Αισιόδοξος ότι το κενό που αφήνει πίσω της η Thomas Cook στον ελληνικό τουρισμό μετά το «λουκέτο» της περασμένης Δευτέρας είναι εφικτό να καλυφθεί για τη σεζόν του 2020 εμφανίστηκε χθες ο Sebastian Ebel, ο Νο2 της TUI, του μεγαλύτερου ευρωπαϊκού tour operator, ο οποίος ταξίδεψε χθες Παρασκευή εκτάκτως στην Αθήνα, σε μία κίνηση στήριξης του ελληνικού τουρισμού.
Μείζονος σημασίας, ειδικά σε μία περίοδο όπου λείπουν αεροσκάφη από τις παγκόσμιες αερομεταφορές λόγω της «καθήλωσης» των Boeing 737MAX, είναι οι αεροπορικές συνδέσεις ακριβώς προκειμένου να καλυφθεί αυτό το κενό «και ειδικά για την Ελλάδα, η οποία έχει μία επιπλέον δυσκολία συνδεσιμότητας σε σχέση με άλλους προορισμούς της Μεσογείου, λόγω των νησιών».
Ο κ. Εbel, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τρείς από τους σημαντικότερους τομείς του ομίλου (ξενοδοχεία, κρουαζιέρα και εμπειρίες προορισμών) απ’ όπου προέρχεται το 70% λειτουργικών κερδών της TUI, είχε χθές μαζί με το επιτελείο του διαδοχικές συναντήσεις τόσο με την ηγεσία του υπουργείου Τουρισμού όσο και εκπροσώπους των Ελλήνων ξενοδόχων.
«Θέλουμε να κάνουμε business στην Ελλάδα με δίκαιους όρους και μακροπρόθεσμο χαρακτήρα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο ίδιος, απαντώντας ουσιαστικά στο ερώτημα αν με απούσα την Thomas Cook, οι όροι για τους Ελληνες ξενοδόχους που είχαν συνεργασία με τον ιστορικό ταξιδιωτικό κολοσσό, θα είναι πολύ χειρότεροι και ακριβότεροι.
Οι κινήσεις της TUI στη Μεσόγειο
Ο κ. Εbel ανέφερε ακόμη ότι οι επαφές που έχει ξεκινήσει η TUI στις αγορές της Μεσογείου όπου δραστηριοποιείται αφορά τόσο τις άμεσες κρατήσεις του Οκτωβρίου, όσο και της σεζόν του 2020. Ο ίδιος ήταν την περασμένη Πέμπτη στην Τουρκία, την Παρασκευή στην Ελλάδα κι εν συνεχεία, επόμενος σταθμός η Αίγυπτος: «Οι τελευταίες μέρες είναι πολύ δύσκολες. Συνειδητοποιήσαμε ότι πρέπει, άμεσα, να επισκεφθούμε τους σημαντικότερους ευρωπαϊκούς προορισμούς, εκεί όπου υπάρχουν οι απώλειες και ειδικά τους ξενοδόχους όπου χάθηκε πολύ σημαντικό κανάλι διανομής. Προσφέραμε ήδη σε ξενοδόχους τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν το δικό μας δίκτυο διανομής και αναλάβαμε ένα κομμάτι του όγκου ακόμη και για τον Οκτώβριο. Θέλαμε να αντιδράσουμε γρήγορα, να συνδράμουμε τους προορισμούς να ξεπεράσουν γρήγορα την κατάσταση».
Μεγάλο ζήτημα έχει προκαλέσει και το θέμα της απώλειας αεροπορικών θέσεων με σημαντικό το κενό από την Thomas Cook, λόγω και των μεμονωμένων πελατών (εκτός των ‘’πακέτων’’) που διακινούσε: Ειδικά όσον αφορά τις αεροπορικές θέσεις που αφήνει κενές ο όμιλος, με βάση τα πρώτα στοιχεία από τον πρόωρο προγραμματισμό για το 2020, πλήττονται 38 χώρες με μείον 8,6 εκατ. αεροπορικές θέσεις. Ειδικά η χώρα μας, χάνει 610 χιλιάδες αεροπορικές θέσεις έως τα τέλη του Αυγούστου του 2020 με βάση τον σημερινό- πάντα- προγραμματισμό.
«Προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες αεροπορικές θέσεις αυτή την στιγμή, κάτι που δεν είναι καθόλου εύκολο».
Η ελληνική αγορά
Οσον αφορά ειδικά την ελληνική αγορά, στη σύντομη, χθεσινή συνάντησή του με τους δημοσιογράφους, ο κ. Εbel ανέφερε ότι «θέλουμε να εξασφαλίσουμε μία win-win σχέση. Ως προορισμός, η Ελλάδα έχει κάνει ένα δυνατό comeback τα τελευταία χρόνια κι έχουν γίνει σημαντικές επενδύσεις στο τουριστικό προϊόν. Η χώρα είναι μοναδική και σίγουρα δεν είναι μία φθηνή πρόταση για τον τουρίστα, ωστόσο ως όμιλος ενδιαφερόμαστε σε πιο μακροπρόθεσμη βάση».
