξιοποιηθεί για τη δημιουργία πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου.
Με απλά λόγια, το σκεπτικό της ελληνικής πλευράς είναι πως αν αξιοποιηθούν 1,3 δισ. ευρώ από τα κέρδη των ομολόγων για επενδύσεις, θα μπορούσε να αφαιρεθεί ισόποση δαπάνη από το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και να διατεθεί για τη χρηματοδότηση πρόσθετων φοροελαφρύνσεων. Έτσι, θα προέκυπτε έμμεση μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από το 3,5% το ΑΕΠ στο 2,8%-2,9% περίπου.
Επιπλέον, θα υπήρχε όφελος και στο μέτωπο του χρέους, καθώς η χρήση των πόρων από τα ANFAs και τα SMPs για επενδύσεις θα τόνωνε την ανάπτυξη και έτσι θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ σε σύγκριση με την απευθείας αξιοποίηση των χρημάτων για την κάλυψη χρηματοδοτικών υποχρεώσεων της χώρας.
«Με δεδομένη την ύπαρξη ενός μεγάλου επενδυτικού κενού, η αποτελεσματικότερη χρήση των ANFAs και των SMPs θα ήταν για συμφωνημένες επενδύσεις. Η χρήση αυτή θα βελτιώσει και τη δυναμική του δημοσίου χρέους», σημειώνει υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών.
Το ζητούμενο είναι οι σχετικές διαβουλεύσεις να ολοκληρωθούν μέσα στο 1ο τρίμηνο του 2020. «Εάν δεν έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο έως τα τέλη Μαρτίου, δεν θα υπάρχει επαρκής χρόνος για να χρηματοδοτηθούν και να ‘τρέξουν’ επενδυτικά σχέδια εντός του προσεχούς έτους», επισημαίνουν πηγές του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Πρόκειται για ένα απαιτητικό στοίχημα, καθώς, όπως αναφέρει ευρωπαϊκή πηγή στο business stories, «η συζήτηση θα ξεκινήσει τώρα, αλλά θα πάρει χρόνο, διότι υπάρχουν εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν». Η ίδια πηγή εκτιμά πως το Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου μπορεί να εξουσιοδοτήσει το Euro Working Group να εξετάσει το ζήτημα και προσθέτει:
«Η συμφωνία στο Eurogroup του Ιουνίου του 2018 προέβλεπε ότι τα ANFAs και τα SMPs θα χρησιμοποιούνται για τη μείωση των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών ή για τη χρηματοδότηση συμφωνημένων επενδύσεων. Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι να προσδιοριστεί ποιες θα είναι οι επενδύσεις αυτές. Στις άτυπες διαβουλεύσεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα ορισμένοι Ευρωπαίοι έχουν υποστηρίξει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να υποβάλει πρόταση με συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια προς χρηματοδότηση, τα οποία θα βρίσκονται σε στάδιο ωρίμανσης».
Άλλες πηγές με γνώση των σχετικών συζητήσεων επισημαίνουν ότι η επενδυτική απραξία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και η απογοητευτική εικόνα που άφησε πίσω της ως προς την απορρόφηση του ΕΣΠΑ δυσχεραίνουν τη διαπραγματευτική θέση της σημερινής κυβέρνησης. Αρκεί να σημειωθεί ότι μόλις 25,5% του συνολικού προϋπολογισμού του ΕΣΠΑ είχε απορροφηθεί έως τις αρχές Οκτωβρίου και το υπουργείο Ανάπτυξης εκτιμά ότι χρειάζεται μια μέση αύξηση του ρυθμού υλοποίησης κατά 20%-25% ετησίως έως το 2023, για να μην υπάρξει απώλεια πόρων.
Το μπρα-ντε-φερ για τη χρήση των κερδών από τα ομόλογα συνδέεται με τον κεντρικό στόχο για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Σύμφωνα με κοινοτικό στέλεχος, «η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που περιλαμβάνεται στην 4η έκθεση ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας βοηθά την κυβέρνηση στη διεκδίκηση χαμηλότερων στόχων, γιατί δείχνει ότι οι μεικτές ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες από το 2033 και μετά μειώνονται κοντά στο 14% του ΑΕΠ, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 17% του ΑΕΠ τον Ιούνιο».