Από τις Βρυξέλλες όπου μεταβαίνει σήμερα ο Χρήστος Σταϊκούρας για τη συνεδρίαση υπουργών Οικονομικών της ΕΕ, περνούν οι αποφάσεις για τους καινούργιους κανόνες, έννοιες και πηγές διαφωνιών που θα τεθούν σε ισχύ πανευρωπαϊκά το 2024.
Στις 31 Δεκεμβρίου 2023 λήγει η αναστολή των δεσμεύσεων που για χρόνια ίσχυαν σε Ελλάδα και Ευρώπη, αλλά από σήμερα κιόλας μπαίνουν οι βάσεις για «νέου τύπου» ελέγχους και εποπτεία των χωρών. Αν επέλθει απόψε συμφωνία, οι τελικές ανακοινώσεις μπορεί να γίνουν στο ανώτατο επίπεδο από τη Σύνοδο των ηγετών της ΕΕ, στις 23-24 Μαρτίου.
Οι ενστάσεις και εντάσεις Βορείων και Νοτίων πλέον κορυφώνονται, αλλά το πλαίσιο και το πλέγμα των νέων κανόνων αρχίζει πια να ξεκαθαρίζει –και ειδικά για την Ελλάδα.
Με βάση και όσα ανακοίνωσε προ ημερών μόλις η ΕΕ, η κατεύθυνση των νέων μέτρων περιγράφεται ως εξής:
· οι δημοσιονομικοί κανόνες επιστρέφουν το 2024. Αυτό σημαίνει ότι θα εξετάζεται «πόσα βγάζει – πόσα δίνει» κάθε χρόνο το Κράτος, κατά πόσον «μπαίνει μέσα» και τι ελλείμματα παράγει ανά έτος. Μετά την πανδημία, επανέρχεται ο “κόφτης” 3% του ΑΕΠ στα ελλείματα.
· οι χώρες με μεγάλο δημόσιο χρέος (πχ Ιταλία, Ελλάδα κλπ) θα υπόκεινται σε μέτρα με αυξημένο «δείκτη ασφαλείας». Μπαίνουν έτσι στόχοι για πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι 2% του ΑΕΠ ενδεχομένως, όπως εκτιμούν στην Αθήνα.
· εισάγεται όμως ο νέος όρος «καθαρές πρωτογενείς δαπάνες». Και αυτό μεταφράζεται σε μικρότερες απαιτήσεις για λιτότητα. Μπαίνει μεν δηλαδή ξανά «κόφτης» στις κρατικές δαπάνες, θα εξαιρεί όμως και τις δαπάνες που προέρχονται από άλλα έτη (πχ τόκους δανείων) αλλά ακόμα επίσης και όλες εκείνες τις «φρέσκιες» (πρωτογενείς) δαπάνες κάθε έτους, οι οποίες δεν υπόκεινται στον έλεγχο της κυβέρνησης, όπως πχ το αυξημένο ενεργειακό κόστος στη λειτουργία του Κράτους.
· «μεταρρυθμίσεις» για μεγαλύτερη Ανάπτυξη (και όχι πλέον μόνον «περικοπές για μικρότερα ελλείμματα») εισάγονται επίσης στην έννοια της «δημοσιονομικής προσαρμογής» κάθε χώρας. Και αυτό διότι έχει διαπιστωθεί (και στην περίπτωση της Ελλάδος) ότι η «σκέτη» λιτότητα, αναστέλλει την Ανάπτυξη. Και άρα, ενώ τα ελλείμματα μειώνονται σε ποσότητα, αυξάνονται σε ποσοστό του ΑΕΠ. Μια τέτοια εξέλιξη μειώνει τις πιέσεις για περικοπές, αλλά ανοίγει ενδεχομένως θέματα και συζητήσεις (εντός και εκτός Ελλάδος) για το «τι εστί αναπτυξιακή πολιτική», ποια μέτρα και Επενδύσεις θα αυξήσουν το ΑΕΠ και κατά πόσον.
Στη διαπραγμάτευση για όλα αυτά, η Αθήνα έχει προτείνει:
– μείωση χρέους με βάση τον οικονομικό κύκλο (πχ άλλο ποσοστό όταν υπάρχει ανάπτυξη, άλλο όταν υπάρχει επιβράδυνση της οικονομίας) και όχι σε σταθερά βήματα (ετήσια μείωση 1/20 ανά έτος για το ποσοστό του χρέους που υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ)
– διατήρηση του ανώτατου ορίου ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ, αλλά με βάση τις «καθαρές» πρωτογενείς δαπάνες που αποδέχτηκε και προτείνει και η Κομισιόν.
– να εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ελλείμματος, οι δαπάνες για επενδύσεις στην πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση
– να εξαιρούνται και οι αμυντικές δαπάνες για χώρες που έχουν τη φύλαξη των Ευρωπαϊκών συνόρων απέναντι σε εξωτερικές απειλές (ανάλογο αίτημα εκφράζουν και χώρες όπως η Πολωνία, Φινλανδία κ.ά).
– να υπάρξει ένα πανευρωπαϊκό δημοσιονομικό “εργαλείο”, κατ’αναλογίαν του Ταμείου Ανάκαμψης, για να επανέρχονται τα υπερχρεωμένο κράτη σε τροχιά ανάπτυξης ώστε να συνεχίζουν τη δημοσιονομική τους προσαρμογή.
Αν επέλθει κατ’ αρχήν συμφωνία απόψε και αύριο στο Eurogroup και στο Ecofin επί των κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την άσκηση και τον συντονισμό της δημοσιονομικής πολιτικής το 2024, αναμένεται να εκδοθεί και σχετική δήλωση των υπουργών της Ευρωζώνης.
Επιπλέον, στη σημερινή Σύνοδο οι υπουργοί αναμένεται να ανταλλάξουν και απόψεις σχετικά με τους στρατηγικούς στόχους πολιτικής για το ψηφιακό ευρώ.
Διαβάστε ακόμη
Χρηματιστήριο: Η κατρακύλα, η αύξηση του πολιτικού ρίσκου και τα «μαύρα σύννεφα» από το εξωτερικό
Μεταβιβάσεις ακίνητων: Δύο αγκάθια στην βελτιωμένη διαδικασία έκδοσης βεβαίωσης ΤΑΠ