Τη δεδομένη στιγμή, ειδικά για τη χώρα μας, ο κ. Ebel θεωρεί πιο πολύπλοκο το θέμα των αεροπορικών συνδέσεων, «δεδομένου ότι δεν υπάρχει διαθεσιμότητα αεροσκαφών και θα προσπαθήσουμε να καλύψουμε τη ζήτηση με επιπλέον δρομολόγια. Κοιτάμε να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση τόσο σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, για τον Οκτώβριο –ο οποίος θεωρείται καλός μήνας- όσο και για το καλοκαίρι. Ηδη στην Τουρκία (σ.σ. ο κ. Ebel ήρθε στην Αθήνα από την Αττάλεια) υπογράψαμε τις πρώτες συμφωνίες με ξενοδόχους για τον Οκτώβριο και είμαστε σε συζητήσεις και με Ελληνες ξενοδόχους.
Για τη σεζόν του 2020, ο στόχος συνολικά για τον ελληνικό τουρισμό, είναι να καλυφθεί στο 100% το κενό και θεωρούμε ότι αυτό είναι εφικτό, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει διαθεσιμότητα αεροσκαφών. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει στο κομμάτι αυτό περισσότερες προκλήσεις λόγω των νησιών και της πιο δύσκολης πρόσβασης.
Ωστόσο, γι’ αυτό ξεκινήσαμε τις συζητήσεις τόσο σύντομα, προκειμένου να καλύψουμε πολύ γρήγορα το κενό που έχει δημιουργηθεί. Προσπαθούμε να στηρίξουμε τόσο τους προορισμούς όσο και τους ξενοδόχους. Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα ο στόχος της TUI είναι να πουληθούν περισσότερα πακέτα μέσα στον Οκτώβριο (που ούτως ή άλλως θεωρείται καλός μήνας) και να χρησιμοποιηθούν όσο το δυνατόν περισσότερο τα αεροπλάνα με περισσότερες συχνότητες πτήσεων. Σε τί βαθμό θα καλυφθεί το κενό που αφήνει η Thomas Cookμέσα στον Οκτώβριο για τον ελληνικό τουρισμό θα εξαρτηθεί από την διαθεσιμότητα των αεροπλάνων και τις συχνότητες».
Ερωτηθείς για τους όρους και τις τιμές με τις οποίες θα «κλειστούν» τα νέα συμβόλαια ο κ. Ebel στάθηκε ιδιαίτερα στο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα των σχέσεων που επιδιώκει η TUI στην Ελλάδα. «Μιλάμε για μία διαφανή αγορά και αν θέλουμε να έχουμε μακροπρόθεσμες συνεργασίες θα πρέπει να διατηρήσουμε ανταγωνιστικές τιμές. Ο ξενοδόχος επίσης έχει από την πλευρά του αρκετές δυνατότητες για νέα κανάλια διανομής. Ο ανταγωνισμός είναι πολύ σημαντικός στον τομέα του τουρισμού και γι’ αυτό θα πρέπει όλες οι πλευρές να επιδιώξουν win win συμφωνίες».
Αναφορικά με το ενδεχόμενο νέων επενδύσεων σε ελληνικά ξενοδοχεία από τον όμιλο της TUI, o κ. Ebel απάντησε ότι «η Ελλάδα ήταν πάντα επενδυτικός προορισμός για τον όμιλο και πράγματι είναι πιθανό να υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες για εμάς αυτή την στιγμή. Ωστόσο οι επενδύσεις δε θα γίνουν αυτοσκοπός. Προς το παρόν η προτεραιότητα είναι τα νέα συμβόλαια και μετά θα έρθουν και οι επενδύσεις».
Παρών στη χθεσινή συνάντηση με τους δημοσιογράφους ήταν και ο κ. Δημήτρης Νικολαϊδης, από τον όμιλο της Atlantica, εταίρου της TUI στην Ελλάδα. Ο κ. Νικολαϊδης στάθηκε και αυτός στην αμοιβαία επωφελή συνεργασία που θα πρέπει να έχουν ξενοδόχοι και tour operators: «Είναι σημαντικό να διατηρηθεί η ψυχραιμία από όλους. Το ελληνικό τουριστικό προϊόν είναι πολύ ανταγωνιστικό και οι Ελληνες ξενοδόχοι θα πρέπει να επιδιώξουν μακροπρόθεσμες συνεργασίες. Η Ελλάδα δε θα αποτύχει, πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στο ελληνικό τουριστικό προϊόν».
Ο αριθμός των τουριστών που θα φέρει φέτος στη χώρα μας ο όμιλος αναμένεται να διαμορφωθεί στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, ήτοι στα 3 εκατομμύρια. Η ειδοποιός διαφορά φέτος είναι η αύξηση κατά 18% στα νούμερα των προσεγγίσεων της κρουαζιέρας δεδομένου ότι η TUI έχει ενισχύσει σημαντικά το εν λόγω κομμάτι.