Του Κωστή Πλάντζου
Στη συζήτηση για τα πρόσθετα μέτρα που θα απαιτηθούν ως και το 2021 προκειμένου να κλείσει η διαπραγμάτευση για τη β΄ αξιολόγηση, έχει μπει πλέον η κυβέρνηση. Για τον σκοπό αυτό αναχωρεί σήμερα για Παρίσι και Βρυξέλλες ο υπουργός Οικονομικών, κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος, προκειμένου, σύμφωνα με πληροφορίες, να προϊδεάσει για τις ελληνικές αντιπροτάσεις τον Γάλλο ομόλογό του Μισέλ Σαπέν απόψε στο Παρίσι και αύριο στις Βρυξέλλες τον Επίτροπο Οικονομικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί -που είναι στη φάση αυτή και οι βασικοί «σύμμαχοι» των προσπαθειών της χώρας έναντι των αξιώσεων του Βερολίνου και του ΔΝΤ.
Ο κύριος Τσακαλώτος διατηρεί τις ελπίδες του ότι μπορεί με τις αντιπροτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης να προλάβει να επιτευχθεί συμφωνία ακόμα και στο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου ίσως. Τίποτα όμως δεν εγγυάται την επιτυχία, αφού στο Euro Working Group της Πέμπτης το ελληνικό ζήτημα έχει μπει πολύ χαμηλά στην ατζέντα, αφού καμία πρόοδος δεν υπήρξε τον Δεκέμβριο στα ανοικτά μέτωπα (κυρίως στα Εργασιακά και στο Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2018-2020).
Παρότι τα σενάρια για τα πρόσθετα μέτρα που θα προτείνει η Αθήνα πάνε και έρχονται (για μείωση αφορολογήτου κλπ) χωρίς να διαψεύδονται, το μόνο σίγουρο είναι πως το οικονομικό επιτελείο διερευνά προτάσεις ύψους 2-2,5 δισ. ευρώ τουλάχιστον, έναντι των 4,5 δισ. που αξιώνει το ΔΝΤ. Και δέχεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να εκτείνονται έως το 2021 (δηλαδή ένα χρόνο μετά το τέλος του Μεσορπόθεσμου Προγράμματος και τρία χρόνια μετά τη λήξη του 3ου Μνημονίου) αντί το 2023 που αντιπροτείνει συμβιβαστικά η Κομισιόν ή το 2028 που ζητούν οι «σκληροί» των δανειστών.
Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι όμως ότι δεν έχει μιλήσει ακόμα ο Σόιμπλε, ούτε όμως είναι και σίγουρο πως θα κλείσουν έτσι τελικά τα υπόλοιπα εκκρεμή θέματα ή θα βρεθεί η λύση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους τα οποία, προς το παρόν τουλάχιστον, θέτουν ως προϋπόθεση το ΔΝΤ προκειμένου να μπει στο ελληνικό πρόγραμμα και η ΕΚΤ για να επιτρέψει στην Ελλάδα να ενταχθεί στο πρόγραμμα παροχής ρευστότητας –παρότι ως προς το τελευταίο (το QE δηλαδή) η Αθήνα εμφανίζει περίπου ήδη σαν τυπική διαδικασία πια.
Από την πλευρά τους, οι πιστωτές ετοιμάζονται να δώσουν σαν «τυράκι» την ενεργοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους. Χθες το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Καλίν Ανεφ Γιάνσε, προανήγγειλε στο πρακτορείο Dow Jones ότι τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα αρχίσουν να υλοποιούνται από το τέλος Ιανουαρίου. Η διαδικασία εκτιμάται ότι θα διαρκέσει περίπου έξι μήνες.
Παρά την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης πάντως δεν φαίνονται ακόμα σοβαρά προβλήματα ρευστότητος στον ορίζοντα. Με εξαίρεση τα ομόλογα 1,353 δισ. ευρώ που που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες και τα οποία πρέπει να πληρωθούν στις 20 Απριλίου, οι μεγάλες υποχρεώσεις έρχονται τον Ιούλιο. Τότε συσσωρεύονται οι λήξεις του 3ετούς ομολόγου που εκδόθηκε επί κυβέρνησης Σαμαρά (2,089 δισ. ευρώ στις 17 Ιουλίου), των ομόλογων ύψους 3,867 δισ. ευρώ που κατέχει η ΕΚΤ (στις 20 Ιουλίου), ενώ στις 18 Ιουλίου πρέπει να αποπληρωθεί και δόση ύψους 290.227.000 προς το ΔΝΤ.