Χειρουργικές παρεμβάσεις στη φορολογική κλίμακα σχεδιάζει η κυβέρνηση, επιχειρώντας να επαναπροσεγγίσει τη μεσαία τάξη και να ενισχύσει τη ρευστότητα που χάθηκε λόγω των διαδοχικών κρίσεων στη χώρα μας. Στόχος είναι να δοθούν φορολογικές ελαφρύνσεις ως απάντηση στην ακρίβεια και το υψηλό κόστος ζωής.

Κατά τη διάρκεια των μνημονίων, η μεσαία τάξη υπέστη δυσανάλογο βάρος, εξαιτίας ενός εκρηκτικού συνδυασμού φόρων και περικοπών. Πριν από την οικονομική κρίση, η μεσαία τάξη συνδεόταν με εισοδήματα μεταξύ 35.000 και 40.000 ευρώ ετησίως. Ωστόσο, οι δραματικές μειώσεις σε μισθούς και εισοδήματα σε συνδυασμό με την εκτίναξη της ανεργίας και την αύξηση της μερικής απασχόλησης οδήγησαν στη συρρίκνωση της μεσαίας τάξης. Σήμερα, το μέσο εισόδημά της βρίσκεται στις 20.000-25.000 ευρώ. Σύμφωνα δε με τον ΟΟΣΑ, τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα είναι από τα χαμηλότερα μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του οργανισμού. Για ένα μονοπρόσωπο νοικοκυριό, τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης κυμαίνονται από 7.894 έως 21.050 δολάρια.

Συνολικά, η οικονομική κρίση και τα επακόλουθα μέτρα λιτότητας οδήγησαν σε σημαντική μείωση των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, με σταδιακή αλλά αργή ανάκαμψη τα τελευταία χρόνια. Το 2022 ήταν η πρώτη χρονιά όπου ο αριθμός των φορολογουμένων με εισοδήματα από 20.000 έως 30.000 ευρώ ξεπέρασε τις 600.000, απέχοντας ωστόσο σημαντικά από τα προ κρίσης επίπεδα.

Οι παρεμβάσεις

Η κυβέρνηση στοχεύει στην επαναπροσέγγιση της μεσαίας τάξης με στοχευμένες φορολογικές παρεμβάσεις. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δεσμευτεί για «περαιτέρω ανακούφιση της μεσαίας τάξης», ενώ οι προτάσεις που εξετάζονται περιλαμβάνουν τα εξής:

1/ Μείωση του φορολογικού συντελεστή για εισοδήματα από 10.001 έως 20.000 ευρώ. Η κυβέρνηση εξετάζει τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης γι’ αυτό το εισοδηματικό κλιμάκιο από το 22% στο 15%. Αυτή η προτεινόμενη αλλαγή θα οδηγήσει σε σημαντική ελάφρυνση των φορολογουμένων, μειώνοντας τον ετήσιο φόρο από 2.200 ευρώ σε 1.500 ευρώ. Το όφελος αυτό αντιστοιχεί σε αύξηση περίπου 50 ευρώ τον μήνα για εργαζομένους που λαμβάνουν 14 μισθούς.

2/ Επανασχεδιασμός της φορολογικής κλίμακας για εισοδήματα από 30.000 έως 50.000 ευρώ. Ο στόχος αυτής της παρέμβασης είναι να μειωθεί η απότομη αύξηση του φορολογικού βάρους που παρατηρείται σήμερα σε αυτό το εισοδηματικό εύρος. Η εισαγωγή νέων συντελεστών θα δημιουργήσει μια πιο ισορροπημένη κατανομή των φορολογικών βαρών, παρέχοντας ανακούφιση στα νοικοκυριά που συχνά βρίσκονται στην «γκρίζα ζώνη» της μεσαίας τάξης. Η συγκεκριμένη κατηγορία έχει μέχρι σήμερα δεχθεί τις μεγαλύτερες πιέσεις, καθώς οι υπάρχοντες συντελεστές προκαλούν δυσανάλογα υψηλές φορολογικές υποχρεώσεις σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημά τους.

3/ Αύξηση του ορίου για τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή. Σήμερα, ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής 44% επιβάλλεται για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ. Η κυβέρνηση εξετάζει την αύξηση αυτού του ορίου προκειμένου να περιοριστεί η υπερβολική φορολογική επιβάρυνση σε πολίτες που βρίσκονται κοντά στο κατώφλι του ανώτατου συντελεστή.
Η αλλαγή αυτή θα αποτρέψει τη δυσανάλογη φορολόγηση εισοδημάτων που, παρότι θεωρούνται υψηλά, δεν χαρακτηρίζονται ως εξαιρετικά μεγάλα.

4/ Μείωση και σταδιακή κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης. Η κυβέρνηση προτείνει μια σταδιακή μείωση των τεκμηρίων κατά 30% από το 2026, με στόχο την πλήρη κατάργησή τους τα επόμενα χρόνια. Αυτή η παρέμβαση θα δώσει λύση σε ένα χρόνιο πρόβλημα που αφορά κυρίως μισθωτούς, συνταξιούχους και άλλες κατηγορίες φορολογουμένων, οι οποίοι συχνά καλούνται να πληρώσουν φόρους βασισμένους σε τεκμαρτές δαπάνες για κατοικίες, οχήματα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία, ανεξάρτητα από τα πραγματικά τους εισοδήματα.

Πάντως, η εφαρμογή των παραβάσεων εξαρτάται από τη διασφάλιση διατηρήσιμων φορολογικών εσόδων. Κεντρικό ρόλο στην επιτυχία του σχεδιασμού διαδραματίζει η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης έχει θέσει ως στόχο την είσπραξη 2,5 δισ. ευρώ ετησίως μέσω της περιστολής της φοροδιαφυγής, στόχος που εκτιμάται ότι μπορεί να επιτευχθεί έως το 2027. Εάν οι στόχοι επιτευχθούν, οι αλλαγές θα μπορούσαν να τεθούν σε ισχύ από το 2026. Αυτό θα σημάνει άμεση αύξηση των καθαρών εισοδημάτων μισθωτών και συνταξιούχων, καθώς η μειωμένη παρακράτηση φόρου θα ενισχύσει τις μηνιαίες αποδοχές τους.

Διαβάστε ακόμα

ΤΑΙΠΕΔ: Κάνει τα πρώτα βήματα εξωστρέφειας

Στα στεγαστικά δάνεια η στόχευση των τραπεζών για το 2025

Αγώνας δρόμου για τα Airbnb – Μέχρι τέλος του χρόνου η έκδοση Αριθμού Μητρώου Ακινήτου

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα