Της Μαριάννας Τζάννε
Κανόνες κοστολόγησης και τιμολόγησης για όλες τις χρήσεις νερού, πλην της υδροηλεκτρικής ενέργειας και πηγαδιών-φρεατίων υιοθετεί το υπουργείο Περιβάλλοντος, στοχεύοντας στο νερό ύδρευσης και άρδευσης που μέχρι σήμερα αντιμετωπιζόταν με σπάταλο και άναρχο τρόπο. Με το νέο πλαίσιο, υιοθετείται το περιβαλλοντικό τέλος, που αντιστοιχεί στην οικονομική συνεισφορά του τελικού χρήστη ανά κυβικό μέτρο ύδατος και κλίμακες τελών ογκοχρέωσης με στόχο να αποτρέπεται η υπερβολική κατανάλωση νερού. Η πρώτη κλίμακα αντιστοιχεί στις βασικές ανάγκες διαβίωσης με σχεδόν μηδενική επιβάρυνση ενώ το ύψος των τελών στην υψηλότερη κλίμακα, καθορίζεται σε επίπεδα που αποθαρρύνουν την υπερκατανάλωση.
Η σχετική απόφαση που αναρτήθηκε χθες στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΦΕΚ Β 1751/22-05-2017) από την Εθνική Επιτροπή Υδάτων, αποτελούσε υποχρέωση της χώρας στο πλαίσιο της Οδηγίας Πλαίσιο 2000/60/ΕΕ για τα νερά.
Η απόφαση εκκρεμούσε από το 2010 και αποτελούσε αιρεσιμότητα για τη χώρα στον τομέα των υδάτων. «Η μη εκπλήρωσή της θα σήμαινε απώλεια πόρων, ύψους 1,2 δις ευρώ της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου 2014-2020. Η δημοσίευσή της απελευθερώνει σημαντικές πράξεις προκήρυξης και χρηματοδότησης υποδομών άρδευσης σε όλη την Ελλάδα» ανέφερε χθες το υπουργείο Περιβάλλοντος.
Για τον προσδιορισμό των τιμολογίων οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος λαμβάνουν υπόψη, πέραν του χρηματοοικονομικού κόστους ( αποτίμηση του κόστους όλων των έργων και υποδομών) και το περιβαλλοντικό κόστος (αφορά περιοχές με επιβαρυμένα ύδατα) καθώς και το κόστος πόρου (όπου υπάρχει υδατικό έλλειμμα λόγω κακής διαχείρισης).
Οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος ( Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ), ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων-ΟΕΒ) προβαίνουν στην
είσπραξη του περιβαλλοντικού τέλους από τους τελικούς χρήστες. Το ποσό των εισπραχθέντων περιβαλλοντικών τελών αποδίδεται από τους παρόχους υπέρ του Πράσινου Ταμείου.
Από το ποσό αυτό παρακρατείται το 2,5%, με εξαίρεση τις πολυμετοχικές επιχειρήσεις ύδρευσης αποχέτευσης που είναι «εισηγμένες» στο χρηματιστήριο, όπως η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ.
Για τις υδρογεωτρήσεις εκτός οργανωμένων συλλογικών δικτύων, το περιβαλλοντικό τέλος ορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μετά από εισήγηση της οικείας Διεύθυνσης Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος υποχρεούνται να γνωστοποιούν μέχρι τις 30/6 κάθε έτους, από το 2019 και μετά, στη Διεύθυνση Υδάτων της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, το ύψος του εισπραχθέντος ποσού των αποδιδόμενων τελών στον ειδικό λογαριασμό του Πράσινου Ταμείου.
Η τιμολόγηση
Η Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, γνωστοποιεί, έως 31 Οκτωβρίου κάθε έτους, στους παρόχους υπηρεσιών ύδατος καθώς και στους οικείους
ΟΤΑ, το περιβαλλοντικό κόστος και το κόστος πόρου ανά κυβικό μέτρο που αντιστοιχεί στους τελικούς χρήστες.
