Την ενίσχυση των επενδύσεων και της απασχόλησης αλλά και την επεξεργασία της νέας Αναπτυξιακής Στρατηγικής αναφέρει σε συνέντευξή του στη «Νέα Σελίδα» ο Γιάννης Δραγασάκης ως τους δύο βασικότερους στόχους του στο υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης.
 
Με την οικονομία να μπαίνει σε τροχιά ανάκαμψης, ο στόχος είναι αφενός η επιτάχυνση της ανάκαμψης, αφετέρου η διασφάλιση μιας κατεύθυνσης που θα οδηγεί σ΄ ένα νέο υπόδειγμα βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης, δηλώνει, υπογραμμίζοντας πως τον πρώτο στόχο θα τον επιδιώξουμε με την ενίσχυση των επενδύσεων και της απασχόλησης, ενώ ο δεύτερος στόχος είναι το αντικείμενο της υπό επεξεργασία νέας Αναπτυξιακής Στρατηγικής.

«Πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το Eurogroup του Απριλίου και ο στόχος εδώ είναι να επιτύχουμε μια καθαρή έξοδο, χωρίς “αστερίσκους” και προαπαιτούμενα», σημειώνει.
Τονίζει δε ότι το εν λόγω σχέδιο πρέπει επίσης: Να διασφαλίζει δυνατότητες ανακούφισης, ιδιαίτερα όσων επλήγησαν περισσότερο από την κρίση και την παρατεταμένη λιτότητα. Να πείθει τις αγορές και τους επενδυτές για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας και το αξιόχρεο του ελληνικού κράτους. Να δίνει εγγυήσεις ότι η νέα Αναπτυξιακή Στρατηγική ενσωματώνει τα μαθήματα από την κρίση, στοχεύει στις αιτίες της, θωρακίζει το μέλλον από την επανάληψη λαθών του παρελθόντος.
 
Ο κ. Δραγασάκης επισημαίνει τη σημασία που έχει να αποκτήσει η χώρα ένα δικό της συνεκτικό σχέδιο. Στο ερώτημα αν η κυβέρνηση θα επιδιώξει τη συναίνεση των άλλων κομμάτων, τονίζει ότι «καταρχάς πρέπει να διαμορφωθεί ένα τέτοιο κλίμα στο κοινωνικό επίπεδο» και ότι πρόκειται για διαδικασία που απαιτεί ευρείες κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες και συναινέσεις. Σχολιάζει ότι «αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι της υπόθεσης. Διότι αυτό απαιτεί μια νέα συλλογική συνείδηση και μια νέα κουλτούρα κοινωνικού διαλόγου και επιδίωξης κοινωνικών συμμαχιών και συναινέσεων καταρχάς στο κοινωνικό επίπεδο. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, εξηγεί, υπάρχει κίνδυνος τα όποια σχέδια να μείνουν στα χαρτιά.

Ωστόσο αναφέρει ότι η εμπειρία των Περιφερειακών Αναπτυξιακών Συνεδρίων δείχνει ότι δεν είναι ανέφικτος αυτός ο στόχος της δημιουργίας μιας νέας κοινωνικής δυναμικής για τον προοδευτικό μετασχηματισμό της χώρας.
 
Αναφορικά με το ζήτημα της μεταμνημονιακής εποπτείας και το ενδεχόμενο αυτή να είναι αυξημένη σε σχέση με εκείνη της Πορτογαλίας, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας σχολιάζει πως «από την εμπειρία, όλοι έχουμε γίνει επιφυλακτικοί, αν όχι και καχύποπτοι. Όμως προχωρούμε στη βάση ενός συμφωνημένου σεναρίου».

Σημειώνει παράλληλα ότι «όχι μόνο εκτός, αλλά και εντός Ελλάδος υπάρχουν κέντρα ισχύος με διαφορετικές απόψεις το καθένα για το πώς θα κινηθεί η χώρα μας την επόμενη ημέρα μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος» και πως «στη χώρα μας είναι εμφανές ότι υπάρχει ένα μπλοκ δυνάμεων οι οποίες δεν θέλουν να βγούμε από την επιτροπεία και την “προστασία” των ξένων». «Διότι, λένε», συνεχίζει ο κ. Δραγασάκης, «είναι πιο «φθηνή», οπότε μέχρι τέλους θα κάνουν θόρυβο, θα εκπέμπουν «παράσιτα» και θα προσπαθούν να βάζουν τρικλοποδιές, αδιαφορώντας αν αυτό μπορεί να προκαλεί ζημιά στη χώρα». Ερωτηθείς δε σχετικά με «πληροφορίες που θέλουν μέρος των θεσμών να ζητά επίσπευση της μείωσης του αφορολόγητου», εντάσσει το ζήτημα σε αυτόν τον «θόρυβο».
 
