Καθαρούς τίτλους ιδιοκτησίας σε περισσότερους από 300.000 ιδιώτες, τα ακίνητα των οποίων διεκδικεί ως περιουσία του το Ελληνικό Δημόσιο εδώ και δεκαετίες, θα προσφέρει η κυβέρνηση με νομοσχέδιο που ετοιμάζεται να καταθέσει πριν από τα τέλη του έτους.
Η λύση που σχεδιάζει να δώσει στο πρόβλημα των καταπατημένων ακινήτων, γαιών και οικισμών προβλέπει οριστική τακτοποίηση της αντιδικίας με το κράτος έναντι ενός εύλογου και χαμηλού τιμήματος.
Οπως λένε στο υπουργείο Οικονομικών, «η τακτοποίηση των κατεχόμενων δημόσιων και ανταλλάξιμων κτημάτων θα εξασφαλίσει έσοδα για τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά αποτελεί και λύση για την εξάλειψη των κοινωνικών αδικιών έναντι ιστορικά τεκμηριωμένων διεκδικήσεων και συγκρούσεων, καθώς το Δημόσιο εμφανίζεται όψιμα ή και μετά από αιώνες να αμφισβητεί ιδιοκτησίες ή ακόμα και χωριά ολόκληρα! Επιπλέον, το Δημόσιο θα γλιτώσει και από το κόστος δικών, εξόδων και γραφειοκρατικών διαδικασιών».
Το πρόβλημα ξεκινά πριν από 100 χρόνια, με τις μετακινήσεις πληθυσμών λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής και την ανάγκη τους να εξασφαλίσουν μια στέγη. Από τη ρύθμιση που ίσχυσε το 1923 μέχρι σήμερα, η αδυναμία του κράτους να καταγράψει και να προστατεύσει την περιουσία του την παρέδωσε βορά σε μεγαλοκτηματίες καταπατητές. Προκάλεσε όμως και σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα στην ελληνική ύπαιθρο, καθώς τα διαμφισβητούμενα ακίνητα αποτελούν πλέον σπίτια και οικισμούς χιλιάδων φτωχών νοικοκυριών στην ελληνική περιφέρεια.
Το πρόβλημα είναι επίσης οικονομικό, επενδυτικό και διαρθρωτικό. Επί παραδείγματι, σχέδια για βιομηχανικές ζώνες μπορεί να σκοντάφτουν πάνω σε ολόκληρα χωριά. Ή, από την άλλη, ακίνητα ιδιοκτησίας κόκκινων δανειοληπτών τα οποία θα καταλήξουν στα funds μπορεί να διεκδικούνται επίσης από το Δημόσιο.
Πολιτική γης
Η απόφαση για να δοθεί λύση όμως είναι ειλημμένη. Οπως λένε στο υπουργείο Οικονομικών, η τακτοποίηση των κατεχόμενων δημόσιων και ανταλλάξιμων κτημάτων αναμένεται να εξασφαλίσει σημαντικά έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό και συνιστά λύση αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας με πολλαπλή στόχευση:
■ την εξάλειψη ιστορικά τεκμηριωμένων κοινωνικών αδικιών και συγκρούσεων ή διεκδικήσεων κάθε μορφής, που εκδηλώνονται κάθε φορά που η Πολιτεία προσπαθεί να προστατεύσει με συγκεκριμένα μέτρα, αλλά με σημαντική χρονική υστέρηση την περιουσία της,
■ την εισροή σημαντικών εσόδων στον κρατικό προϋπολογισμό και την αποτελεσματική προστασία της κοινόχρηστης περιουσίας του Δημοσίου, καθώς και της περιουσίας που θα αποκαλυφθεί όταν τα ακίνητα δηλωθούν μέσω του Εθνικού Κτηματολογίου,
■ την απελευθέρωση των αρμόδιων διοικητικών υπηρεσιών και των δικαστηρίων από σημαντικό αριθμό δικών, εξόδων και γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Από σαράντα κύματα
Πολύπειρα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών αναφέρουν ότι από τα αρχαία χρόνια, αλλά και στο Βυζάντιο και στον αγώνα της απελευθέρωσης ή στα πρώτα δάνεια του ελληνικού κράτους και τη Μικρασιατική Καταστροφή, καμία κρίση δεν ξεπεράστηκε αν δεν υπήρχε και πολιτική γης.
Ωστόσο η συζήτηση που έχει ανοίξει για την εξαγορά καταπατημένης δημόσιας γης από τους αυθαίρετους κατόχους επαναφέρει στο προσκήνιο και αμαρτωλές ιστορίες του παρελθόντος.
Στην Αττική 8 στα 10 ακίνητα του Δημοσίου βρίσκονται στα χέρια καταπατητών. Εκτιμάται ότι από το σύνολο της δημόσιας περιουσίας έχει καταπατηθεί το 47% των αστικών ακινήτων και το 64% των αγροτικών εκτάσεων.
Ακόμα και μέσα στην Αθήνα θα αποδειχτεί τελικά όταν τελειώσει η κτηματογράφηση ότι πολλά ακίνητα δανειοληπτών ανήκουν τελικά στο Δημόσιο. Επίσης, όπως λέγεται στα αρμόδια υπουργεία, πολυκατοικίες ολόκληρες στα Βριλήσσια, στο Γαλάτσι και αλλού έχουν χτιστεί σε κτήματα που διένειμε τη δεκαετία του ’50 το υπουργείο Γεωργίας για αγροκαλλιέργειες, αλλά δεν αποπληρώθηκε ποτέ το αντίτιμο από τους κατόχους και, ενώ δόθηκαν ως χωράφια, μετά από δεκαετίες αυτά πουλήθηκαν, έγιναν αντιπαροχή, χτίστηκαν και μετατράπηκαν σε πολυκατοικίες και διαμερίσματα που μπήκαν και υποθήκη για τραπεζικά δάνεια.
Εντονο είναι το πρόβλημα σε περιοχές που ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα μόλις τον περασμένο αιώνα. Σε Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα καταπατημένο θεωρείται το 70% των δημόσιων κτημάτων.
Για το 10% των κτημάτων οι αρμόδιες Αρχές δεν έχουν καν στοιχεία.
«Δημιουργείται μέγα κοινωνικό πρόβλημα όταν το κράτος -με πολύχρονη καθυστέρηση συνήθως- ενημερώνει ανυποψίαστους αγοραστές ακινήτων ότι πρόκειται για δημόσια περιουσία», όπως παραδέχονται υπάλληλοι των υπηρεσιών, συστήνοντας ως ενδεδειγμένη λύση την τακτοποίηση μέσω παραχώρησης.
Το πρόβλημα απλώνεται σε ολόκληρη τη χώρα:
■ Στο Αιγαίο είναι καταπατημένο το 47% της αστικής γης και το 64% της αγροτικής του Δημοσίου.
■ Σε Μακεδονία – Θράκη ο κατάλογος των καταπατημένων αριθμεί 1.281 ακίνητα, ενώ άλλα 433 είναι καταπατημένα ανταλλάξιμα.
■ Στην Περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου υπολογίζεται ότι 498 ακίνητα του Δημοσίου είναι υπό κατοχή.
■ Στην Πελοπόννησο και τη Δυτική Ελλάδα η καταγραφή έχει περιοριστεί στον Νομό Αχαΐας, με την απογοητευτική διαπίστωση ότι σχεδόν το σύνολο των 1.700 ακινήτων του Δημοσίου είναι καταπατημένο.
Η νέα ρύθμιση αποσκοπεί στο να βάλει σε τάξη τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Δημοσίου, καθώς, όσο προχωρούν το Κτηματολόγιο και οι δασικοί χάρτες, το κράτος θα ανακαλύπτει όλο και περισσότερους καταπατητές. Αυτό δηλαδή που δεν κατάφερε εδώ και 40 χρόνια με τον νόμο Εβερτ (Ν.719 του 1977) για εκχώρηση των καταπατημένων ακινήτων του Δημοσίου σε ιδιώτες σε χαμηλές τιμές, ενώ και όσοι άλλοι νόμοι εξαγγέλθηκαν έως σήμερα έμειναν τελικά στο συρτάρι.
Διαβάστε ακόμη
Η μεγάλη μάχη για τα +200 εκατ. ευρώ του παγωτού
Τράπεζες: Πιάνουν νωρίτερα τον μονοψήφιο δείκτη ΜΕΔ, καλά νέα από τα moratoria