Στη συνέχεια οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος, από το 2018 και μετά, εντός του πρώτου εξαμήνου κάθε έτους, προσδιορίζουν τα τιμολόγιά τους και κοινοποιούν τη σχετική απόφαση στη Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία εκδίδει συστάσεις, εφόσον απαιτείται και ενημερώνει σχετικά την Ειδική Γραμματεία Υδάτων.
Η τιμολογιακή πολιτική οφείλει να εξασφαλίζει επαρκή ανάκτηση του κόστους και μακροχρόνια βιωσιμότητα των επενδύσεων στον αστικό κύκλο.
Αγροτικός τομέας
Οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος για αγροτική χρήση, μεριμνούν για τη σταδιακή τοποθέτηση υδρομετρητών στο σύνολο των χρηστών του δικτύου εντός τριετίας
εφόσον αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό.
Το σχετικό κόστος δύναται να αναλαμβάνεται από τους παρόχους υπηρεσιών ύδατος και να ανακτάται μέσω της αποπληρωμής του από τους χρήστες. Εφόσον ο πάροχος
εκτιμά ότι δεν είναι τεχνικά ή οικονομικά εφικτό να τοποθετούν συστήματα μέτρησης της κατανάλωσης ύδατος στο σύνολο του δικτύου εντός τριετίας, υποχρεούται να καταθέσει στη Διεύθυνση Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Σχέδιο Δράσης όπου θα προσδιορίζονται το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση
της τοποθέτησης συστημάτων μέτρησης.
Δύο συστήματα χρέωσης
Ο τρόπος τιμολόγησης από τους παρόχους των υπηρεσιών για την αγροτική χρήση γίνεται βάσει μικτού συστήματος χρέωσης. Το σύστημα χρέωσης αποτελείται από δύο μέρη: α) ένα σταθερό τέλος και β) ένα μεταβλητό τέλος με βάση την ογκομετρική χρέωση ανά κυβικό μέτρο κατανάλωσης νερού, το οποίο αυξάνεται βάσει της αύξησης της κατανάλωσης αποτελώντας κίνητρο για τη μείωση της υπερκατανάλωσης. Προβλέπεται άλλωστε προσδιορισμός ανώτατων και κατώτατων ορίων των αναγκαίων ποσοτήτων για την ορθολογική χρήση του νερού στην άρδευση» καθώς και σχετικούς δείκτες αναφοράς ανά είδος καλλιέργειας, μέθοδο άρδευσης και κλιματική ζώνη.
Το σταθερό τέλος εφαρμόζεται στην άρδευση ανά στρέμμα καλλιέργειας. Τα μεταβλητά τέλη ανά κυβικό μέτρο εφαρμόζονται στους χρήστες, ανάλογα με την
μετρηθείσα ποσότητα του ύδατος για αγροτική χρήση που καταναλώθηκε. Στα μεταβλητά τέλη περιλαμβάνεται και το περιβαλλοντικό τέλος.
Σε περιπτώσεις όπου δεν είναι εφικτή η καταμέτρηση του ύδατος για άρδευση ώστε να γίνεται χρέωση ανά κυβικό μέτρο, και μέχρι την συμμόρφωση των παρόχων, θα εκτιμάται η ποσότητα του ύδατος που καταναλώθηκε, είτε κατά έκταση γης και είδος καλλιέργειας καθώς και μέθοδο άρδευσης, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, είτε κατά χρόνο χρήσης του αρδευτικού νερού, ανάλογα με τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές προβλέψεις των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ «οι αγρότες που θα εφαρμόζουν καλές πρακτικές άρδευσης δεν θα επιβαρύνονται με περιβαλλοντικά τέλη, ενώ από την καταβολή περιβαλλοντικών τελών θα εξαιρούνται οι πιο αδύναμοι οικονομικά».