Τονίζει ότι η κυβέρνηση προχωρά βάσει του δικού της σχεδίου και της συμφωνίας που έχει πετύχει πάνω σε αυτό. «Η Ελλάδα με τη βοήθεια των εταίρων θα σχηματίσει ένα αποθεματικό προκειμένου να βγει με ασφάλεια στις αγορές μετά τη λήξη του προγράμματος. Χωρίς “αστερίσκους” ή νέα προαπαιτούμενα και χωρίς ειδικά καθεστώτα εποπτείας πέρα απ΄ ό,τι ισχύει και για τις άλλες χώρες. Αυτό είναι που ονομάζουμε καθαρή έξοδο. Αυτό επιδιώκουμε και είναι στο χέρι μας να το πετύχουμε», τονίζει.
 
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας αποκαλύπτει ότι έχει ζητήσει τις εισηγήσεις του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας Αλέξη Χαρίτση, του υφυπουργού Οικονομίας Στέργιου Πιτσιόρλα, και του Enterprise Greece ώστε να καταρτιστεί ένα σχέδιο για τη βελτίωση της υποδοχής επενδυτών, της αδειοδοτικής διαδικασίας και της χρηματοδότησης επενδυτικών σχεδίων. Αναφέρει ότι θα συνεχίσει και θα ενισχύει ό,τι έχει γίνει από τον προκάτοχό του, Δημήτρη Παπαδημητρίου, στην κατεύθυνση της αύξησης των επενδύσεων. «Η Επιτροπή Οικονομικής Συνεργασίας ΗΠΑ- Ελλάδας ήδη συνεδρίασε και τις επόμενες μέρες θα έχω τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό υπουργό Εμπορίου κ. Ρος», αναφέρει. Προσθέτει ότι ανάλογη δομή λειτουργεί ήδη στις σχέσεις μας με την Κίνα, ενώ και οι σχέσεις με τη Ρωσία έχουν σημαντικά περιθώρια αναβάθμισης, καθώς και ότι επενδυτικό ενδιαφέρον εκδηλώνεται και από πολλές άλλες χώρες, όπως το Ισραήλ και τα αραβικά κράτη.
 
Για τα κόκκινα δάνεια αναφέρει ότι «η δραστική και γρήγορη μείωση τους είναι δική μας υπόθεση, δική μας ανάγκη, ανάγκη κοινωνική. Εάν δεν τα μειώσουμε μόνοι μας, θα μας το επιβάλουν και τότε θα γίνει με τους δικούς τους όρους, με τρόπο ανάλγητο και ισοπεδωτικό». Επικροτεί -αφήνοντας αιχμές για την προηγούμενη στάση τους- ορισμένες τράπεζες που συνειδητοποιούν ότι πρέπει να εγκαταλείψουν τη «στενή γραφειοκρατική νοοτροπία» και απευθύνονται στους οφειλέτες, προτείνοντάς τους λύσεις για τα κόκκινα δάνεια.

Αναφορικά με την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις υπογραμμίζει ότι η ύπαρξη ενισχυμένων θεσμών, που θα μπορούν να σχεδιάζουν μακροπρόθεσμα και να εγγυώνται τη θέση της χώρας ως πυλώνα σταθερότητας, αποτελεί προτεραιότητα, ανεξάρτητα από τις διαθέσεις των γειτόνων μας.

Για τη θέση της χώρας στα Βαλκάνια, ο κ. Δραγασάκης αναφέρει ότι τώρα εμφανίζονται δυνατότητες προκειμένου να συγκροτήσουμε ένα σχέδιο Διαβαλκανικής Συνεργασίας και Συνανάπτυξης, μακριά από μικροεθνικισμούς, μεγαλοϊδεατισμούς και μισαλλοδοξίες.