Ολική επαναφορά της ελληνικής οικονομίας το 2021, με το ΑΕΠ της χώρας να φτάνει και να ξεπερνά –σε πραγματικούς και όχι μόνον σε ονομαστικούς όρους- το ΑΕΠ του 2019 πριν ξεσπάσει η παγκόσμια υγειονομική κρίση.
Όπως ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ , η ελληνική οικονομία το 2021 κατέγραψε 8,3%, φτάνοντας στα 181 δισ. ευρώ. Και παρά την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση που ξέσπασε στο β΄ μισό της χρονιάς, στο 4ο τρίμηνο του 2021 η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε άλμα Ανάπτυξης 7,7%.
Συγκεκριμένα, στο τελευταίο τρίμηνο του 2021 καταγράφεται (με εποχική διόρθωση σε όρους όγκου):
1.Από τρίμηνο σε τρίμηνο αύξηση 0,4% (δ΄τρίμ 2021 έναντι γ΄τριμ 2021):
-Αύξηση στην συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη κατά 1,9% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2021.
-Αύξηση στις ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου κατά 1,8% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2021.
-Αύξηση στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 7,3% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2021. Οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 0,3%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 9,5%.
-Αύξηση στις εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 5,8% σε σχέση με το 3o τρίμηνο του 2021. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 10,4%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 6,0%.
2.Σε ετήσια βάση αύξηση 7,7% (δ΄τρίμ. 2021 έναντι δ΄τριμ 2020) :
-Αύξηση στη συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη κατά 8,8% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020.
-Αύξηση στις ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου 24,1% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020.
-Αύξηση στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 24,1% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 4,1%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 63,2%.
-Αύξηση στις εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 33,2% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 29,8% και οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 43,4%.
Συνολικά για ολόκληρο το 2021 η Ελληνική Στατιστική Αρχή ανακοίνωσε (1η εκτίμηση) αύξηση ΑΕΠ σε όρους όγκους για το 2021 κατά 8,3%.
Η 1η εκτίμηση πάντως έχει υπολογιστεί από το άθροισμα των μη εποχικά διορθωμένων αποτελεσμάτων και των τεσσάρων τριμήνων, όπως έχουν προκύψει μετά την ενσωμάτωση ενημερωμένων στοιχείων από τις πηγές.
Σύμφωνα με την εκτίμηση αυτή, το ΑΕΠ το 2021 σε όρους όγκου ανήλθε σε 181,0 δισ. ευρώ έναντι 167,1 δισ. ευρώ το 2020 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 8,3%.
Με τα δεδομένα αυτά, στο 4ο τρίμηνο του 2021 το ΑΕΠ υπερκάλυψε και ξεπέρασε το ΑΕΠ του 4ου τριμήνου του 2019 πριν ξεσπάσει η πανδημία (δείκτης όγκου 45.850 έναντι 45.836).
Και στο άθροισμα και των τεσσάρων τριμήνων του έτους, παρότι το 2021 ήταν χρονιά περιορισμών και πανδημίας, το ΑΕΠ πλησίασε κατά πολύ εκείνο του 2019: στα 181 δισ. έναντι 183 δισ. που συνολικά ανήλθε στα 4 τελευταία τρίμηνα πριν ξεσπάσει η πανδημία.
Σε τρέχουσες τιμές (σσ: μαζί με τον πληθωρισμό κλπ) το ΑΕΠ το 2021 ανήλθε σε 182,8 δισ. ευρώ έναντι 165,3 δισ. ευρώ το 2020 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 10,6%.
Επισημαίνεται ότι προβλέπεται και δεύτερη εκτίμηση του ΑΕΠ για το έτος 2021 η οποία είναι προγραμματισμένη να ανακοινωθεί στις 18 Οκτωβρίου 2022.
Τ. Αναστασάτος για αποτελέσματα του ΑΕΠ:
Σε σχέση με την ανακοίνωση από την ΕΛΣΤΑΤ των αποτελεσμάτων του ΑΕΠ 4ου τριμήνου 2021 και συνόλου έτους, ο Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου της Eurobank, Τάσος Αναστασάτος, σχολίασε τα εξής:
«Σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) για το σύνολο του 2021, σε όρους όγκου ανήλθε σε €181,0 δισ. έναντι €167,1 δισ. το 2020, αυξημένο κατά 8,3%. Το αποτέλεσμα σχεδόν ταυτίζεται με την πρόβλεψή που είχαμε διατυπώσει (8,2%). Σε τρέχουσες τιμές το ΑΕΠ ανήλθε σε €182,8 δισ. έναντι €165,3 δισ. το 2020 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 10,6%.
