Του Κωστή Πλάντζου
Βελτίωση στην οικονομία λόγω της ταχείας συμφωνίας με τους δανειστές, μείωση της ανεργίας μέσω της αύξησης των ελαστικών μορφών απασχόλησης σε βάρος της πλήρους απασχόλησης, υπερχρέωση των φορολογουμένων, πτώση των επιτοκίων δανεισμού των ομολόγων που όμως παραμένουν υπερδιπλάσια των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, περιλαμβάνονται μεταξύ των διαπιστώσεων του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου για την κατάσταση της ελληνικής Οικονομίας. Η υπερφορολόγηση δεν απέδωσε, αλλά η κυβέρνηση πέτυχε να σχηματίσει πλεόνασμα και να διανείμει μέρισμα, περικόπτοντας και άλλο τις κρατικές δαπάνες.
Σε έκθεση που δημοσιοποίησε την Δευτέρα, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο περνάει από 13 «κρας- τεστ» τον νέο κρατικό προϋπολογισμό που ψηφίζεται αύριο στη Βουλή. “Τεχνοκρατικά” αποτυπώνει την κατάσταση ως εξής:
1. Ορόσημο της τρέχουσας περιόδου αποτελεί η επίτευξη συμφωνίας με τους θεσμούς για την γ’ αξιολόγηση του ισχύοντος προγράμματος οικονομικής προσαρμογής.
2. Θετικοί ρυθμοί μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 1,6% και 1,3% το Β’ και Γ’ τρίμηνο του έτους. Για την επίτευξη όμως του ετήσιου στόχου της μεγέθυνσης (+1,6%) απαιτείται το τελευταίο τρίμηνο του 2017 ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της τάξης του 3,1%.
3. Ανησυχία προκαλεί τόσο η μείωση των επενδύσεων (στο βαθμό που δεν αντανακλά αποκλειστικά υστερήσεις στην εκτέλεση του Π∆Ε) όσο και η αύξηση των εισαγωγών στο Γ’ τρίμηνο του 2017.
Παρά τα θετικά σημάδια που κατέγραψαν επιμέρους οικονομικοί δείκτες το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2016 (απασχόληση, δείκτες παραγωγής, εμπιστοσύνης κ.α.) τόσο οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) όσο και η κατανάλωση δεν είχαν θετική συνεισφορά στο ΑΕΠ σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016.
Η ιδιωτική κατανάλωση παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη, ενώ οι επενδύσεις κατέγραψαν πτώση κατά 8,5%, μεταβολή η οποία αποτελεί αρνητική εξέλιξη ειδικά σε μία περίοδο όπου είχε περιοριστεί η αβεβαιότητα λόγω της επιτυχούς ολοκλήρωσης της β’ αξιολόγησης.
Σημαντική άνοδο κατά 7,8% κατέγραψαν οι εξαγωγές με το μεγαλύτερο ποσοστό της ανόδου να οφείλεται στην αύξηση εξαγωγών υπηρεσιών (τουρισμός και μεταφορές). Ωστόσο, υψηλότερη άνοδο κατέγραψαν οι εισαγωγές (+9,3%), η οποία αντιστάθμισε πλήρως την άνοδο των εξαγωγών, με αποτέλεσμα η καθαρή συνεισφορά του εξωτερικού τομέα στο ΑΕΠ το Γ’ τρίμηνο να είναι αρνητική.
Η συνιστώσα του ΑΕΠ που κινήθηκε θετικά είναι ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου(+10,6%). Η αύξηση αυτή αποδίδεται εξολοκλήρου στη μεταβολή των αποθεμάτων (υπολειμματικό μέγεθος) τα οποία μειώθηκαν με σημαντικά μικρότερο ρυθμό σε σχέση με πέρυσι.
4. Το 2017 η οικονομία εξέρχεται από μακρά αποπληθωριστική περίοδο. Ο ∆είκτης Τιμών Καταναλωτή καταγράφει το Νοέμβριο άνοδο της τάξης του 1,1%. Η αντιστροφή αυτή υποδηλώνει τη σταδιακή αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας μετά από μια μακρά περίοδο ύφεσης, καθώς και την αυξημένη κατά το 2017 φορολογική επιβάρυνση κυρίως στα καπνικά προϊόντα και δευτερευόντως στον καφέ και στις τηλεφωνικές υπηρεσίες. Επίσης, στη αυξητική μεταβολή του ∆είκτη Τιμών Καταναλωτή συνετέλεσε και η αύξηση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου.
5. Bελτίωση στην αγορά εργασίας. Το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε σταθερά καθόλη τη διάρκεια του 2017 και διαμορφώθηκε το Σεπτέμβριο σε 20,5%.
Το ισοζύγιο των ροών μισθωτής απασχόλησης παρέμεινε θετικό για το διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου, με την πλειονότητα, ωστόσο, των προσλήψεων να αφορά θέσεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης («ελαστικές» μορφές απασχόλησης).
6. Χωρίς σημαντικές διακυμάνσεις το Ισοζύγιο Πληρωμών και τα επιμέρους ισοζύγια.
7. Βελτιωμένος ο δείκτης οικονομικού κλίματος και οι περισσότεροι επιμέρους κλάδοι. Σε σχέση με το αντίστοιχο μήνα του 2016 (Νοέμβριος) η καταναλωτική εμπιστοσύνη και οι προσδοκίες σε βιομηχανία και υπηρεσίες καταγράφουν βελτίωση, ενώ επιδείνωση καταγράφει ο δείκτης προσδοκιών στις Κατασκευές.
