Η επίτευξη μικρού πρωτογενούς πλεονάσματος 0,1% του ΑΕΠ σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης το 2022 — έναν χρόνο νωρίτερα από το προγραμματισμένο, έναντι εκτίμησης του Προϋπολογισμού για πρωτογενές έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ — και η σημαντική μείωση του Δημόσιου Χρέους σύμφωνα με την 1η εκτίμηση από την ΕΛ.ΣΤΑΤ δημιουργούν ευνοϊκή δυναμική για το 2023, αναφέρει σε έκθεσή της η Εθνική Τράπεζα..
Η βελτίωση της δημοσιονομικής θέσης της Ελλάδας ήταν η ταχύτερη μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, με την προσαρμογή στο πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο να ανέρχεται στο 4,8% του ΑΕΠ.
Η υπεραπόδοση κατά το 2022, σε συνδυασμό με την καλύτερη του αναμενομένου υλοποίηση του κρατικού προϋπολογισμού στο τρίμηνο του 2023 — πρωτογενές πλεόνασμα στον Κρατικό Προϋπολογισμό €3,1 δισ. ή 1,4% του εκτιμώμενου ΑΕΠ για το 2023, έναντι στόχου του προϋπολογισμού για περίπου ισοσκελισμένη θέση στο 1ο τρίμηνο του 2023, δημιουργούν υψηλές προσδοκίες και για τη φετινή χρονιά.
Αναλύοντας τους επιμέρους παράγοντες που συνετέλεσαν στις ανωτέρω επιδόσεις, η Δ/νση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ εκτιμά ότι δημιουργούνται προϋποθέσεις ώστε η δημοσιονομική τροχιά να είναι ακόμη ισχυρότερη από ό,τι προβλέπεται στο ΠΣ2023, με ώθηση από την ανθεκτική οικονομική ανάπτυξη, την αυξημένη φορολογική αποτελεσματικότητα και τις φθίνουσες ανάγκες στήριξης, λόγω της συνεχιζόμενης υποχώρησης των τιμών ενέργειας.
Σε αυτή την κατεύθυνση, κομβικός είναι ο ρόλος των εκθετικά αυξανόμενων ηλεκτρονικών συναλλαγών, οι οποίες συνέτειναν στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, με περιορισμό της άτυπης/αδήλωτης δραστηριότητας που μεταφράστηκε σε αυξημένη ελαστικότητα των φορολογικών εσόδων ως προς τις μεταβολές της οικονομικής δραστηριότητας στην οικονομία (ειδικά όσον αφορά τους έμμεσους φόρους).
Σε τροχιά υπεραπόδοσης και το 2023
Επιπλέον, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Εθνικής Τράπεζας, η παρατηρούμενη ισχυρή δημοσιονομική εκκίνηση κατά το 1ο τρίμηνο του 2023, ο εκτιμώμενος ανθεκτικός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης για το τρέχον έτος και η διατηρήσιμη ενίσχυση της φορολογικής αποτελεσματικότητας θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ακόμη ταχύτερη αύξηση των φορολογικών εσόδων.
Όσον αφορά την πορεία των πρωτογενών κρατικών δαπανών κατά το 2022, διαπιστώνεται ότι αυξήθηκαν κατά περίπου 4% σε ετήσια βάση ή €3,8 δισ. το 2022, κυρίως λόγω της αυξημένης στήριξης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ως αντιστάθμισμα στην ενεργειακή κρίση και παρά τον τερματισμό των μέτρων στήριξης λόγω της πανδημίας.
Επίσης, στην ανωτέρω τάση προσμετράται και ο αυξανόμενος ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (ΑΣΠΚ) της Γενικής Κυβέρνησης — κατά 10,2% σε ετήσια βάση το 2022, σε υψηλό 5ετίας στα €7,3 δις — όπως και οι επενδυτικές επιχορηγήσεις που ανήλθαν σε περίπου €4 δισ. (+65% σε ετήσια βάση), σε σύγκριση με μέσο όρο €0,6 δισ. την περίοδο 2015-2019.
Το ΠΣ2023 προβλέπει περαιτέρω υποχώρηση στο λόγο πρωτογενών δαπανών ως προς το ΑΕΠ κατά 2,3% σε ετήσια βάση, λόγω της δραστικής μείωσης των αναγκών για ενεργειακές επιδοτήσεις και της εκπνοής της εφαρμογής ορισμένων προσωρινών μέτρων κοινωνικής στήριξης που ενεργοποιήθηκαν το 2022. Αυτή η εξομάλυνση αναμένεται να μειώσει το λόγο πρωτογενών δαπανών ως προς το ΑΕΠ κατά 4,2 ποσοστιαίες μονάδες το 2023, παρά την ενεργοποίηση περίπου €3 δισ. νέων μέτρων.
Αντιστοίχως, η ανάλυση της ΕΤΕ εκτιμά ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2023 από την πλευρά των δαπανών θα μπορούσε να είναι ακόμη καλύτερο από το προβλεπόμενο στο ΠΣ2023.
Η ανάλυση της ΕΤΕ εκτιμά ότι οι ανωτέρω ευνοϊκότερες, από το ΠΣ2023, εκτιμήσεις για τα φορολογικά έσοδα και τις δαπάνες θα μπορούσαν να οδηγήσουν το πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2% το 2023 και περίπου 1% του ΑΕΠ υψηλότερα ετησίως, κατά μ.ο. — σε σύγκριση με την εκτίμηση του επικαιροποιημένου ΠΣ2023 για την περίοδο 2023-2026 — παρέχοντας κάποια περιθώρια ευελιξίας στη δημοσιονομική στρατηγική
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα πέτυχε την ταχύτερη μείωση στο λόγο δημόσιου χρέους ως προς ΑΕΠ, που ανήλθε στις 23,3 ποσοστιαίες μονάδες το 2022, έναντι 4% του ΑΕΠ για την ευρωζώνη μειούμενο στο 171,3% το 2022, από 194,6% το 2021. Το ΠΣ2023 προβλέπει ότι το εν λόγω ποσοστό θα μειωθεί περαιτέρω στο 162,6% του ΑΕΠ το 2023 και στο 135,2% έως το 2026, οπότε και αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από τον αντίστοιχο λόγο χρέους προς ΑΕΠ για την Ιταλία. Οι ανωτέρω εξελίξεις συνηγορούν ως προς την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από την ελληνική οικονομία.
Διαβάστε ακόμη
Mubadala: Αυτή είναι η νέα επένδυση του κολοσσού από το Αμπού Ντάμπι στην Ελλάδα
Ταμείο Ανάκαμψης: Όλα έτοιμα για την 3η δόση των 1,7 δισ. ευρώ
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