Με βάση τα διαθέσιμα εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το ΑΕΠ σε όρους όγκου, κατά το 4ο τρίμηνο 2021 παρουσίασε αύξηση κατά 0,4% σε τριμηνιαία βάση και κατά 7,7% σε ετήσια βάση, κάπως μικρότερη σε σχέση με τα προηγούμενα δύο τρίμηνα λόγω χαμηλότερης επίδρασης βάσης.
Η αύξηση αυτή βασίστηκε σε σημαντική αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 9,7% (πάντα σε ετήσια βάση), αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 24,1% και των επενδύσεων παγίων κατά επίσης 24,1% (και θετική μεταβολή των αποθεμάτων). Είναι αξιοσημείωτο επίσης το ότι οι επενδύσεις σε μηχανολογικό και μεταφορικό εξοπλισμό, αυξήθηκαν αυτό το τρίμηνο κατά 61%. Αντίθετα, αρνητική ήταν η συνεισφορά των εισαγωγών που αυξήθηκαν κατά 33,2%.
Η γενική εικόνα είναι αυτή μίας ισχυρής ανάκαμψης από την ύφεση του 2020, με σημαντική αύξηση των επενδύσεων, η οποία όμως συνοδεύεται από επιμονή των δίδυμων ελλειμμάτων, δημοσιονομικού και εξωτερικού.
Το γεγονός ότι το ΑΕΠ δεν παρουσίασε τελικά υπεραπόδοση έναντι των προβλέψεων της ΕΕ μπορεί να αποδοθεί στα εξής:
α) η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε σημαντικά προς τα κάτω το αποτέλεσμα του 2ου (από +16,6% σε 15,1%) και του 3ου τριμήνου του έτους (από +13,4% σε 11,4%), και του 1ου ελαφρώς ανοδικά (από -1,9% σε -1,4%)
β) ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3%, ώστε οι ονομαστικές ροές μεταφράζονται σε μικρότερες πραγματικές σε σχέση με τις επίσημες προβλέψεις. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η ονομαστική αύξηση των επενδύσεων σε αποθέματα είναι πολύ μεγαλύτερη από την πραγματική (ήτοι ο σχετικός αποπληθωριστής είναι πολύ υψηλός)
γ) η κάμψη των κατασκευών προς το τέλος του έτους, γεγονός που πιθανώς συνδέεται με την αύξηση στο κόστος των οικοδομικών υλικών
δ) επιταχυνόμενη αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών. Το φαινόμενο αποδεικνύει την μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές, τόσο της κατανάλωσης, όσο και της ελληνικής παραγωγής σε εισαγόμενες πρώτες ύλες και ενδιάμεσα αγαθά. Αποτελεί διαχρονική, δομική αδυναμία του ελληνικού ΑΕΠ οι περίοδοι ανάπτυξης να συνοδεύονται από ελλείμματα του εξωτερικού ισοζυγίου. Γεννάται το ερώτημα εάν το ελληνικό αναπτυξιακό υπόδειγμα έχει μεταρρυθμιστεί επαρκώς ώστε να παράγει βιώσιμη ανάπτυξη χωρίς ταυτόχρονα να δημιουργεί ελλείμματα στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών. Το ζήτημα θα μας απασχολήσει και την παρούσα χρονιά, έτι περαιτέρω μετά τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας
ε) η επιβράδυνση της δημόσιας κατανάλωσης, που από θετική συνεισφορά στα πρώτα τρίμηνα γύρισε σε αρνητική το 4ο. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την συνεισφορά των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης στην ανάκαμψη του 2021 και, ως εκ τούτου, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την παρούσα χρονιά στην οποία το δημοσιονομικό έλλειμμα πρέπει να περιοριστεί (στόχος του προϋπολογισμού 2022 για πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα στο -1,4% του ΑΕΠ, από -7% το 2021)».
Διαβάστε ακόμη:
JP Morgan: Κόλαφος οι κυρώσεις για τη ρωσική οικονομία
Τιμές σιτηρών: Σε υψηλό 14 ετών – Διακόπηκε το 25% των εξαγωγών σε βασικά προϊόντα
Ο πυρηνικός συναγερμός γκρεμίζει το Χρηματιστήριο – Έχασε και τις 820 μονάδες (upd)