Το 2022 ξεκινά… τον Μάρτιο, καθώς στα μέσα του μήνα αναμένονται τα πρώτα ασφαλή συμπεράσματα για την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία, που θα καθορίσουν τις οικονομικές εξελίξεις στη χώρα μας και την Ευρώπη γενικότερα.
Τον Απρίλιο η κυβέρνηση θα στείλει στις Βρυξέλλες το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας και εκεί θα αναθεωρεί στο σύνολό τους όλες τις προβλέψεις, τους στόχους και τις παραδοχές που είχε λάβει ως βάση για τον Προϋπολογισμό του κράτους -και την πορεία της χώρας- έως τα τέλη της χρονιάς αλλά και για το 2023.
Η μεγάλη ανατροπή έγινε ήδη στην αγορά, λένε στην κυβέρνηση: «Κάθε επενδυτής ή αναλυτής ήξερε και υπολόγιζε, π.χ., ότι το φυσικό αέριο έχει ένα εύρος διακύμανσης που ιστορικά κυμαίνεται από 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα το λιγότερο και έως 80 ευρώ το υψηλότερο. Δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι θα έφτανε πάνω από τα 100 ευρώ. Ότι σε μόλις ένα βράδυ θα εκτινασσόταν και 50% υψηλότερα, στα 150-160 ευρώ και την επομένη στα 200. Ούτε μπορεί να υποθέσει πια τι θα συμβεί και πώς θα κοστολογηθεί σε έναν μήνα ή σε έναν χρόνο το προϊόν, για να κάνει μια παραγγελία ή μια επένδυση».
«Το μόνο βέβαιο είναι η αβεβαιότητα», λένε πλέον στο οικονομικό επιτελείο, καθώς τουλάχιστον για τις επόμενες δύο εβδομάδες η διεθνής οικονομία θα βουλιάζει σε κινούμενη άμμο. Και παρότι οι τιμές φυσικού αερίου υπερ-δέκαπλασιάστηκαν διεθνώς, υπάρχουν και προβλέψεις για περαιτέρω αύξηση τιμών κατά 200% (!) αν διακοπεί η ροή φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Τα γεγονότα έχουν ήδη διαψεύσει όλες τις προσδοκίες, όπως λένε αρμόδιοι αναλυτές, «είναι απλώς θέμα μοντέλου προβλέψεων που χρησιμοποιεί κάθε φορέας ή διεθνής οργανισμός, δεν έχει νόημα αυτή την ώρα να λέμε αν το φυσικό αέριο θα φτάσει, π.χ., στα 300 ευρώ ή το πετρέλαιο στα 150 ευρώ το βαρέλι και τι θα σημαίνει αυτό στη τσέπη και την οικονομία».
Υπό το κράτος των εξελίξεων, στο οικονομικό επιτελείο διαβλέπουν ήδη ότι:
- Οι διεθνείς τιμές των καυσίμων θα παραμείνουν πολύ υψηλές ολόκληρο το 2022. Ακόμα και αν υποχωρήσουν προς τα τέλη του χρόνου, δεν θα επιστρέψουν ποτέ εκεί που ήταν μέχρι το 2021.
- Αν οι τιμές αερίου σταθεροποιηθούν 30 ευρώ υψηλότερα, η Ελλάδα θα χάνει ετησίως 1,8 δισ. ευρώ ή 1% του ΑΕΠ γι’ αυτόν και μόνο τον λόγο.
- Για το 2022 ο ρυθμός ανάπτυξης θα αναθεωρηθεί τουλάχιστον 1 μονάδα πιο κάτω (4%-4,5% αντί 5,5% που είχε προβλεφθεί), ενώ η επίπτωση (carry over) των εξελίξεων θα πλήξει την ανάπτυξη της χώρας και το 2023.
- Ο πληθωρισμός φέτος μπορεί να αποδειχθεί τετραπλάσιος των προβλέψεων, έως και 3% ή 4%, αντί 1% που προβλεπόταν τον Δεκέμβριο.
