του Διαμαντή Σεϊτανίδη
Σε όλα τα κέντρα εξουσίας, υπάρχει ένα «κρυφό» πρόβλημα. Αυτό που δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά, άρα δεν υπολογίζεται πόση ζημιά μπορεί να κάνει κατά την άσκηση της εξουσίας.
Στην περίπτωση της επόμενης κυβέρνησης, που κατά τα φαινόμενα θα είναι η Νέα Δημοκρατία ή μια κυβέρνηση με κορμό τη ΝΔ, το «κρυφό» πρόβλημα είναι όσοι θα έχουν καίριες θέσεις και πιστεύουν ότι αρκεί η μείωση της φορολογίας για την έλευση επενδύσεων που θα αλλάξουν την παρακμιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα στο παρελθόν πέρασε μικρές περιόδους με φορολογικούς δείκτες κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, χωρίς ωστόσο να υπάρξει επενδυτική έκρηξη. Άλλωστε, σήμερα η Πορτογαλία και η Κύπρος, είναι δυο παραδείγματα του ευρωπαϊκού νότου που έχουν εξαιρετικά χαμηλή φορολογία, αλλά ο πληθωρισμός τους δεν έχει φτάσει το ποσοστό- ορόσημο του 2% κι η ανάπτυξή τους είναι μάλλον αναιμική. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αναφερθεί στο σύνολο των προβλημάτων που εμποδίζουν την επένδυση κεφαλαίων στην Ελλάδα, ωστόσο πολλά από τα επιτελικά του στελέχη δείχνουν να επικεντρώνονται μόνο στην ονομαστική μείωση των φόρων.
Πράγματι, η ελληνική κοινωνία και οικονομία έχουν τόσο πολύ ταλαιπωρηθεί, που αρκεί (όπως έδειξε πρόσφατη έρευνα της διαΝΕΟσις) η μείωσή τους, ακόμα κι αν επιδεινωθούν (ακόμα περισσότερο) οι δημόσιες λειτουργίες προς τον πολίτη. Η αναγκαιότητα αυτή επισκιάζει επιμέρους χρήσιμες συζητήσεις, σχετικά με το ποσοστό εμμέσων φόρων επί της συνολικής φορολόγησης, τις φορολογικές ανισότητες και την φορολογική αστάθεια. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, αυτές οι επιμέρους συζητήσεις είναι ανάγκη να έλθουν στο προσκήνιο και να εξαντληθούν.
Πέραν της φορολόγησης, όμως, υπάρχουν και μια σειρά παραγόντων που επηρεάζουν ευθέως την έλευση άμεσων ξένων επενδύσεων. Οι παράγοντες αυτοί ενδεικτικά είναι οι εξής:
– Η εξυγίανση του χρηματοπιστωτικού συστήματος,
– Η επίσπευση της απονομής Δικαιοσύνης,
– Η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και, γενικότερα,
– Η πολιτική και οικονομική σταθερότητα
Για το πρώτο ο κ. Μητσοτάκης περιέγραψε με ευκρίνεια τους στόχους του: Επίλυση του ακανθώδους προβλήματος των “κόκκινων δανείων” μέσω παροχής κρατικών εγγυήσεων στις ελληνικές τράπεζες. Δημιουργία προϋποθέσεων για χρηματιστηριακή ανάκαμψη των τραπεζών, ώστε το ΤΧΣ να πωλήσει τραπεζικές μετοχές που κατακρατεί. Κεφαλαιακές ενισχύσεις και θεσμική θωράκιση στα πιστωτικά ιδρύματα με το βλέμμα στα stress tests της επόμενης χρονιάς. Προεξόφληση της αναβάθμισης εκ μέρους των ξένων οίκων της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, που θα έχει άμεση αντανάκλαση και στο τραπεζικό μας σύστημα.
Οι πολυετείς καθυστερήσεις στην απονομή Δικαιοσύνης έχουν ταλαιπωρήσει πολλούς επενδυτές κι έχουν αποτρέψει περισσότερους από την επένδυση στη χώρα μας. Το παράδειγμα το Costa Navarino είναι το δημοφιλέστερο σε συζητήσεις με αυτό το θέμα. Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έχει αναφερθεί σε κάθε ευκαιρία στο “πλέγμα μέτρων” που ευνοούν την έλευση επενδύσεων, και σε αυτό περιλαμβάνει την γρηγορότερη απονομή Δικαιοσύνης, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη συνέντευξη που έδωσε στη γαλλική εφημερίδα Figaro, στο πλαίσιο της επίσκεψής του στις ΗΠΑ πριν από περίπου τρεις μήνες. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η επίσπευση στην απονομή δικαιοσύνης είναι πολύ δυσκολότερη από όσο ακούγεται, και προϋποθέτει υπομονή, πειθώ, ισχυρά επιχειρήματα και διαμόρφωση κοινωνικών συμμαχιών, δηλαδή προϋποθέτει παράγοντες στους οποίους διαχρονικά η Νέα Δημοκρατία έχει πρόβλημα.
Στο κεφάλαιο “καταπολέμηση της γραφειοκρατίας” ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έχει κάνει λόγο -με τελευταία αφορμή το πρόσφατο ταξίδι του στην Κύπρο- για τα μέτρα που θα στηρίξουν την επιχειρηματικότητα και θα απλοποιήσουν το επιχειρηματικό περιβάλλον. Ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί να δώσει απτά δείγματα της αποφασιστικότητάς του να προωθήσει αυτές τις πολιτικές, με τη ρητή του δέσμευση προχθές ότι “την πρώτη εβδομάδα της νέας κυβέρνησης, θα ξεμπλοκάρουμε την επένδυση στο Ελληνικό”. Πέραν αυτού, ο πρόεδρος της ΝΔ έχει ήδη αξιοποιήσει τις εμπειρίες του από την εποχή που ήταν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και είδε «από τα μέσα» τα γραφειοκρατικά προβλήματα του ελληνικού Δημοσίου.
Τέλος, η ύπαρξη ή όχι πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας στην Ελλάδα είναι συνάρτηση τόσο του αποτελέσματος των βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουλίου, δηλαδή του συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων στη νέα σύνθεση του Κοινοβουλίου, όσο και από τη διαχείριση της περιόδου χάριτος που θα κάνει η επόμενη κυβέρνηση. Ο κ. Μητσοτάκης έχει μιλήσει πολλές φορές για την ανάγκη θέσπισης ενός σταθερού φορολογικού συστήματος, μόνο που αυτό δεν μπορεί, παρά να είναι μόνο μια πτυχή της σύνθετης πολιτικής παρέμβασης που απαιτείται για να φτάσουμε στην πολιτική και οικονομική σταθερότητα.
Οι παραπάνω στόχοι, απαραίτητοι στο σύνολό τους για να δημιουργηθεί ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον, θα περιληφθούν αναγκαστικά στο νέο Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα το οποίο θα καταθέσει η νέα ελληνική κυβέρνηση στους πιστωτές της χώρας, πιθανώς τον Σεπτέμβριο.
Η αποτελεσματική προώθηση του συνόλου των παραπάνω στόχων θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την ανάταξη της ελληνικής οικονομίας και την αλλαγή της παρακμιακής πορείας που ακολουθεί η ελληνική κοινωνία την τελευταία δεκαετία.