8. Συνεχίζεται η πτώση στον κατασκευαστικό κλάδο. Οι τελευταίες κλαδικές εξελίξεις καταγράφουν αντίρροπα αποτελέσματα. Σημαντικά βελτιωμένες είναι οι επιδόσεις του κλάδου των τεχνών, διασκέδασης και ψυχαγωγίας (+12,3), του βιομηχανικού κλάδου (+6,9%), του κλάδου επαγγελματικών κλπ δραστηριοτήτων (+4,3%). Ελαφρά βελτίωση παρουσιάζει ο κλάδος του εμπορίου (+2,6%). Οι παραπάνω κλάδοι είχαν θετική συμβολή στη μεταβολή του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο σε σχέση με το προηγούμενο έτος (σε τρέχουσες τιμές, μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία).
Από την άλλη πλευρά, ο κλάδος των κατασκευών, αλλά και οι χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες είχαν αρνητική συμβολή μειώνοντας το μερίδιο προστιθέμενης αξίας τους στο ΑΕΠ, κατά 18,8% και 10,7%, αντίστοιχα. Ο δείκτης κύκλου εργασιών στη βιομηχανία σημειώνει αργή πτώση από τον περασμένο Μάρτιο, αν και παραμένει σε υψηλότερα επίπεδα από την αρχή του έτους. Οι περισσότεροι κλάδοι είχαν θετική πορεία, με εξαίρεση την ενέργεια η οποία παρουσιάζει στασιμότητα, λόγω και της αύξησης των διεθνών τιμών πετρελαίου.
Παρά τις καλύτερες επιδόσεις ανά μήνα σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2016, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής σημειώνει αργή πτώση από την αρχή του έτους και επιστρέφει στα επίπεδα τέλους 2016, κυρίως λόγω της κάμψης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας η οποία μετά από την μεγάλη άνοδό της τον Ιανουάριο του 2017 επανέρχεται σε προηγούμενα επίπεδα.
9. Σχεδόν διπλάσιο έναντι του «στόχου» το πρωτογενές αποτέλεσμα του Κρατικού Προϋπολογισμού το δεκάμηνο του 2017 και υψηλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης. Θεωρείται πλέον βέβαιο ότι η απόδοση θα υπερβεί και πάλι το στόχο για το 2017.
Ο Κρατικός Προϋπολογισμός (ΚΠ), στο δεκάμηνο εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα 2,98% του ΑΕΠ, ελαφρώς αυξημένο σε σύγκριση με αυτό της αντίστοιχης περιόδου έτους 2016 (2,79%) και σχεδόν διπλάσιο από τον «στόχο» (1,54%).
Το αποτέλεσμα αυτό είναι κατά βάση αποτέλεσμα της συγκράτησης των δαπανών η οποία εκτιμάται ότι θα περιοριστεί σημαντικά μέχρι το τέλος του έτους, χωρίς να απειλείται η υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου. Το αποτέλεσμα της συγκράτησης των δαπανών στο δεκάμηνο επιμερίζεται σχεδόν ισόποσα ανάμεσα σε πρωτογενείς δαπάνες και δαπάνες του Π∆Ε.
Στο σκέλος των εσόδων, το δεκάμηνο του 2017 καταγράφεται μείωση των Καθαρών Εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού κατά 2.339 εκατ. ευρώ έναντι του δεκάμηνου του 2016, η οποία οφείλεται αφ’ ενός στην κατακόρυφη αύξηση των πληρωμών για επιστροφές φόρων και αφ’ ετέρου στις μειωμένες εισροές από την ΕΕ για το Π∆Ε.
Η μείωση αυτή των καθαρών εσόδων του ΚΠ σε ετήσια βάση έχει ληφθεί υπόψιν στην πρόσφατη αναθεώρηση των «στόχων» από του Υπουργείο Οικονομικών (Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2018). Ωστόσο οι εισπράξεις άμεσων φόρων υστερούν κατά περίπου 1 δισ. ευρώ σε σχέση με τις αντίστοιχες του 2016.
10. Ενίσχυση των εισπράξεων έμμεσων φόρων, υστέρηση των εισπράξεων άμεσων φόρων σε σχέση με πέρυσι. Το τελευταίο απαιτεί ιδιαίτερη παρακολούθηση.
11. Σημαντική μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου σε σχέση με πέρυσι. Η μείωση ανέρχεται στο 26,5% σε επίπεδο Γενική Κυβέρνησης και σε 32,1% αν συμπεριληφθούν και οι επιστροφές φόρων.
12. Συνεχίζεται η συσσώρευση νέων ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων του ελληνικού δημοσίου. Η τάση ωστόσο φαίνεται να αποκλιμακώνεται. Σταθερή βελτίωση καταγράφεται στις εισπράξεις παλαιών και νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών.
13. Σημαντική αποκλιμάκωση της απόδοσης των δεκαετών ελληνικών κρατικών ομολόγων. ∆ιαμορφώθηκε κάτω του 4,4%, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2009.
Πάντως, καταλήγει η Έκθεση, «η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς κρατικού ομολόγου παραμένει αρκετά υψηλότερα από τις αντίστοιχες αποδόσεις των υπόλοιπων οικονομιών της ευρωζώνης, με την αμέσως υψηλότερη απόδοση να είναι αυτή του κρατικού δεκαετούς ομολόγου της Πορτογαλίας η οποία διαμορφώνεται περί το 1,8%».