- Η ανάγκη για νέα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων οδηγεί σε έλλειμμα πολύ μεγαλύτερο από 1,4% το 2022, αλλά και σε χαλάρωση των δεσμεύσεων για πλεονάσματα (λιτότητα δηλαδή) το 2023.
Ντόμινο επιπτώσεων
Όσο μεγαλώνει πάντως η λίστα των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, επιδεινώνονται και οι δημοσιονομικές προβλέψεις για Ελλάδα και Ευρώπη. «Δεν υπάρχουν κυρώσεις που δεν πλήττουν και εμάς τους ίδιους», λένε στο οικονομικό επιτελείο, καθώς διευρύνεται ο κατάλογος των σκληρών μέτρων που επιβάλλει η Ευρώπη κατά της Ρωσίας εξαιτίας της ωμής στρατιωτικής εισβολής στην Ουκρανία, των προκλήσεων κατά Φινλανδίας και Σουηδίας, καθώς και των απειλών για χρήση πυρηνικών.
Όπως αποκάλυψε το «business stories» την περασμένη Κυριακή, η Ελλάδα πλήττεται πολλαπλά:
- στην ενέργεια, λόγω της εξάρτησης από τις εισαγωγές φυσικού αερίου,
- στο εμπόριο, καθώς η Ρωσία και η Ουκρανία είναι ο σιτοβολώνας της Ευρώπης,
- στον τουρισμό, αφού οι αφίξεις από τη Ρωσία είναι πολύ σημαντικές για τη Χαλκιδική, τη Θάσο, την Κρήτη και τα νησιά μας. Στη λίστα των διεθνών κυρώσεων, μάλιστα, βρίσκεται ήδη ο πλουσιότερος Ρώσος ολιγάρχης, Αλεξέι Μορντάσοφ, που κατέχει το 34% της TUI και η Ελλάδα περιμένει από αυτήν εκατομμύρια διανυκτερεύσεις τουριστών το 2022.
Οι βόμβες του Βλαντιμίρ Πούτιν, πάντως, αυξάνουν και την ανάγκη για στοχευμένα μέτρα στήριξης των πιο ευάλωτων.
Στην Αθήνα προεξοφλούν χαλάρωση των δημοσιονομικών πιέσεων και εξαίρεση του κόστους των μέτρων στήριξης από τα ελλείμματα, όπως ζήτησε ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Διόλου τυχαία, μάλιστα, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τόνισαν δημόσια ότι οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας πλήττουν και την ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά το ιδεώδες της Δημοκρατίας δεν κοστολογείται με οικονομικούς όρους και οι χώρες είναι έτοιμες να αναλάβουν το κόστος που συνεπάγεται η λήψη τιμωρητικών μέτρων.
Αγωνία για το χρέος
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση πρέπει να διατηρεί υψηλά ταμειακά διαθέσιμα για παροχές σε ευάλωτους, χωρίς όμως να μπορεί να δανείζεται πια με μηδενικά επιτόκια. Ωστόσο μπορεί ακόμα να δανειστεί με συμφέροντες όρους (π.χ. 2,5% για δεκαετή) ώστε να αναχρηματοδοτεί παλαιό χρέος που βαρύνεται με επιτόκια 3,5% και άνω.
Το γεγονός αυτό μάλιστα, καθώς και η αύξηση της αξιοπιστίας που προσφέρει στη χώρα ότι μέσα σε τέτοιες συνθήκες εξόφλησε συνολικά το ΔΝΤ δεν αποκλείουν ακόμα και μια αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης μέσα σε αυτό τον μήνα ή τον επόμενο, παρά τη γενική καταστροφή και την αβεβαιότητα που κυριαρχούν στην Ευρωζώνη και τον κόσμο ολόκληρο λόγω της εισβολής της Ρωσίας και των διεθνών αναταράξεων στις αγορές.
Διαβάστε ακόμη:
Πόσο «πιάνει» σήμερα μία χρυσή λίρα – Η «κούρσα» ανόδου μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία
Οι ρωσικές περιπέτειες της οικογένειας Δαυίδ
Ινστιτούτο Bruegel: Πώς θα μειωθεί η εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό αέριο